Κώστας και Δέσποινα Γιαξή
“Και εκβαλών αυτούς έξω, είπε· Κύριοι, τι πρέπει να κάμω διά να σωθώ; Οι δε είπον· Πίστευσον εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και θέλεις σωθή, συ και ο οίκός σου.” Πράξεις ις΄ 30-31. Αυτό το μήνα, θα μας δώσουν την μαρτυρία τους για τον Χριστό, τα αδέλφια μας Κώστας και Δέσποινα Γιαξή από το Κιλκίς.
“Και εκβαλών αυτούς έξω, είπε· Κύριοι, τι πρέπει να κάμω διά να σωθώ; Οι δε είπον· Πίστευσον εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και θέλεις σωθή, συ και ο οίκός σου.” Πράξεις ις΄ 30-31. Αυτό το μήνα, θα μας δώσουν την μαρτυρία τους για τον Χριστό, τα αδέλφια μας Κώστας και Δέσποινα Γιαξή από το Κιλκίς.
Αδελφέ Κώστα, νομίζω ότι το εδάφιο: “Πίστευσον εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και θέλεις σωθή, συ και ο οίκος σου”, είναι το πιο κατάλληλο για να ξεκινήσει αυτή η ομολογία .
Ναι, νομίζω κι εγώ ότι ταιριάζει. Ευχαριστούμε τον Θεό, γιατί πίστεψε στον Χριστό και σώθηκε, όλη η οικογένεια μας. Λοιπόν αδερφέ μου, να σου πω ξεκινώντας ότι γεννήθηκα σε ένα χωριό των Σερρών που λέγεται Τράγιλος. Εκεί τελείωσα το Εξατάξιο Γυμνάσιο και όσον αφορά τα πράγματα του Θεού γνώριζα μόνο τα τυπικά της Ορθόδοξης εκκλησίας. Δηλαδή μεγαλώσαμε χωρίς να έχουμε συνειδητή πίστη προς το Θεό. Έφυγα μετά για σπουδές, πέρασα στη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης και το 1983 αφού έχω τελειώσει με την σχολή, έχω τελειώσει και με τον στρατό, δίνω εξετάσεις σε ένα διαγωνισμό του ΟΣΕ όπου προσλαμβάνομαι σαν Σταθμάρχης στα τρένα. Και με στέλνουν να δουλέψω σε ένα σιδηροδρομικό σταθμό ερημικό, στο χωριό το Χέρσο, όπου ζω και τώρα. Ο σταθμός ήταν από το χωριό στα 2 χλμ και λεγόταν Καλίνδοια.
Είναι στο Κιλκίς κοντά;
Είναι στα 20 χλμ περίπου. Παρέλειψα να σου πω, ότι από μικρός είχα δελτίο σε ποδοσφαιρικές ομάδες και όπου βρισκόμουνα, μπερδευόμουνα με το ποδόσφαιρο. Και στις Σέρρες μικρός, και όταν σπούδαζα στη Θεσσαλονίκη και στο Χέρσο που ήρθα για να δουλέψω. Και ως ένα σημείο ήταν καλό, γιατί με το ποδόσφαιρο γνώρισα φίλους και εντάχθηκα και στην τοπική κοινωνία πιο εύκολα. Στα 1988 παντρεύτηκα τη γυναίκα μου την Δέσποινα, το 1989 μας χάρισε ο Κύριος την κόρη μας τη Ζαφειρία και το 1990 δύο αγόρια δίδυμα. Τον Παναγιώτη, που έκανε τον προηγούμενο μήνα την ομολογία του και τον Φώτη. Λοιπόν, θέλω να φτάσω στο 1994, που έρχεται στο σιδηροδρομικό σταθμό ένα γεροντάκι για να ταξιδέψει, άγνωστος τελείως σε μένα. Καθώς περίμενε το τρένο, τον έβαλα μέσα στο γραφείο μου (που είχε ζέστη, για να μην κρυώνει) και μου μίλησε τότε για τον Χριστό. Για την θυσία Του, για την σωτηρία που χαρίζει στον άνθρωπο, μου είπε πράγματα που δεν τα ήξερα καθόλου. Και μετά από λίγες ημέρες ξαναήρθε και μου έφερε δώρο μια Αγία Γραφή, σε μετάφραση Νεοφύτου Βάμβα, την οποία την έχω ακόμη και μελετάω από αυτή. Της έβαλα και σφραγίδα του σταθμού: “Καλίνδοια, Σάββατο 31/12/1994”, μια ημερομηνία καθοριστική για την ζωή μου, γιατί ήτανε η αρχή του πλησιάσματος μου στον Θεό. Λίγες μέρες μετά, αρχίσαμε συμμελέτες της Αγίας Γραφής με τον άνθρωπο αυτό. Έμενε στο χωριό, στην Καλίνδοια και ονομαζόταν Χριστόφορος Χριστοφορίδης.
