Γιώργος Σαμακλής
“Και θέλω αναπληρώσει εις εσάς τα έτη, τα οποία κατέφαγεν η ακρίς, ο βρούχος και η ερυσίβη και η κάμπη, το στράτευμά μου το μέγα, το οποίον εξαπέστειλα εναντίον σας.Και θέλετε φάγει αφθόνως και χορτασθή και αινέσει το όνομα Κυρίου του Θεού σας· όστις έκαμε θαυμάσια με σάς· και ο λαός μου δεν θέλει καταισχυνθή εις τον αιώνα.”Ιωήλ β΄25,26.
“Και θέλω αναπληρώσει εις εσάς τα έτη, τα οποία κατέφαγεν η ακρίς, ο βρούχος και η ερυσίβη και η κάμπη, το στράτευμά μου το μέγα, το οποίον εξαπέστειλα εναντίον σας.Και θέλετε φάγει αφθόνως και χορτασθή και αινέσει το όνομα Κυρίου του Θεού σας· όστις έκαμε θαυμάσια με σάς· και ο λαός μου δεν θέλει καταισχυνθή εις τον αιώνα.”Ιωήλ β΄25,26.
Αυτό το μήνα, θα μας δώσει τη μαρτυρία του για τον Χριστό, ο αδελφός μας Γιώργος Σαμακλής από την εκκλησία της Γλυφάδας.
Αδελφέ Γιώργο, απ’ ότι ξέρω είσαι από πιστή οικογένεια.
Ναι, οι γονείς μου είναι αναγεννημένοι και πιστοί στον Κύριο εδώ και πενήντα χρόνια και η αδελφή μου το ίδιο. Ο πατέρας μου πρώτα ήτανε ναυτικός, μόλις όμως γεννήθηκα εγώ, το 1963, παράτησε τη θάλασσα κι άνοιξε ένα συνεργείο αυτοκινήτων, ένα εξατμισάδικο, στον Νέο Κόσμο. Και το μαγαζί που είχε το συνεργείο, το νοίκιαζε από κάποιους ανθρώπους που ήτανε χριστιανοί Ευαγγελικοί. Ο κύριος Γιώργος και η κυρία Αννούλα, έτσι τους θυμάμαι. Οι οποίοι μάλιστα πούλαγαν κι αυγά και πήγαινε συχνά η μητέρα μου στο σπίτι τους κι αγόραζε αυγά. Της μιλούσανε πάντα μέσα από το Ευαγγέλιο, της έλεγαν για τον Κύριο κι ένα βράδυ θυμάμαι ότι γύρισε η μητέρα μου κλαμένη στο σπίτι -πολύ χαρούμενη όμως- και μας είπε ότι γνώρισε τον Ιησού Χριστό.
Σε τι ηλικία ήσουν τότε;
Εγώ ήμουνα τότε 10 χρονών. Την κοιτάζαμε όλοι μας απορημένοι, νομίζαμε ότι είναι κάτι παροδικό, ότι θα της περάσει, όμως η μητέρα μου είχε αγγιχτεί πραγματικά από τον Θεό και είχε αναγεννηθεί. Για κάποιο καιρό ο πατέρας μου την άκουγε χωρίς να λέει πολλά -προσπαθώντας να καταλάβει τι της συμβαίνει- χωρίς να της δημιουργεί και πρόβλημα όμως. Και καθώς τις μέρες του Πάσχα, παρακολουθούσε στη τηλεόραση, τη γνωστή ταινία με τη ζωή του Χριστού, την στιγμή που είδε τον Κύριο να πεθαίνει πάνω στον σταυρό, έβαλε τα κλάματα και είπε: “Μόνο εκεί πρέπει να πιστεύουμε, στον Ιησού Χριστό.” Κι εκείνη τη μέρα αναγεννήθηκε κι εκείνος. Από τότε ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε όλοι μαζί στην Ευαγγελική εκκλησία. Πηγαίναμε στην κεντρική Ευαγγελική εκκλησία αλλά και στην εκκλησία στις Στήλες του Ολυμπίου Διός, στην εκκλησία στα Λιπάσματα, κι εγώ τα καλοκαίρια, πήγαινα πάντα στη κατασκήνωση της Ευαγγελικής εκκλησίας στο Σούνιο. Όπου ήμουνα μάλιστα και ομαδάρχης. Κάποια στιγμή όμως -δεν θυμάμαι πως ακριβώς έγινε-αρχίσαμε να πηγαίνουμε στην Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής, στο κέντρο της Αθήνας, που ήταν τότε ποιμένας ο αδελφός Λούης Φέγγος.
