Skip to main content
play button christianity Ακούστε  |  48kbps  |  96kbps  |
on air christianity
Χωρίς πληροφορίες...

spanish flag      greek flag


Γιώργος Ηλιάδης και Βάσω Στεφοπούλου

Αυτό το μήνα θα μας δώσει την μαρτυρία του για τον Ιησού Χριστό, ένα ζευγάρι από την πόλη του Βόλου. Ο Γιώργος Ηλιάδης και η σύζυγος του Βάσω Στεφοπούλου θα μας διηγηθούν, πώς ο Λόγος του Θεού ενήργησε μέσα στην ζωή τους και πώς τους ευλόγησε.

- Γιώργο, ας ξεκινήσουμε με την δικιά σου μαρτυρία. Πες μας  κατ’ αρχάς πού γεννήθηκες και μεγάλωσες.

 |  Ομολογίες

Αυτό το μήνα θα μας δώσει την μαρτυρία του για τον Ιησού Χριστό, ένα ζευγάρι από την πόλη του Βόλου. Ο Γιώργος Ηλιάδης και η σύζυγος του Βάσω Στεφοπούλου θα μας διηγηθούν, πώς ο Λόγος του Θεού ενήργησε μέσα στην ζωή τους και πώς τους ευλόγησε.

- Γιώργο, ας ξεκινήσουμε με την δικιά σου μαρτυρία. Πες μας  κατ’ αρχάς πού γεννήθηκες και μεγάλωσες.

Γεννήθηκα το 1968 στην Θεσσαλονίκη όπου ζούσαν τότε οι γονείς μου. Κάποια στιγμή όμως πήγε ο πατέρας μου για μια δουλειά στην Αθήνα και τελικά  το 1971 εγκατασταθήκαμε εκεί οικογενειακώς, σε μια συνοικία στο κέντρο της πόλης, στον Άγιο Παύλο. Βέβαια η περιοχή δεν ήταν όπως είναι σήμερα, ήταν γειτονιά ακόμα με οικογένειες, όμως όσο πέρναγαν τα χρόνια γινόταν όλο και  πιο δύσκολη η κατάσταση.

- Από ποιά άποψη;

Από την εγκληματικότητα. Άρχισε ο κόσμος γενικά να γίνεται πιο πονηρός. Μέσα από την τηλεόραση, μέσα από διάφορα ερεθίσματα και επιρροές και γενικά μέσα από αυτό το πνεύμα που βλέπουμε να κυριαρχεί πλέον παγκοσμίως.

- Από αυτό το πνεύμα που ανέφερες, εσύ προσωπικά πώς επηρεάστηκες;

Εμένα το πρόβλημα μου πάντα ήταν, ότι ήμουν άνθρωπος που δεν ήμουν σταθερός στις απόψεις μου και επηρεαζόμουν πολύ εύκολα από τους άλλους. Κυρίως από φίλους. Με αποτέλεσμα από αρκετά μικρός να ακολουθήσω ένα «ροκ στυλ» με μακριά μαλλιά, σκουλαρίκια στ’ αυτιά, γήπεδα, ξενύχτια. Δεν μπορώ να πω όμως ότι ήμουνα ένα παιδί πολύ των άκρων. Περισσότερο ακολουθούσα τις καταστάσεις παρά τις επιδίωκα. Πιστεύω ότι αν είχα τότε κάποιες άλλες καλύτερες επιρροές θα είχα πάρει διαφορετικό δρόμο στην ζωή μου.

- Έπινες και ναρκωτικά;

Το 1983 γνώρισα πρώτη φορά τα ναρκωτικά από έναν συμμαθητή στο σχολείο. Αλλά συστηματικά άρχισα να ασχολούμαι με τα ναρκωτικά αφού τελείωσα το Λύκειο. Ήμασταν στην γειτονιά 4 άτομα που κάναμε στενή παρέα και ο ένας με τον άλλο είχαμε αρχίσει και ψαχνόμασταν με την χρήση ουσιών. Κυρίως με χάπια και σιρόπια τότε. Ευτυχώς ήρθε η ώρα να πάω στον στρατό και ανακόπηκε αυτή η πορεία γιατί δεν ξέρω που θα είχα καταλήξει. Το 1989 που απολύθηκα, η παρέα είχε στραφεί προς την χρήση χασίς και ακολούθησα κι εγώ.