Χριστοφορίδης και σου έφερε τον Χριστό.
Πράγματι ήταν σημαδιακό. Ο Χριστόφορος Χριστοφορίδης, έφερε στη ζωή μου τον Χριστό. Ήτανε συνταξιούχος, μου είπε ότι το σπίτι που νοικιάζει είναι ακριβό, του βρήκα ένα άλλο σπιτάκι στη γειτονιά μου και όποτε είχα ρεπό, πήγαινα και μελετούσαμε την Αγία Γραφή με τις ώρες. Ούτε να πεινάσω, ούτε να διψάσω, δεν με ενδιέφερε τίποτα, γιατί διψούσα για τον Λόγο του Θεού.
Πήγαινε σε κάποια εκκλησία;
Όχι πουθενά. Όμως όταν του έλεγα μια απορία, μου έλεγε: “διάβασε εκεί, στην Αγία Γραφή” και ήταν ακριβώς η απάντηση που ήθελα. Αυτό κράτησε τέσσερα χρόνια. Μετά είχε ανάγκη ο άνθρωπος φροντίδα, γιατί είχε ασθένειες και τον βοήθησα να μπει στο γηροκομείο στο Κιλκίς όπου πήγαινα και τον έβλεπα. Την ίδια χρονιά, το 1999, πιάνω στο ραδιόφωνο ένα βράδυ, στα FM 105,2, τον σταθμό “Χριστιανισμός.”Από εκείνο το βράδυ, κόλλησε εκεί η βελόνα. Μου άρεσε ιδιαίτερα να ακούω ομολογίες, τις ηχογραφούσα μάλιστα σε κασέτες και μετά τις ξανάκουγα. Κάποια στιγμή άκουσα και για μια εκκλησία στην Θεσσαλονίκη και το 2001 παίρνω το αυτοκίνητο ένα βράδυ και λέω: “Αυτά που ακούω στο ραδιόφωνο είναι πολύ ωραία, θέλω όμως να δω κι από κοντά ποιοί είναι αυτοί οι άνθρωποι.” Πήγα λοιπόν στην εκκλησία, στην Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής στη Θεσσαλονίκη κι από τότε το καθιέρωσα, μια φορά το μήνα, να κατεβαίνω να ακούω ένα κήρυγμα. Φτάνουμε στο 2004, όταν από τον ΟΣΕ, μας κατέβασαν στην Αθήνα, για να εργαστούμε στον Προαστιακό σιδηρόδρομο, στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Είχα ακούσει βέβαια ότι υπάρχει κεντρική εκκλησία στην Αθήνα, βρήκα το τηλέφωνο και ήταν πολύ κοντά στο ξενοδοχείο μας. Πήγαινα λοιπόν κάθε βράδυ και εκείνο το καλοκαίρι -αν μου επιτρέπεται η έκφραση- είχα “χορτάσει” τον Χριστό. Γνώρισα και πολλά αδέλφια, που τα άκουγα στο ραδιόφωνο, και ήμουν μέσα στη χαρά πραγματικά. Παρέλειψα να πω, ότι στη Θεσσαλονίκη είχα μάθει ότι υπάρχει εκκλησία και στο Κιλκίς και γυρίζοντας από Αθήνα ξεκίνησα να πηγαίνω κι εκεί. Μια Τετάρτη λοιπόν είχε έρθει ο αδελφός ο Αλέκος ο Καραγιάννης να κηρύξει, μετά γνωριστήκαμε και μου λέει: “Εσύ αδελφέ βαπτίστηκες στο νερό;” Εγώ νόμιζα ότι κάπως πρέπει να με παρακινήσει ο Κύριος για να το κάνω, μου λέει όμως ο αδελφός: “Γιατί να σε παρακινήσει ο Κύριος; ο Λόγος του Θεού δεν λέει ξεκάθαρα, ότι πρέπει να βαπτιστείς;” Αυτή την κουβέντα την κράτησα μέσα μου και λίγο καιρό μετά, στις 30 Δεκεμβρίου 2004, βαπτίζομαι στο νερό, στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Είχαν έρθει και αδέλφια από το Κιλκίς κι έγινε χαρά μεγάλη.