Η δική σου προσωπική σχέση με τον Θεό ποιά ήταν ;
Από παιδάκι που ήμουνα, μου άρεσε πάρα πολύ η εκκλησία και είχα ξεκαθαρίσει μέσα μου ότι είναι αληθινός και ζωντανός ο Θεός και ότι ζητάει από τον άνθρωπο να Τον λατρεύει «εν Πνεύματι και αληθεία». Όχι μέσα από είδωλα και υλικά πράγματα. Ακολούθησα λοιπόν κι εγώ στην εκκλησία για κάποια χρόνια, όμως κάποια στιγμή στην εφηβεία, απομακρύνθηκα. Άρχισα σιγά-σιγά να βρίσκω δικαιολογίες για να μην πηγαίνω στις συναθροίσεις, άρχισαν φιλίες με τον κόσμο, άρχισαν οι παρέες...
Με νουθετούσανε οι γονείς μου, μου έλεγαν να μείνω κοντά στον Θεό, μου έλεγαν ότι ο Κύριος έρχεται, αλλά μάταια. Δεν τα απέριπτα όλα αυτά, τα δεχόμουνα, αλλά ήταν μεγάλη η έλξη της σάρκας, η έλξη της αμαρτίας που ένιωθα σαν νέος. Κι έκανα τότε, αυτό που πιστεύω ότι το σιχαίνεται πραγματικά ο Θεός. Υπηρετούσα δύο “κυρίους.” Πίστευα στον Θεό, μιλούσα για Εκείνον, αλλά ήμουνα ταυτόχρονα και στην αμαρτία. Είχα παγιδευτεί από ένα εδάφιο που λέει στον προφήτη Ησαία: «Εάν αι αμαρτίαι σας είναι ως το πορφυρούν, θέλουσι γείνει λευκαί ως χιών, εάν είναι ερυθραί ως κόκκινον, θέλουσι γείνει ως λευκόν μαλλίον». Κι έλεγα: “Το ξέρω Κύριε ότι κάνω λάθος, αλλά κάποια στιγμή θα γυρίσω σε Εσένα και πιστεύω ότι Εσύ θα με συγχωρέσεις.” Βέβαια αυτό βλέπω τώρα ότι είναι τελείως λάθος, γιατί ο άνθρωπος δεν ξέρει τι μπορεί να του ξημερώσει αύριο. Και περνάνε και τα χρόνια της ζωής χαμένα, χωρίς ουσιαστικό νόημα. Γι’ αυτό χαίρομαι πάρα πολύ τους νέους που έχουν δώσει τη ζωή τους στον Χριστό. Πριν από ένα μήνα βαπτίστηκε στη Γλυφάδα μια κοπέλα 13 χρονών, δεν είναι απίστευτο αυτό; Και έχουμε πολλά νέα παιδιά στην εκκλησία, που είναι βαπτισμένα και στο νερό και με Πνεύμα Άγιο. Πιστεύω, ότι το να μην γνωρίσεις καθόλου την αμαρτία και να ακολουθήσεις από την αρχή της ζωής σου τον Χριστό, είναι πραγματικά υπέροχο.
Είσαι μακάριος λέει η Αγία Γραφή. Πως εξελίχθηκε μετά η ζωή σου;
Παντρεύτηκα πολύ νέος. Ήμουν 24 χρονών εγώ, και η γυναίκα μου ήταν 21. Τα πρώτα 4 χρόνια δεν θέλαμε ακόμα να κάνουμε παιδί, γιατί ήμασταν πολύ νέοι, μετά για τα επόμενα 4 χρόνια προσπαθούσαμε να κάνουμε ένα παιδί αλλά δεν μπορούσαμε. Πηγαίναμε σε γιατρούς, δίναμε λεφτά, αλλά δεν γινότανε τίποτε. Θυμάμαι ειδικά δύο γιατρούς, οι οποίοι μας έφαγαν πάρα πολλά χρήματα και μας κορόιδεψαν στην ουσία. Προσευχόμουν όμως, αν και δεν ήμουνα τότε στην εκκλησία, νήστευα κιόλας και ο Κύριος στα τέσσερα χρόνια μάς χάρισε τον γιό μας και μετά από δύο χρόνια, άλλο ένα παιδί, την κόρη μας. Θυμάμαι, όταν είπα στη πεθερά μου ότι θα αποκτήσει εγγονάκι, μου λέει: “Έμεινε έγκυος η Χριστίνα;” Η κουνιάδα μου δηλαδή. Δεν πίστευε ότι εμείς θα κάνουμε ποτέ παιδί. Όπως και όλοι οι υπόλοιποι συγγενείς, μας είχε ξεγραμμένους πάνω σε αυτό το θέμα.