- ‘‘Παρέα’’ λες αυτά τα τέσσερα άτομα που ανέφερες πριν;

Ναι, βασικά εμείς ήμασταν η παρέα και κατά καιρούς και άλλοι βέβαια.Περνούσανε τα χρόνια και ήμουν μπορώ να πω, αγόμενος και φερόμενος. Δεν υπήρχε στην ζωή μου κάποιο σχέδιο, κάποιος στόχος, κάποιος σκοπός. Όπου φυσούσε ο άνεμος με έπαιρνε μαζί του. Πήγαινα σε δουλειές, καθόμουνα λίγο και έφευγα -ή με διώχνανε- και είχα φθάσει πλέον σε ένα σημείο που οτιδήποτε κι αν έκανα έπρεπε να πίνω χασίς. Ήταν για μένα το απαραίτητο ψυχολογικό υποστήριγμα. Κάποια στιγμή γύρω στο 1996 απηύδησα με την όλη κατάσταση και δεν μπορώ να πω ότι έκανα προσευχή (γιατί δεν πίστευα στον Θεό) αλλά είπα μέσα μου σαν ευχή: «μακάρι ν’ άλλαζε όλο αυτό που ζω.» Και αν και δεν άλλαξαν όλα αμέσως, άρχισα να βλέπω ότι κάτι αλλάζει προς το θετικό.

- Τι άλλαξε ακριβώς;

Έβλεπα ότι είχα μια εγκράτεια για κάποια πράγματα που πιο πριν δεν την είχα (και καταλάβαινα ότι δεν ήταν από μένα αυτό), και άρχισα να βλέπω ότι πολλά γεγονότα που συμβαίνανε γύρω μου δεν ήταν τυχαία. Κάποια στιγμή δούλεψα και σαν οδηγός ταξί και ένα βράδυ όπως σταμάτησα σε ένα περίπτερο στο Μαρούσι για να πάρω τσιγάρα, είδα ότι ο περιπτεράς ήταν ένας παλιός συμμαθητής της αδελφής μου. Ο αδελφός Παρασκευάς. Μου έδωσε μια εφημερίδα «Χριστιανισμός» και νομίζω και μια μικρή Καινή Διαθήκη και μου έκανε εντύπωση το πρόσωπο του που ήταν πολύ φωτεινό. Και δεν ήταν ο μόνος. Διάφοροι και από διάφορα δόγματα, που έπαιρνα κούρσα με το ταξί, μου μιλούσαν για τον Θεό. Μέχρι που τον Σεπτέμβριο του 1998 ένας φίλος ο Τάκης, ήρθε ένα βράδυ σπίτι μου και άρχισε να μου λέει για τον Χριστό. Ότι είναι ζωντανός και αναστημένος, ότι υπάρχει μια εκκλησία που κηρύτεται το ευαγγέλιο, ένας ραδιοφωνικός σταθμός... Μαζί με όλους τους άλλους, μου φάνηκε πολύ περίεργο να μου μιλάει κι εκείνος για το ίδιο πράγμα. Γιατί τους άλλους, (εκτός απο τον Παρασκευά που τον ήξερα λίγο), δεν τους ήξερα καθόλου, αλλά ο Τάκης ήταν χρόνια φίλος μου κι ένας από τους τέσσερις που κάναμε στενή παρέα. Όμως ήταν η ζωή μου εγκλωβισμένη σε μια τέτοια ρουτίνα που δεν μπορούσα ν’ αλλάξω κάτι. Ούτε τον ραδιοφωνικό σταθμό ν’ ακούσω μπορούσα, ούτε την Καινή Διαθήκη να διαβάσω. Μετά απο λίγο καιρό με απολύσανε πάλι απο την δουλειά που δούλευα (είχα αφήσει το ταξί και δούλευα σε μια εταιρεία κούριερ) και το ίδιο βράδυ πήρα μια Καινή Διαθήκη που είχα απο το σχολείο κι άρχισα να διαβάζω πίνοντας ταυτόχρονα χασίς. Όπως είπα πριν χωρίς αυτό δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ερχόταν και ο Τάκης δύο-τρείς φορές την εβδομάδα, πίναμε και μιλούσαμε για τον Χριστό.

- Διαβάζοντας τι έγινε μέσα σου;

Εκείνη την ώρα δεν καταλάβαινα πολλά, αλλά εκ των υστέρων βλέπω ότι γινόταν μέσα μου αλλαγή διότι όπως λέει και η Αγία Γραφή ο Λόγος του Θεού δεν επιστρέφει κενός.