Ακριβώς δέκα χρόνια μετά που πήρες στα χέρια σου την Αγία Γραφή;
Ακριβώς δέκα χρόνια. Δες μια σειρά που υπάρχει. Το 1984 ήρθα στο σταθμό στη Καλίνδοια. Το 1994, στις 31 Δεκεμβρίου, μου έδωσε την Αγία Γραφή ο Χριστόφορος Χριστοφορίδης. Και το 2004 στις 30 Δεκεμβρίου βαπτίζομαι στο νερό και αρχίζει από εκεί και πέρα ένας αγώνας να είμαι με τα πράγματα του Θεού. Με τραβούσε όμως πολύ το ποδόσφαιρο. Κι εγώ έπαιζα σε μια ομάδα, αλλά και τα παιδιά τα είχα βάλει στην ακαδημία ποδοσφαίρου κι έτρεχα μετά στα διάφορα τουρνουά, να τα πηγαίνω και να τα φέρνω. Και ειδικά ο ένας, ο Παναγιώτης, αγάπησε το ποδόσφαιρο πάρα πολύ, έγινε επαγγελματίας και ήμουν πάντα από δίπλα του. Να πάμε να τον δοκιμάσουν προπονητές, να τον δοκιμάσουν ομάδες... Ήθελε να αγωνιστεί στο ανώτερο επίπεδο κι έφθασε στο σημείο να μου πει: “Αν δεν καταφέρω να παίξω ποδόσφαιρο όπως ονειρεύομαι, δεν θέλω να ζω.” Όταν το άκουσα αυτό πάγωσα. Αισθάνθηκα συνυπεύθυνος και λέω: “Κύριε, τι κάναμε, που φτάσαμε; Μόνο Εσύ τώρα, αν έρθεις στην οικογένεια μας, μπορείς να αλλάξεις τα πράγματα.” Το 2006 σταμάτησα να παίζω στην ομάδα του χωριού, μου πρότειναν να γίνω προπονητής, όμως είπα: “τέλος, δεν ασχολούμαι.” Μετά παραιτήθηκα κι από την ομάδα παλαιμάχων του Κιλκίς και το 2011 σταμάτησα και από την ομάδα του ΟΣΕ. Και φτάνουμε 13 Ιουνίου 2011 ημέρα Δευτέρα, ημέρα του Αγίου Πνεύματος και βρίσκομαι στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Εκείνο το βράδυ μου χάρισε το Πνεύμα το Άγιο ο Κύριος με πολλή δύναμη, μίλησα σε γλώσσες και το χάρηκα πάρα πολύ πραγματικά. Όταν μετά τηλεφώνησα στη γυναίκα μου και της είπα ότι ο Κύριος με βάπτισε στο Άγιο Πνεύμα εκείνη μου είπε: “Χθές βράδυ, πρώτη φορά στην προσευχή μου, είπα: “Κύριε, βάπτισε στο Πνεύμα το Άγιο τον Κώστα που στο ζητάει.” Έτσι ο Κύριος, έδωσε και σε εκείνη βεβαίωση, ότι ακούει τις προσευχές μας και απαντάει. Να σου πω αδερφέ μου, ότι εκείνη την εποχή, ζούσα μαζί με τα παιδιά μου στην Θεσσαλονίκη.