Όταν γνώρισες τη γυναίκα σου, ήξερε ότι εσύ έχεις ένα διαφορετικό θρησκευτικό υπόβαθρο;
Ναι, βέβαια. Οι γονείς μου και η αδελφή μου τής είπαν από την αρχή ότι είμαστε χριστιανοί της Πεντηκοστής, αλλά κι εγώ πάντα της εξηγούσα ότι ο Θεός δεν έχει σχέση με εικόνες, τάματα και όλα αυτά τα μάταια. Βέβαια εγώ στην ουσία, ήμουνα τότε μισός χριστιανός. Πίστευα στον Χριστό, πίστευα ότι ο Λόγος Του είναι η αλήθεια, όμως δεν Τον ακολουθούσα. Πίστευα, αλλά αμάρτανα κιόλας, σε διάφορες αμαρτίες σαρκικές. Και η βασική μου αμαρτία ήταν, ότι ΗΞΕΡΑ και όμως αμάρτανα. Να σου πω ότι πολλές φορές στα χρόνια της αποστασίας, ο Κύριος με φύλαξε κι από ατυχήματα κι από πολλούς κινδύνους. Μια φορά, μεθυσμένος τελείως, μπήκα ανάποδα με το αυτοκίνητο στην εθνική οδό. Ο Κύριος με φύλαξε και δεν έπεσε κανένα άλλο αυτοκίνητο επάνω μου. Μια άλλη φορά, καθόμουν με τον πατέρα μου και την κόρη μου σε ένα καναπέ στο σαλόνι και με το που σηκωθήκαμε, έπεσε το φωτιστικό πάνω στον καναπέ και τον τρύπησε. Θα ήμασταν νεκροί και οι τρείς. Ευχαριστώ τον Κύριο, γιατί πάντα με βοηθούσε και με περίμενε όλα αυτά τα χρόνια για να επιστρέψω.
Πόσα χρόνια πέρασαν μέχρι να πάρεις την απόφαση της επιστροφής;
Σχεδόν 45 χρόνια. Πριν από 3 χρόνια, το 2021 το καλοκαίρι, παρουσίασα κάποιες έντονες ζαλάδες. Άρχισα εξετάσεις, πήγα στο καρδιολόγο και το τεστ κοπώσεως έδειξε ισχαιμικό πρόβλημα. Έκανα αξονική στεφανιογραφία, μετά μου είπε ο γιατρός να κάνω και την κανονική στεφανιογραφία -με τον καθετήρα- και είδαν τη βασική ανιούσα αορτή της καρδιάς, βουλωμένη κατά 90 τοις εκατό. Και μου είπε τότε ο γιατρός: “Γιώργο, είναι θαύμα που ζεις.” Έκανα αμέσως αγγειοπλαστική, διπλό “μπαλονάκι”, διπλό “στέντ” και ξεκίνησα φαρμακευτική αγωγή. Ήταν εκείνο το καλοκαίρι που καιγότανε η Πάρνηθα, που καιγότανε όλη η Ελλάδα και καιγόμουνα μέσα μου κι εγώ. Ήμουνα θυμάμαι μόνος στο σπίτι, η γυναίκα μου ήτανε στο χωριό και είπα: “Κύριε, πιστεύω ότι αυτό είναι τώρα ένα κάλεσμα για να επιστρέψω σε Εσένα.” Και πέρασα δύο εβδομάδες, κλαίγοντας στα γόνατα, γιατί καταλάβαινα ότι αν είχα φύγει, αν είχα πεθάνει, δεν θα ήμουνα έτοιμος να συναντήσω τον Θεό. Εκείνες τις μέρες λοιπόν, πήρα απόφαση θανάτου, πήρα απόφαση να πεθάνω ως προς τον κόσμο και την αμαρτία και τηλεφώνησα στον πατέρα μου και του είπα ότι θέλω να επιστρέψω στην εκκλησία. Ο πατέρας μου χάρηκε πάρα πολύ και μου είπε να πάω στην κεντρική εκκλησία στην Αθήνα ή να πάω στην εκκλησία στην Άνω Γλυφάδα που με εξυπηρετούσε από θέμα απόστασης. Και βρήκε και μου έδωσε το τηλέφωνο του ποιμένα της εκκλησίας της Γλυφάδας, του αδελφού Αντρέα.