- Ο Τάκης πήγαινε στην εκκλησία;

Όχι, δεν είχε πάει ακόμα. Στην εκκλησία (στην Eλευθέρα Aποστολική Eκκλησία Πεντηκοστής) πήγε πρώτος από εμάς ένας άλλος φίλος, ο Γιώργος που είχε μιλήσει και σε εκείνον ο Τάκης. Μετά από τρεις μέρες, στις 11 Φεβρουαρίου του 1999 πήγαμε εγώ, ο Τάκης και ο τέταρτος της παρέας ο Νίκος. Δεν μας άρεσε ιδιαίτερα, ούτε είχαμε σκοπό να ξαναπάμε, αλλά δεν ξέρω κι εγώ πως γινόταν και πότε ο ένας, πότε ο άλλος έριχνε την ιδέα και τελικά ξαναπηγαίναμε. Ο Θεός οδηγούσε τα βήματα μας, πιστεύω. Κάποια στιγμή πήγαμε και μια Κυριακη πρωί. Εκεί μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση το περιβάλλον. Μου φάνηκε όχι απλά καθαρό αλλά και αποστειρωμένο θα έλεγα. Πνευματικά. Και καταλάβαινα ότι το σώμα και αίμα που μετελάμβαναν δεν ήταν κάτι απλό. Δεν ήταν ψωμί και κρασί.

- Πήρες κι εσύ;

Δεν πήρα. Δεν τόλμησα ν’ απλώσω το χέρι μου γιατί ήξερα ότι η ζωή μου δεν ήταν σύμφωνη με το θέλημα του Θεού. Από τότε όμως πήγαινα κάθε Κυριακή οπωσδήποτε. Θυμάμαι και μια εμπειρία, την άνοιξη του 1999 πρέπει να ήταν. Είχαμε βρεθεί στην Κόρινθο στο σπίτι ενός φίλουκαι οι τέσσερις, και ενώ είχαμε βάλει στο κασετόφωνο και ακούγαμε κηρύγματα, ταυτόχρονα πίναμε ναρκωτικά. Ήταν μια περίεργη κατάσταση, μια κατάσταση μεταξύ δύο φρονημάτων μπορώ να πω. Ακούγαμε τον Λόγο του Θεού και άγγιζε την καρδιά μας, ταυτόχρονα πίναμε χασίς και όπως πήγαμε το πρωί στην παραλία και καθίσαμε, είχα έντονη την αίσθηση ότι ήμασταν μαθητές του Χριστού. Ότι ήμασταν στην θάλασσα της Γαλιλαίας και ο Κύριος ήταν ανάμεσα μας. Αφού νόμιζα ότι αν γυρίσω το κεφάλι μου θα Τον δω. Κι αυτή πρέπει να ήταν η τελευταία φορά που πίναμε όλοι μαζί γιατί είχαμε κάνει πολλές τέτοιες συγκεντρώσεις.

- Μετά πίνατε μόνοι σας;

Εγώ συνέχισα κι έπινα μόνος μου. Οι φίλοι μου προχωρήσανε πνευματικά. Ελευθερωθήκανε από την χρήση ουσιών και βαπτίστηκαν στο νερό. Ο Τάκης, ο Νίκος και ο Γιώργος (δεν θυμάμαι ακριβώς την σειρά) βαπτίστηκαν και οι τρείς από το Μάιο μέχρι τον Ιούνιο. Αλλά αυτό που με έκανε να πάρω πολύ σοβαρά τα πράγματα ήταν όταν έλαβε Πνεύμα Άγιο ο Τάκης. Επειδή τον γνώριζα σαν χαρακτήρα, ήξερα ότι δεν υπάρχει περίπτωση να λέει ότι έλαβε κάτι που δεν έλαβε. Κατάλαβα ότι έπρεπε να πάρω μια απόφαση και πράγματι, τον Αύγουστο του 1999 αποφάσισα μόλις τελειώσουν τα ναρκωτικά που έχω σπίτι να μην ξαναπάρω. Κι έτσι και έγινε.

- Μετά βαπτίστηκες;

Όχι αμέσως. Σταμάτησα τα ναρκωτικά τον Αύγουστο και βαπτίστηκα στο νερό τον Φεβρουάριο. Ήθελα να είμαι σίγουρος ότι στέκομαι καλά, ήθελα να βρω και δουλειά πρώτα, να είμαι σίγουρος ότι είμαι εντάξει σε όλα και μετά να προχωρήσω.