Είχες πάρει μετάθεση;
Ναι, από το 2004 είχε κλείσει ο σταθμός στην Καλίνδοια, γιατί είχε ξεκινήσει στον ΟΣΕ το σύστημα της τηλεδιοίκησης και δούλευα πλέον στη Θεσσαλονίκη. Πηγαινοερχόμουν πέντε χρόνια, Θεσσαλονίκη-Χέρσο, μέχρι που το 2009 τα παιδιά πέρασαν σε διάφορες πόλεις στις Πανελλήνιες εξετάσεις, κάναμε μεταγραφή και ήρθαν όλα Θεσσαλονίκη. Μάλιστα το μέτρο αυτό των μετεγγραφών ίσχυσε για τελευταία φορά εκείνη την χρονιά. Και μας βοήθησε ο Θεός, πιάσαμε ένα σπίτι μαζί με τα παιδιά, να τα έχω κοντά μου και να τα βλέπω. Η γυναίκα μου δούλευε σε μια τράπεζα στο Χέρσο και ερχόταν κοντά μας τα Σαββατοκύριακα. Ήτανε η περίοδος αδερφέ μου, που προσευχόμουν πολύ για τα παιδιά, γιατί ειδικά ο ένας, ο Φώτης, ήταν μπλεγμένος με παρέες και ξενυχτούσε. Τους μιλούσα για τον Χριστό, τους έλεγα: “ελάτε στην εκκλησία” αλλά δεν έβρισκα ανταπόκριση. Η κόρη έδειχνε ίσως λίγο μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Κυριακή 25 Μαρτίου 2012 έχει πάει ο Φώτης εκδρομή στη Βουλγαρία, σε ένα χιονοδρομικό κέντρο και με παίρνει τηλέφωνο η γυναίκα μου ότι έπαθε ένα ατύχημα κι έχει μπλέξει με την αστυνομία. Και μου λέει : “στην εκκλησία έχετε ένα δικηγόρο, ας τον συμβουλευτούμε, να μας πει τι θα κάνουμε”. Πήρα τηλέφωνο πραγματικά, μου είπε ο αδελφός τι να κάνουμε και τελικά τον άφησαν τον Φώτη κι έφυγε. Εκεί στη Βουλγαρία, του ζητούσαν χρήματα για ένα φωτιστικό που κατά λάθος έσπασε, εκνευρίστηκε ο γιός μου και λέει: “εγώ τραυματίστηκα και εσείς μου ζητάτε χρήματα;” Ευτυχώς δεν είχε πάθει κάτι σοβαρό και όταν γύρισε στη Θεσσαλονίκη, μου λέει: “αύριο θα πάμε στην εκκλησία, να βρούμε τον δικηγόρο, γιατί θέλω να διεκδικήσω αποζημίωση.” Δηλαδή, εκεί που τόσο καιρό μιλούσα στα παιδιά -και ιδιαίτερα σε αυτόν το γιό που ξενυχτούσε- να έρθει στην εκκλησία, τα έφερε έτσι ο Θεός που μετά ήθελε από μόνος του να έρθει. Και βρεθήκαμε την επόμενη μέρα στην εκκλησία και καθώς άκουγε το κήρυγμα του ευαγγελίου, ο Κύριος άγγιξε την καρδιά του κι άρχισε να κλαίει. Ο Φώτης δεν άργησε, σε λιγότερο από ένα μήνα βαπτίστηκε στο νερό στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Τα έχω όλα σημειωμένα, 18 Απριλίου, ημέρα Τετάρτη. Γίναμε τώρα δύο στον Χριστό μέσα στην οικογένεια. Μετά, η κόρη μου η Ζαφειρία -η οποία ήταν μέσα της έτοιμη να πιστέψει από καιρό- στις 25 Μαίου, μετά από ένα μήνα περίπου, βαπτίστηκε στο νερό.