Για τους δικούς σου, αυτή θα ήταν η ώρα της απάντησης στις προσευχές πολλών χρόνων.
Ναι, δόξα στον Θεό. Χαρήκανε όλοι πάρα πολύ σίγουρα, η μητέρα μου ειδικά, ακόμα δεν μπορεί να το πιστέψει. Πριν επιστρέψω, υπήρχαν και κάποια προβληματάκια μεταξύ μας, κάποιοι ψευτοεγωϊσμοί, αλλά όλα αυτά έχουν περάσει πλέον και είμαστε πάρα πολύ αγαπημένοι. Πήρα λοιπόν τηλέφωνο τον αδελφό Αντρέα και μου λέει: “Έλα όποτε θέλεις. Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή, Κυριακή, λειτουργεί η εκκλησία.” Πήγα λοιπόν την Τετάρτη το απόγευμα (πήγα μάλιστα πιο νωρίς και περίμενα να ανοίξει) και είχα πάρει και μισό ηρεμιστικό γιατί ήμουνα κουρέλι ψυχολογικά. Ήρθε μετά ο αδελφός και μου έδειξε πολύ μεγάλη αγάπη και ζεστασιά πραγματικά. Του είπα ότι θέλω να βαπτιστώ στο νερό, ότι θέλω να ακολουθήσω πλέον τον Χριστό και μου λέει: “Θα βαπτιστείς οπωσδήποτε, περίμενε όμως λίγο, να δούμε ποιά θα είναι ακριβώς η πορεία σου.” Πήγα Τετάρτη, πήγα Κυριακή, μετά πήγα πάλι Τετάρτη και μου λέει ο αδελφός: “Έλα μπροστά να προσευχηθούμε.” Κι εκείνη την μέρα ήρθε ο Κύριος, με βάπτισε με Πνεύμα Άγιο και άρχισα να μιλάω σε ξένες γλώσσες. Κι από τότε, πληρώνομαι καθημερινά με Πνεύμα Άγιο και μιλάω σε ξένες γλώσσες. Αυτός είναι για μένα ένας θησαυρός απίστευτος κι έχω απεριόριστη ευγνωμοσύνη γι’ αυτό στον Θεό. Γιατί νώθω πραγματικά ότι δεν το αξίζω, αφού δεν έχω κάνει απολύτως τίποτε για τον Χριστό. Ενώ άλλα αδέλφια έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στον Κύριο και δεν έχουν λάβει αυτή την ευλογία. Όπως και ο πατέρας μου, ο οποίος είναι πραγματικά ένας άγιος άνθρωπος.
Είναι ένα δώρο το Άγιο Πνεύμα για όλους.
Αμήν. Πέντε μέρες μετά που βαπτίστηκα με Πνεύμα Άγιο, βαπτίστηκα και στο νερό, στις 24 Οκτωβρίου 2021. Εκείνη τη μέρα, ο Κύριος μού μίλησε με προφητεία και μου έδωσε το όνομα: “Γεωργός.” Τα λόγια της προφητείας ήταν: “Υιέ μου Γιώργο, σε ονομάζω σήμερα Γεωργό και περιμένω να θερίσεις στον αγρό μου.” Το πήρα αυτό πολύ σοβαρά, έχω διαβάσει ήδη την Καινή Διαθήκη αρκετές φορές και πλησιάζω, όποτε βρίσκω ευκαιρία, ανθρώπους, και τους μιλάω για τον Χριστό. Ευχαριστώ πάρα πολύ τον Θεό και για την εκκλησία της Γλυφάδας που την αισθάνομαι πλέον σαν οικογένειά μου. Ανθρώπους που πριν τρία χρόνια ούτε καν τους ήξερα, τώρα τους πονάω και τους αγαπάω σαν δικούς μου ανθρώπους. Με αγάπη Χριστού ειλικρινή και ανιδιοτελή. Και χαίρομαι που επιτέλους κάπου ανήκω, γιατί πάντα ένιωθα μόνος μου, καθώς δεν μπορούσα να μπω στα διάφορα καλούπια των ανθρώπων. Πραγματικά είχε κουραστεί η ψυχή μου μέσα στον κόσμο, είχα πληγωθεί πολύ και είχα φθάσει σε σημείο να μην πιστεύω πλέον σε ανθρώπινες σχέσεις, σε φιλίες και σε αγάπες. Όμως η εκκλησία του Χριστού είναι το νοσοκομείο της ψυχής και της καρδιάς. Και το μέρος που μπορούν να σου λυθούν όλες οι απορίες.