- Σε αυτή την περίπτωση δεν ακολούθησες κατευθείαν την παρέα όπως έκανες μέχρι τότε;

Όχι. Δεν ήθελα να παρασυρθώ κι επειδή βαπτίστηκαν οι φίλοι μου να βαπτιστώ κι εγώ. Και ο Κύριος πιστεύω διαπραγματεύεται με τον κάθε άνθρωπο σαν ξεχωριστή προσωπικότητα και όχι σαν μέλος μιας αγέλης ή κάτι τέτοιο. Ήθελα ότι γίνει, να ξέρω και να είμαι σίγουρος, ότι είναι από τον Κύριο. Γιατί αν δεν ήταν από τον Κύριο δεν θα κρατούσε κιόλας.

- Βαπτίστηκες το Φεβρουάριο του 2000;

Του 2000 ναι. Αφού έπιασα και δουλειά και είδα ότι στέκομαι καλά και πηγαίνω στην εκκλησία και τα έχω κόψει και όλα για αρκετούς μήνες. Μετά απο 2 χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2002 έλαβα Πνεύμα Άγιο. Άργησα λίγο γιατί δεν είχα καταλάβει πόσο ανάγκη το είχα. Έλεγα: «όποτε θέλει ο Θεός ας μου το δώσει», αλλά δεν είναι έτσι. Πρέπει ο άνθρωπος να το ζητήσει. Και πραγματικά μόλις το ζήτησα με την καρδιά μου, ο Κύριος μου το έδωσε, γιατί είναι πάντα έτοιμος να μας ευλογήσει.

- Μετά πως έβλεπες τον εαυτό σου, την ζωή σου;

Έβλεπα ότι ήμουν δίπλα στον Κύριο, «ενδεδυμένος και σοφρονών» όπως λέει το ευαγγέλιο για τον δαιμονισμένο. Ενώ πριν η ζωή μου ήταν χωρίς αρχή, χωρίς τέλος, χωρίς ουσία, ξαφνικά βρέθηκα στα λογικά μου, κατάλαβα ποιός ήταν ο προορισμός μου και προς τα που έπρεπε να πάω. Και έγινα άνθρωπος που μπορούσα να μείνω με σταθερότητα σε μια δουλειά, κάτι που ποτέ μέχρι τότε δεν κατάφερνα. Δούλεψα σε ένα κεντρικό βιβλιοπωλείο γα 7,5 χρόνια περίπου, μέχρι που έφυγα απο την Αθήνα και πήγα στον Βόλο.

- Πως βρέθηκες στον Βόλο;

Γνώρισα την αδελφή τη Βάσω, ο Κύριος μας ένωσε και αποφασίσαμε να πάμε στο Βόλο όπου ζούσε ήδη εκείνη. Πιστεύω ο Κύριος μας οδήγησε, (εκ των υστέρων αυτό βλέπουμε), παρόλο που αντιμετωπίσαμε και αρκετά προβλήματα. Υπήρξαν και περίοδοι που ήμουν άνεργος, όμως ο Θεός πάντα ερχόταν, έστω και την τελευταία στιγμή, και έδινε λύσεις στα αδιέξοδα. Ο Κύριος μας χάρισε και 3 παιδιά. Αποκτήσαμε πρίν από λίγα χρόνια τρίδυμα, με την βοήθεια του Θεού και της επιστήμης.

- Πως βλέπεις τώρα τα πράγματα;

Τα πράγματα σίγουρα δυσκολεύουν για όλους μας πάνω στον κόσμο αυτό αλλά δεν πρέπει να χάνουμε τον στόχο μας που είναι η βασιλεία των ουρανών. Άλλωστε δεν μας υποσχέθηκε ποτέ ο Κύριος μια εύκολη ζωή. Μας προειδοποίησε ότι θα έρθει η βροχή, θα έρθουν οι ποταμοί, θα έρθουν οι άνεμοι αλλά εμείς πρέπει να μείνουμε στερεωμένοι πάνω στον βράχο που είναι ο Λόγος και οι εντολές του Θεού.

- Αμήν. Και τώρα θα γνωρίσουμε την ομολογία της αδελφής Βάσως. Βάσω, απ’ ότι μας είπε πριν ο Γιώργος είσαι από τον Βόλο.