Τρείς πλέον οι πιστοί.
Ναι γίναμε περισσότεροι. Ήταν όμως, ακριβώς όπως είπε ο Κύριος στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο: “Διότι από του νυν θέλουσιν είσθαι πέντε εν οίκω ενί διακεχωρισμένοι, οι τρεις κατά των δύο και οι δύο κατά των τριών.” (ιβ΄52) Και το 2013 ήρθε η ώρα να πιστέψουν και οι υπόλοιποι στην οικογένεια. Μεγάλη Παρασκευή, 3 Μαϊου, βαπτίζεται στο νερό ο Παναγιώτης και η γυναίκα μου ήταν πλέον μόνη της. Είχε κι εκείνη βέβαια μέσα της την επιθυμία να ακολουθήσει, ζητούσε όμως να της δείξει πρώτα κάτι ο Θεός και δεν ξέρω αν θέλεις, καλύτερα να μας πει η ίδια τα γεγονότα.
Βέβαια, ευχαρίστως. Αδελφή Δέσποινα σε ακούμε.
Ναι αδελφέ μου, θα σου πω κάποια λίγα πράγματα, δεν έχω πολλά να σου πω.
Ότι θέλεις, κανένα πρόβλημα.
Λοιπόν κι εγώ κατά κόσμον ήμουν όπως όλοι οι τυπικοί χριστιανοί. Πήγαινα στην Ορθόδοξη εκκλησία μόνο Χριστούγεννα, Πάσχα και σε καμιά γιορτή. Να πω καταρχάς ότι γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ στο Χέρσο. Δεν έφυγα καθόλου, εδώ παντρεύτηκα, έκανα τα παιδάκια μου και την οικογένεια μου. Όταν έκανα τα παιδιά και μετά, πήγαινα πιο συχνά στην εκκλησία, γιατί ήθελα να κοινωνάνε, να παίρνουν Σώμα και Αίμα Χριστού. Πίστευα ότι θα τους κάνει καλό, ότι θα τους ωφελήσει. Πάντα όμως, όταν φεύγαμε από την λειτουργία, ένιωθα πολύ άσχημα γιατί δεν μου άρεσε καθόλου ο τρόπος που γινότανε η μετάληψη. Με το κουταλάκι, από στόμα σε στόμα.
Δεν είναι και σύμφωνος με την Αγία Γραφή. Οι απόστολοι, έλαβαν πρώτα τον άρτο και μετά τον οίνο και όχι όλα μαζί.
Ακριβώς. Μου έδινε βάρος λοιπόν αυτό το πράγμα, με έκανε κι ένιωθα άσχημα και σιγά-σιγά αραίωσα να πηγαίνω, μέχρι που κάποια στιγμή σταμάτησα τελείως. Γινόταν τότε Κατηχητικό εδώ στο χωριό, με έναν ιερέα. Εγώ είχα τα δικά μου “πιστεύω,” εφόσον ήδη διάβαζα την Καινή Διαθήκη, αλλά αυτό δεν με εμπόδιζε να πηγαίνω στο Κατηχητικό για να μου λύσει κάποιες απορίες.
