Skip to main content
play button christianity Ακούστε  |  48kbps  |  96kbps  |
on air christianity
Χωρίς πληροφορίες...

spanish flag      greek flag


Παναγιώτης Κρητικός

Μακάριοι είσθε, όταν σας ονειδίσωσι και διώξωσι και είπωσιν εναντίον σας πάντα κακόν λόγον ψευδόμενοι ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε, διότι ο μισθός σας είναι πολύς εν τοις ουρανοίς· επειδή ούτως εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών.” Κατά Ματθαίον ε΄11-12.

Αυτό το μήνα, θα μας δώσει την μαρτυρία του για τον Χριστό, ο αδελφός μας Παναγιώτης Κρητικός από την εκκλησία της Ρόδου.

Μακάριοι είσθε, όταν σας ονειδίσωσι και διώξωσι και είπωσιν εναντίον σας πάντα κακόν λόγον ψευδόμενοι ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε, διότι ο μισθός σας είναι πολύς εν τοις ουρανοίς· επειδή ούτως εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών.” Κατά Ματθαίον ε΄11-12.

Αυτό το μήνα, θα μας δώσει την μαρτυρία του για τον Χριστό, ο αδελφός μας Παναγιώτης Κρητικός από την εκκλησία της Ρόδου.

Αδελφέ Παναγιώτη, να πούμε καταρχάς ότι είσαι γνωστός στους περισσότερους σαν “Τότης.”

Ναι, η ταυτότητα λέει: “Παναγιώτης Κρητικός” αλλά η γυναίκα μου το άλλαξε σε “Τότης,” όλοι οι αδελφοί μετά με φωνάζανε “Τότη,” οπότε έχει καθιερωθεί πλέον. Να ξεκινήσω λέγοντας ότι γεννήθηκα εδώ στη Ρόδο το 1962. Η καταγωγή μου είναι από ένα χωριό που λέγεται Σορωνή και ήμασταν μια πενταμελής οικογένεια, έχω δύο αδελφές μικρότερες. Τα παιδικά μας χρόνια ήταν αγνά και φτωχικά μπορώ να πω,  αν και δεν στερηθήκαμε ποτέ το φαγητό. Αργότερα βέβαια άρχισε ο τουρισμός στο νησί και άλλαξαν πολύ τα πράγματα. Θυμάμαι τους πρώτους τουρίστες να έρχονται με τα αυτοκίνητα και να τους κυνηγάμε εμείς τα πιτσιρίκια, με τα κοντά παντελονάκια, για να μας δώσουν τα δώρα τους. Στο χωριό, με το σχολείο, μας πήγαιναν τότε υποχρεωτικά κάθε Κυριακή στην εκκλησία και κοινωνούσαμε κιόλας. Κάτι που σταμάτησε όμως αργότερα. Αυτή ήταν η σχέση μας με τον Θεό και τα τυπικά που κάναμε κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα. Γενικά πάντως με τα πράγματα του Θεού εγώ δεν είχα ποτέ κάποια ιδιαίτερη αναζήτηση. Προσευχή θυμάμαι να έκανα μόνο όταν ήταν η μητέρα μου άρρωστη και ζητούσα να γίνει καλά. Και δυστυχώς, οι περισσότεροι άνθρωποι πάνε στον Θεό μόνο όταν έχουν κάποια ανάγκη, σαν τον ζητιάνο, ενώ ο Κύριος θέλει να Τον γνωρίσουμε και να γίνουμε παιδιά Του.

Ούτε η οικογένεια σου είχε κάποια ιδιαίτερη σχέση;