Η καταγωγή μου είναι από ένα χωριό των Γρεβενών, το Καρπερό. Εκεί γεννήθηκα το 1970 και έζησα τα πρώτα μου χρόνια αλλά αργότερα εγκατασταθήκαμε στο Βόλο όπου είχαν βρει εργασία οι γονείς μου. Μας μεγάλωσαν με πολύ αγώνα, με σκληρή δουλειά και πραγματικά ευχαριστώ τον Θεό για τους γονείς μου.

- Με το Θεό υπήρχε κάποια σχέση;

Ήμασταν μια τυπική οικογένεια ορθόδοξη, χωρίς κάποια ιδιαίτερη αναζήτηση μέχρι που το 1990 γνώρισε η μητέρα μου τον Κύριο. Άλλαξε τότε τελείως η ζωή της, βαπτίστηκε στο νερό, μετά βαπτίστηκε στο Πνεύμα το Άγιο και είχε πάρει πραγματικά φωτιά. Μας μιλούσε συνέχεια για τον Χριστό αλλά όλη αυτή η αλλαγή της κάπου με είχε τρομάξει και ήμουν αρνητική απέναντι της. Τελειώνοντας το Λύκειο έδωσα πανελλήνιες και πέρασα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα θεολογίας.

- Είχες κάποιο σχετικό ενδιαφέρον;

Όχι απλά ήθελα να μπω στο Πανεπιστήμιο. Ήταν τέταρτη σχολή στις προτιμήσεις που είχα δηλώσει, περνούσα και σε άλλες σχολές, αλλά προτίμησα να έρθω στην Αθήνα. Όμως επειδή δούλευα ταυτόχρονα, τελικά δεν την τελείωσα την σχολή, στο τρίτο έτος σταμάτησα. Εντωμεταξύ έκανα κι εγώ την ζωή της φοιτήτριας. Ξενύχτια, παρέες, διασκεδάσεις. Ήμουνα πολύ κοινωνική και είχα δημιουργήσει πολλές φιλίες, με τις οποίες ήμουν και συναισθηματικά πολύ δεμένη. Η μητέρα μου ανησυχούσε για μένα, μ’ έπαιρνε συχνά στο τηλέφωνο, μιλούσαμε και στο τέλος πάντα μου έλεγε: «Ζήτησε τον Κύριο και θα έρθει και θα σε επισκεφτεί γιατί είναι ζωντανός και αναστημένος.»

- Τα δεχόσουν αυτά τα λόγια;

Όσο πέρναγε ο καιρός άλλαζε η καρδιά μου και από κάποια στιγμή και μετά μου άρεσε να τα ακούω όλα αυτά. Τελικά ένα βράδυ πριν κοιμηθώ είπα δύο απλά λόγια. Είπα: «Θεέ μου, αν είσαι ζωντανός και αν είναι αλήθεια αυτά που μου λέει η μητέρα μου θέλω να με επισκεφτείς». Και το βράδυ αυτό έζησα ένα θαύμα. Ενώ ήμουν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου είδα τον Κύριο. Ήταν τεράστιος, απέραντος, τα πόδια Του ήταν στο κρεβάτι μου και έφθανε μέχρι τον ουρανό. Φορούσε έναν λευκό χιτώνα, είχε ένα πρόσωπο πανέμορφο, γλυκύτατο, γεμάτο αγάπη και μου είπε μια φράση: «Βασιλική, έλα στην εκκλησία μου.»

- Αυτά τα λόγια μόνο;

Ναι μόνο αυτά. Σηκώθηκα, ήμουν συγκλονισμένη και σκέφθηκα ότι προφανώς ο Κύριος θα εννοούσε την εκκλησία που πήγαινε η μητέρα μου. Πράγματι μετά από λίγες μέρες ήταν οι διακοπές των Χριστουγέννων, ήρθα στον Βόλο και πήγαμε μαζί στην Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής, όπου και βαπτίστηκα στο νερό. Ο Κύριος με ευλόγησε πολύ εκείνες τις μέρες, με επισκεπτόταν με δύναμη, έκλαιγα στις προσευχές, Τον δόξαζα, Τον υμνούσα. Μετά τις διακοπές γύρισα στην Αθήνα, πήγα κάποιες φορές στην εκκλησία την κεντρική στην Αθήνα, αλλά δεν μπόρεσα να κρατηθώ. Οι φιλίες που είχα στον κόσμο ήταν πολύ δυνατές και τελικά με τράβηξαν προς τα έξω. Αυτό κράτησε από το 1993 ως το 1998 που επέστρεψα.