Είχε πιστέψει τότε ο αδελφός ο Κώστας;
Ναι, ο Κώστας είχε πιστέψει, είχε βαπτιστεί, αλλά εγώ ήθελα να ερευνήσω αν η εκκλησία που πήγε είναι σωστή, γιατί ήθελα να είμαι σίγουρη εκατό τοις εκατό. Και στο Κατηχητικό λοιπόν αυτό, έγινε κουβέντα κάποια στιγμή για το θέμα της Θείας Κοινωνίας και είπα στον ιερέα ότι δεν θέλω να παίρνω Κοινωνία, γιατί δεν μου αρέσει ο τρόπος που γίνεται, με το κουταλάκι. Δεν με ικανοποίησε η απάντηση που μου έδωσε. Ένα άλλο θέμα που είχα αντίρρηση, ήταν το θέμα της εξομολόγησης. Πλησίαζε το Πάσχα και μας ρώτησε ο ιερέας αν έχουμε εξομολογηθεί. Του είπα ότι μέσα στη Καινή Διαθήκη λέει ότι μπορούμε να εξομολογηθούμε απευθείας στον Κύριο τις αμαρτίες μας κι Εκείνος να μας συγχωρήσει. Κι εκεί δεν συμφωνήσαμε. Τελικά σταμάτησα να πηγαίνω στο Κατηχητικό, γιατί αντί να διαβάζουμε τον Λόγο του Θεού, συζητούσαν τι χρώμα ύφασμα να βάλουμε στην αγία τράπεζα, τι πρέπει να τρώμε και να μην τρώμε όταν νηστεύουμε και πράγματα ανούσια. Συνέχισα την μελέτη μόνη μου κι άρχισε να μπαίνει τώρα στο νου μου η σκέψη να βαπτιστώ, αν και πάλι δυσκολευόμουν λίγο. Γιατί έλεγα ότι: “αφού βαπτίστηκα, γιατί να ξαναβαπτιστώ;” Είχα μάθει στο σχολείο ότι το βάπτισμα είναι: “μυστήριο, μη επαναλαμβανόμενο.”
Πράγματι, αρκεί να γίνεται συνειδητά, αφού πιστέψει ο άνθρωπος. Είχες πάει ποτέ στην εκκλησία που πήγαινε ο αδελφός Κώστας;
Πήγαινα και συμφωνούσα με τα περισσότερα. Ζορίστηκα λίγο με την ένδυση, δεν ήθελα να βγάλω τα παντελόνια. Κι έλεγα του Κώστα: “δείξε μου που γράφει, ότι οι γυναίκες δεν κάνει να φοράνε παντελόνια.” Και μου έδειξε τελικά ο Κώστας ένα εδάφιο, που λέει ότι η γυναίκα δεν μπορεί να φοράει το ένδυμα του ανδρός και το αντίθετο, και τότε το δέχτηκα. Ότι έβλεπα γραμμένο μέσα στον Λόγο του Θεού το πίστευα, το πιο δύσκολο όμως ήταν το θέμα της βάπτισης. Όταν πίστεψαν και τα παιδιά, με παρακινούσαν να βαπτιστώ, μου έλεγαν: “όλοι βαπτιστήκαμε, κάντο κι εσύ μαμά” όμως τους έλεγα ότι: “δεν με επηρεάζει τι κάνατε εσείς, εγώ αν δεν πειστώ προσωπικά δεν μπορώ να το κάνω”. Ήταν θυμάμαι Δεκέμβριος, είχα άδεια από την δουλειά 15 μέρες και είχα πάει κι έμενα Θεσσαλονίκη με την υπόλοιπη οικογένεια. Σχεδόν καθημερινά πηγαίναμε στην εκκλησία κι επειδή με απασχολούσε πολύ το θέμα της βάπτισης, ένα βράδυ στην προσευχή είπα: “ Κύριε, να κάνω αυτό που σκέφτομαι και να βαπτιστώ;” Από μέσα μου, στο μυαλό μου τα έλεγα αυτά, όμως σηκώνεται εκείνη την ώρα μια προφητεία και μου λέει ο Κύριος: “θυγατέρα μου, να κάνεις αυτό που σκέφτεσαι...” Μου απάντησε ακριβώς με τα λόγια τα δικά μου. Και συνέχισε: “...