Όχι, γιατί οι γονείς μου ήταν άνθρωποι πολύ της δουλειάς. Στα κτήματα δούλευε ο πατέρας μου, στα χωματουργικά έργα και είχαμε κι ένα χοιροστάσιο. Κι εγώ δούλευα από πολύ μικρός και είχα στερηθεί σαν παιδί το παιχνίδι και κάποια άλλα πράγματα. Πηγαίνανε τα άλλα παιδιά εκδρομές, εμείς έπρεπε να πάμε στα κτήματα και στα ζώα. Ποδήλατο δεν είχα ποτέ στη ζωή μου, αλλά όταν ήμουν 14 χρονών έγινε το εξής. Είχε κάνει κάποιες εργασίες ο πατέρας μου σε ένα ξενοδοχείο κι επειδή δεν είχαν τότε λεφτά να τον πληρώσουν του έδωσαν ένα μαγαζί με ποδήλατα. Και βρέθηκα ξαφνικά με 20 ποδήλατα και πανηγύριζα. Από τότε, από 14 χρονών, δουλεύω σε αυτό το μαγαζί, στο οποίο νοικιάζουμε τώρα μηχανάκια και αυτοκίνητα. Λίγο πιο μικρός -αλλάζω θέμα- μου είχε πει η μάνα μου, πως μια τσιγγάνα, της είχε μαντέψει κάποτε, ότι θα κάνει τρία παιδιά και το μεγαλύτερο θα πεθάνει. Ο Διάβολος το δούλεψε αυτό μέσα μου και κάποια στιγμή στο χωριό, έπαθε καρκίνο ένα νέο παιδί. Χτύπησε πάνω στη μπάλα, πήγε να βγάλει μια ακτίνα και του είπαν ότι έχει καρκίνο. Μπήκε τότε μέσα μου ο φόβος του θανάτου. Άκουγα την καμπάνα να χτυπάει πένθιμα και με πονούσε το πόδι. Αν έβλεπα νεκροφόρα στον δρόμο, πάλι με πονούσε το πόδι. Μιλάμε για υπαρκτό πόνο, δεν ήταν ιδέα μου. Αλλά ευχαριστώ τον Θεό, όταν ήρθε η ώρα και αναγεννήθηκα, αυτός ο πόνος κι αυτός ο φόβος έφυγαν τελείως γιατί όπως λέει  ο Λόγος του Θεού: “Η τελεία αγάπη έξω διώκει τον φόβο.” Με ελευθέρωσε κι από πολλά άλλα ο Κύριος όπως από πονοκέφαλους, ημικρανίες. Κάτι που ήταν τόσο έντονο που πήγαινα και με ξεματιάζανε. Μέχρι που έμαθα και το έκανα μόνος μου.

Να πούμε ότι το ξεμάτιασμα δεν είναι κάτι που λέει ο Λόγος του Θεού.

Πράγματι, γιατί έφευγε τότε για λίγο διάστημα ο πονοκέφαλος, η κακή διάθεση, μετά όμως πάλι επανερχότανε. Ενώ “όποιον ελευθερώσει ο Κύριος, είναι πραγματικά ελεύθερος”. Πηγαίνοντας φαντάρος, ο φόβος του θανάτου ήταν πάντα μέσα μου. Ήμουν οδηγός Μηχανικού στα Χανιά της Κρήτης κι όπως οδηγούσα σε κάτι βουνά, σε κάτι γκρεμούς, έλεγα πως τώρα θα φύγω κάτω και θα βγούνε αληθινά τα λόγια της τσιγγάνας. Ο Θεός όμως ήταν μαζί μου και με φύλαξε. Απολύθηκα μετά, γύρισα στη δουλειά και τότε γνώρισα την γυναίκα μου την Σταυρούλα. Η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη σωτηρία της ψυχής μου. Γιατί ήταν από μικρή στο κατηχητικό κι από ότι μου έχει πει, αναγεννήθηκε από όταν ήταν ακόμα στην εκκλησία την Ορθόδοξη. Όταν την γνώρισα, αμέσως κατάλαβα ότι ήταν κάτι διαφορετικό κι ότι ξεχώριζε από όλες τις άλλες κοπέλες. Παντρευτήκαμε γρήγορα, όμως υπάρχει  κι ένας εχθρός, ο Διάβολος, που δεν θέλει την ευτυχία του ανθρώπου. Και είναι αυτός που διαλύει τα ζευγάρια σε αυτούς τους έσχατους καιρούς που ζούμε. Υπήρχαν προβλήματα λοιπόν μεταξύ μας κι έτσι δεν κάναμε και παιδιά στην αρχή για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Μέχρι που έγινε κάτι πολύ σημαντικό στη ζωή μας, όταν πήγαμε ένα ταξίδι στη Πάτμο. Ήμασταν ένα πρωί στο σπήλαιο της Αποκάλυψης κι εκεί έκανα μια προσευχή και ζήτησα από τον Άγιο Ιωάννη να αναλάβει τον γάμο μου. Κι άλλες φορές μπορεί να είχα ζητήσει, αλλά εκείνη την στιγμή έγινε κάτι τελείως διαφορετικό. Άλλαξε ξαφνικά η ψυχολογία μας, άλλαξε η σκέψη μας, άλλαξαν τα πάντα και νιώθαμε και οι δύο τόσο όμορφα που είπαμε ότι πρέπει να μείνουμε για πάντα στη Πάτμο. Κοιτάξαμε τότε λοιπόν για σπίτι, δεν βρήκαμε όμως και είπαμε -σαν τάμα- ότι θα πηγαίνουμε κάθε Πάσχα στη Πάτμο. Αυτή βέβαια ήταν μια ενέργεια από τον Θεό, άσχετα αν εγώ ζήτησα τότε από τον Άγιο Ιωάννη.