- Πως ήταν αυτά τα χρόνια;

Ήταν δύσκολα. Ταλαιπωρήθηκα πάρα πολύ ψυχικά και σωματικά. Δεν χαιρόμουν τίποτε και πάντα κουβαλούσα μέσα μου την ανάμνηση από τους λίγους μήνες που έμεινα στην εκκλησία και που είχα ζήσει κάποιες πολύ όμορφες στιγμές. Τελικά ο Κύριος, άκουσε πιστεύω τις προσευχές της μητέρας μου και μέσα από ένα προσωπικό πρόβλημα «ήρθα εις εαυτόν». Ξεκαθάρισαν όλα μέσα στο μυαλό μου και πήρα απόφαση ότι αυτό που θέλω πάνω απ’ όλα στην ζωή μου είναι ν’ ακολουθήσω τον Κύριο. Πολύ γρήγορα με βάπτισε ο Κύριος με Πνεύμα Άγιο, μετά ήρθα σε επαφή με την εκκλησία στην Ηλιούπολη, και τα αδέλφια εκεί με αγκάλιασαν αμέσως με πολύ αγάπη.

- Έμενες εκεί κοντά;

Ναι έμενα σχετικά κοντά. Πέρασα μερικά πολύ ευλογημένα χρόνια σε αυτή την εκκλησία. Υπήρχε πολλή αγάπη, πολλή ενότητα, μια πολύ ωραία νεολαία και πραγματικά δεν μου έλειψε ποτέ τίποτα από αυτά που άφησα στον κόσμο. Παρόλο όμως που όλα και στην εκκλησία ήταν πολύ καλά και στη δουλειά μου που ήμουν υπεύθυνη σε ένα κατάστημα, γύρω στο 2001 μου έβαλε έντονα ο Θεός στην καρδιά να επιστρέψω στον Βόλο. Πραγματικά γύρισα και ο Κύριος ήταν μαζί μου και με ευλόγησε κι εδώ και επαγγελματικά αλλά και πνευματικά γιατί βρήκα μια πολύ ζεστή και δεμένη εκκλησία με πολλά πνευματικά χαρίσματα. Αγωνιζόμασταν όλοι μαζί με μια καρδιά, στις προσευχές για τα αιτήματα μας. Μετά από λίγα χρόνια ο Θεός ενήργησε και γνώρισα τον Γιώργο. Ο Κύριος μας ένωσε, έβαλε πολλή αγάπη στις καρδιές μας, δώσαμε λόγο και πολύ γρήγορα παντρευτήκαμε.

- Πότε παντρευτήκατε;

Παντρευτήκαμε στις 25 Αγούστου του 2007. Μετά το γάμο, το αίτημα μας και ο αγώνας μας ήταν να κάνουμε ένα παιδί μιας και ήμασταν και οι δύο, ήδη αρκετά μεγάλοι στην ηλικία. Ο Κύριος όλο αυτό το διάστημα της αναμονής, μου μιλούσε συνεχώς με ένα εδάφιο από τον Λόγο του: «Ιδού εγώ καί τα παιδία τα οποία μοί εχάρισεν ο Θεός.» Έλεγα: «Κύριε, εγώ ένα παιδί σου ζητάω, γιατί μου λες, τα παιδία;.» Τελικά ο Κύριος επέτρεψε να μείνω έγκυος σε τρίδυμα. Ο γιατρός μας είπε ότι οι πιθανότητες να ζήσουν και τα τρία παιδιά είναι ένα τοις εκατό, με την βοήθεια του Θεού όμως και με τις προσευχές μας και των αδελφών όλα πήγαν καλά. Γέννησα στις 14 Οκτωβρίου, στην 37η εβδομάδα της κύησης, τα παιδιά αν και πολύ αδύνατα ήταν υγιέστατα, ο Κύριος τα δυνάμωσε, τα μεγάλωσε, τα χαρίτωσε και τώρα τα βλέπω και δυσκολεύομαι καμιά φορά να πιστέψω το τι έγινε.

- Πόσο είναι τώρα;

Δεκαπέντε χρονών. Ευχαριστούμε πολύ τον Κύριο για όσα μας έχει χαρίσει και τελικά αυτό που θα ήθελα να πω τελειώνοντας είναι, πως δεν πρέπει ποτέ να χάνουμε την πίστη μας, γιατί μας κρατάει στα χέρια Του ένας ζωντανός και αληθινός Θεός και μας οδηγεί Εκείνος προς την βασιλεία Του.