Κάτι απίστευτο μου συμβαίνει τελευταία. Όπως έρχομαι με το μετρό στην εκκλησία, έχω μια απορία μέσα μου και χωρίς να πω τίποτε σε κανέναν, ο Θεός μού απαντάει και μου την λύνει, είτε με προφητεία, είτε από τον άμβωνα, μέσα από το κήρυγμα. Τώρα το βασικό αίτημα στη προσευχή μου είναι ο Κύριος να σώσει και την οικογένεια μου, τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου.
Κάποτε προσεύχονταν για σένα οι δικοί σου, τώρα ήρθε η δική σου σειρά.
Ακριβώς. Ο Κύριος όμως μου έχει δώσει υποσχέσεις και πάνω σε αυτό το θέμα και μου έχει μιλήσει και με προφητεία. Θυμάμαι μου είπε: “Υιέ μου εγώ σε περίμενα με υπομονή τόσα χρόνια για να πάρεις μόνος σου την απόφαση να με ακολουθήσεις. Θα σωθεί και η οικογένεια σου, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου.” Η γυναίκα μου πλέον το έχει πάρει απόφαση ότι πηγαίνω στην εκκλησία, γιατί κατάλαβε ότι δεν είναι ένας ενθουσιασμός, είναι κάτι σοβαρό. Καμιά φορά μόνο, μπορεί να “τσακωθούμε” (εντός εισαγωγικών) όταν θέλει να την πάω κάπου την ώρα που έχει συνάθροιση. Στην αρχή πήγαινα Τετάρτη και Κυριακή, όμως δεν μου έφτανε κι άρχισα να πηγαίνω και Δευτέρα, μετά και Παρασκευή. Διψάω πραγματικά για τα πράγματα του Θεού. Και ζω πλέον μια ζωή πάρα πολύ ήρεμη περιμένοντας κι εγώ τον Κύριο να έρθει να μας παραλάβει. Πιστεύω ότι αυτή η ώρα είναι κοντά και το βλέπουν αυτό μέχρι και οι κοσμικοί άνθρωποι που δεν γνωρίζουνε τον Θεό. Δεν είναι ανάγκη πλέον να είσαι χριστιανός για να καταλάβεις ότι το τέλος έρχεται, όλοι το βλέπουν. Ο Κύριος να μας αγιάσει αυτόν τον έσχατο καιρό και να μας ετοιμάσει για την βασιλεία Του. Πέφτουμε καθημερινά, όμως σηκωνόμαστε, ζητάμε το αίμα του Χριστού, ζητάμε τη χάρη του Θεού και συνεχίζουμε.
Αμήν. Τι θα ήθελες να πούμε κλείνοντας;
Αυτό που θέλω πλέον σε ηλικία 61 χρονών είναι να με κρατήσει ο Κύριος κοντά Του μέχρι τέλους, θέλω να δω την οικογένεια μου να σώζεται και θέλω να δω την εκκλησία της Γλυφάδας να μεγαλώνει, να πιστέψουν πολλές ψυχές γιατί είμαστε πάρα πολύ κοντά, τα βήματα του Κυρίου ήδη ακούγονται. Με το μικρό μου το μυαλό πολλές φορές απορώ και λέω: “Κύριε, γιατί μου δίνεις τόσα πολλά δώρα;” Και πάλι με το μικρό μου το μυαλό σκέφτομαι ότι ο Κύριος θέλει να αναπληρώσει τα χρόνια που έχασα μακριά Του, που κατέφαγε η αμαρτία, ο βρούχος και η ερυσίβη, όπως λέει στην Αγία Γραφή. Αυτή την εποχή ζητάω από τον Κύριο και το χάρισμα της προφητείας και πιστεύω ότι θα μου το δώσει κι αυτό. Με απασχολούνε πλέον μόνο τα πνευματικά, τίποτε υλικό. Θέλω να έχω τόσα υλικά μόνο, ώστε να ζω αξιοπρεπώς, τίποτε άλλο. Ούτε χρήματα, ούτε αξιώματα. Οι άνθρωποι μέσα στον κόσμο πεθαίνουν για τα αξιώματα, εγώ το αξίωμα που έχω και απολαμβάνω είναι: “Παιδί του Θεού”.