Κάνει χάρη ο Θεός μέσα στην άγνοια του ανθρώπου.

Ναι, καθώς εγώ δεν γνώριζα τότε τον Λόγο του Θεού, είδε ο Κύριος την καρδιά μου που ζητούσε με ειλικρίνεια, έκανε χάρη και απάντησε. Γυρίσαμε λοιπόν στη Ρόδο και μένει η γυναίκα μου έγκυος στο πρώτο μας παιδί. (Ευχαριστούμε τον Θεό, τώρα έχουμε τρία παιδιά και περιμένουμε και το δεύτερο εγγόνι.) Έρχεται μετά το Πάσχα, η ώρα του τάματος και παίρνω ένα βεσπάκι που είχα στη δουλειά, καθίζει και η γυναίκα μου επάνω και πάμε στη Πάτμο. Εντωμεταξύ, αυτός ο χρόνος που είχε περάσει ήταν κάτι μοναδικό στη ζωή μου, ήταν κάτι σαν κι αυτό που έζησα όταν αναγεννήθηκα. Με το που φθάσαμε όμως στη Πάτμο κι άνοιξε η πόρτα από το καράβι, έφυγε κατευθείαν από μέσα μου αυτή η ευλογία. Το ίδιο ένιωσε και η γυναίκα μου κι άρχισε να μου λέει μήπως κάναμε λάθος και πήγαμε σε άλλο νησί. Καθίσαμε εκεί μια εβδομάδα και χωρίς να θέλω να κατηγορήσω ανθρώπους, δεν υπήρχε μέρα που να μην δω πράγματα, όχι απλώς σκανδαλιστικά, αλλά πραγματικά “αισχρόν εστί και λέγειν.” Ακόμα και την στιγμή που ακουγότανε το: “Χριστός Ανέστη.”  Κατέρρευσαν τότε μέσα μου τα πάντα και δεν υπήρχε περίπτωση να ξανασχοληθώ με αυτά τα πράγματα και να ξανακάνω αυτό το τάμα. Ήταν σαν να μου έλεγε ο Θεός: “Μην με ψάχνεις εδώ, κάπου αλλού Είμαι.” Γυρίσαμε στη Ρόδο, πέρασαν κάποιοι μήνες και μια μέρα έρχεται η γυναίκα μου και μου λέει: “Η αδελφή μου πάει σε μια άλλη εκκλησία και φοβάμαι μην μπλέξει. Έλα εσύ, που είσαι έξυπνος, να δεις τι γίνεται εκεί μέσα.” Εγώ βέβαια δεν ήμουν έξυπνος αλλά ήμουν πολύ πονηρός. Μιλούσα μαζί σου κι άκουγα ταυτόχρονα γύρω-γύρω τα πάντα. Κάτι που δεν μου συμβαίνει τώρα κι ευχαριστώ τον Θεό. Λέω: “Εντάξει, έρχομαι.” Περίμενα να δω μια εκκλησία με κανένα καμπαναριό αλλά ήταν μια απλή αίθουσα, η πρώτη αίθουσα της Ελευθέρας Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής στη Ρόδο, στην οδό Καζαντζάκη.

Για ποιά εποχή μιλάμε;

Ήταν το 1993. Μπήκαμε μέσα κι έκανε μάθημα από την Αποκάλυψη, ο αδελφός που ήταν υπεύθυνος τότε, ο αδελφός Μιχάλης. Τελείωσε, βγήκαμε έξω και περίμεναν η γυναίκα μου και η αδελφή της να τους πω τη γνώμη μου. Και τους λέω: “Αν όντως υπάρχει  ο Χριστός, τότε αυτοί οι άνθρωποι είναι καλύτεροι από κάθε τι άλλο. Αν όχι, όσο ψεύτες είναι οι άλλοι, το ίδιο είναι κι αυτοί.” Ξαναπήγαμε όμως, αρχίσαμε να συζητάμε με τον αδελφό και μας σύστηνε πάντα το Ευαγγέλιο. Μας έλεγε: “Ότι είναι γραμμένο στη Καινή Διαθήκη αυτό είναι αληθινό, τίποτε άλλο.” Κι ευχαριστώ τον Θεό, γιατί αν και ποτέ δεν ήμουνα καλός μαθητής -πάντα της βάσης ήμουνα- ερχόταν ο Θεός, καθώς διάβαζα και μου αποκάλυπτε τον Λόγο Του. Με αποτέλεσμα, να μπαίνει ο Λόγος μέσα στη καρδιά μου και να αρχίσει να αλλάζει η ζωή μου. Έφυγε το άγχος, έφυγαν οι ημικρανίες, έφυγε το τσιγάρο... Με ελευθέρωνε ο Θεός από όλα και πραγματικά πετούσα. Εκείνες τις μέρες, ταυτόχρονα με τη δουλειά μου, επειδή ο πατέρας μου είχε ένα φορτωτή, καθαρίζαμε ένα άλσος, το άλσος του Αγίου Σουλά (Σίλα). Μάλιστα λέει η παράδοση, ότι ο Απόστολος Παύλος με τον Σίλα θεράπευαν εκεί τους ασθενείς.