κι εγώ θα γράψω το όνομα σου στο βιβλίο της ζωής, όπως του άντρα σου και των παιδιών σου.” Εκεί πείστηκα πλέον, σιγουρεύτηκα και την επόμενη μέρα βαπτίστηκα στο νερό. Ακόμα μια εμπειρία που είχα με τον Κύριο, ήταν λίγο πριν από αυτό το περιστατικό. Άκουγα το κήρυγμα στην εκκλησία κι ο αδελφός έλεγε: “τώρα είναι ανάμεσα μας ο Κύριος.” Και λέω μέσα μου: “ αν είναι αλήθεια αυτό, και όχι μόνο λόγια, δώσε μου Κύριε ένα σημείο ότι είσαι ανάμεσα μας.” Εκείνη την ώρα νιώθω ένα δάχτυλο να με πιέζει στο αριστερό μου μπράτσο. Γύρισα αμέσως να δω ποιός με ακούμπησε, αλλά δεν ήταν κανένας δίπλα μου. Κάπως έτσι πήρα την απόφαση να ακολουθήσω κι εγώ τον Χριστό και όπως είχε πει τότε ο γιός μου ο Παναγιώτης: “έπεσε και το τελευταίο φρούριο.” Αυτά από μένα αδελφέ μου, να συνεχίσει τώρα ο Κώστας από εκεί που είχατε μείνει.
Αμήν. Σε ευχαριστούμε αδελφή Δέσποινα για την συμμετοχή σου και συνεχίζουμε με τον αδελφό Κώστα.
Ναι αδελφέ μου. Ευχαριστούμε τον Κύριο για την σωτηρία που έκανε σε όλη την οικογένεια μας. Το 2017 βγήκα στη σύνταξη κι επέστρεψα στο Χέρσο, στο Κιλκίς. Ξεκίνησα να πηγαίνω εδώ στη συνάθροιση και θυμάμαι, από την πρώτη κιόλας μέρα που πήγα, μου ζήτησαν τα αδέλφια να φέρω τον Λόγο του Θεού. Κατάλαβα αμέσως ότι υπήρχαν πολλές ανάγκες και ότι πρέπει κι εγώ να βοηθήσω. Μετά από λίγο, μου πρότειναν οι αδελφοί από την Θεσσαλονίκη (που είχαν την επιμέλεια του έργου στο Κιλκίς) να γίνω διάκονος στην εκκλησία. Δέχτηκα, τους είπα όμως να ρωτήσουν και την γυναίκα μου, δέχτηκε κι εκείνη και το 2018 τον Δεκέμβριο, χειροτονούμαι διάκονος. Το 2019 χειροτονούμαι και ως πρεσβύτερος και το 2020 με αφιέρωσαν τα αδέλφια, σαν υπεύθυνο της εκκλησίας του Κιλκίς. Και συνεχίζουμε τώρα τον αγώνα αυτό, μοιράζουμε εφημερίδες, ομολογούμε τον Χριστό και περιμένουμε τον Κύριο να ενεργήσει και να κάνει στην περιοχή μας μεγάλη σωτηρία. Και ξέρουμε πλέον ποιός αγώνας αποδίδει και πως κερδίζονται οι ψυχές: Προσευχή, τίποτε άλλο. Ότι κερδίσαμε ως τώρα, με προσευχή το κερδίσαμε, οπότε συνεχίζουμε με τον ίδιο τρόπο. Στο ποδόσφαιρο κάποτε λέγαμε: “ομάδα που κερδίζει, δεν αλλάζει.” Και κλείνοντας αδελφέ μου, η προτροπή μας για αυτούς που δεν έχουν γνωρίσει ακόμα τον Χριστό είναι: “πλησιάστε τον Κύριο.” Πάρτε στα χέρια σας το Βιβλίο του Θεού, την Αγία Γραφή κι εκεί θα μάθετε την αλήθεια. Και όπως λέει ο Λόγος του Θεού: “η αλήθεια θα σας ελευθερώσει.” Θα ξεφύγετε τότε από τα ανθρώπινα “νομίζω”, και θα βρεθείτε στα “πιστεύω” του Κυρίου.