Είναι γραμμένο στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι πήγε στη Ρόδο ο Παύλος.

Ναι, αλλά σε ποιό ακριβώς μέρος της Ρόδου πήγε, το διεκδικούνε πολλοί. Δούλευα λοιπόν εκείνη τη μέρα στο άλσος και ήμουνα μέσα στη τρελή χαρά. Ανέβαινα με τον φορτωτή στις πλαγιές κι έλεγα ότι και να τουμπάρω και να σκοτωθώ δεν με νοιάζει καθόλου, είμαι σωσμένος. Καθίσαμε μετά να φάμε με τους άλλους εργάτες (ήταν κάποια παιδιά από το χωριό) κι αρχίσανε αυτοί, αμέσως να με κοροϊδεύουν και να με πειράζουνε. Μου λέγανε: “Εκεί που πας δεν σε αφήνουνε ούτε να καπνίσεις, στο απαγορεύουνε;” Και μέσα μου είπα: “Κάπνισε ένα τσιγάρο τώρα, για να μην έχουν να λένε και μετά δεν ξανακαπνίζεις.” Τι ήτανε να καπνίσω το τσιγάρο, ένιωσα αμέσως πολύ άσχημα. Πάμε μετά λίγο πιο κάτω στο άλσος και σαν συστημένο από τον Διάβολο, βρίσκεται μπροστά μας ένα άσεμνο περιοδικό. Αμέσως το πήρανε, με κυνηγούσανε και μου το κολλούσανε πάνω στο πρόσωπο για να το κοιτάξω. Για να μην στα πολυλέω, εκείνη τη μέρα ξαναήρθε μέσα μου το άγχος, ξαναήρθε ο πονοκέφαλος, ξαναήρθε ο φόβος και είπα στον εαυτό μου: “Αλήθεια είναι ο Χριστός, σωστή είναι η εκκλησία, αλλά δεν είναι για σένα. Μην ξαναπάς.” Και πήρα απόφαση να μην ξαναπάω. Στο διάστημα όμως αυτό, του ενός μήνα, που πηγαίναμε στην εκκλησία, μιλούσαμε και στον μπατζανάκη μου τον Χρήστο. Αλλά ο Χρήστος δεν δεχότανε κι έλεγε το γνωστό που λένε στην θρησκεία: “Όπως τα βρήκαμε.”

Να πούμε ότι ο αδελφός ο Χρήστος είναι ο υπεύθυνος σήμερα στην εκκλησία της Ρόδου.

Ναι, ευχαριστούμε τον Θεό. Εκείνη την ημέρα λοιπόν που πήρα απόφαση να μην ξαναπάω, γίνεται το εξής θαυμαστό. Χτυπάει την πόρτα ο Χρήστος και μου λέει: “Παναγιώτη, θέλω να έρθω κι εγώ σήμερα να δω την εκκλησία.” Δεν το πίστευα. Πονηρός όμως όπως ήμουνα σκέφτηκα: “Αν πιστέψει αυτός, θα πηγαίνει μετά εκεί και την γυναίκα μου κι εγώ θα κάθομαι στο μαγαζί.” Πήγα λοιπόν εκείνο το βράδυ μόνο και μόνο για να πιστέψει ο Χρήστος. Μέχρι τότε, πήγαινα πάντα μετά τις 8 κι άκουγα το κήρυγμα. Δεν ήξερα ότι πριν η εκκλησία γονάτιζε, προσευχότανε, πληρωνότανε με Πνεύμα Άγιο. Δεν μου τα είχε πει κανείς αυτά τα πράγματα γιατί μάλλον περίμεναν οι αδελφοί να στερεωθώ πρώτα. Εκείνη την μέρα όμως, πήγαμε λίγο πιο νωρίς και ανοίγοντας την πόρτα και βλέποντας να είναι όλοι γονατισμένοι, ντράπηκα και είπα: “Άνοιξε γη για να με καταπιείς.” Σκέφτηκα ότι και ο Χρήστος θα αρχίσει να με κοροϊδεύει και να μου λέει: “Τι είναι αυτά; Τι κάνετε εδώ μέσα;” Το αντίθετο έγινε όμως, του άρεσε αυτό που είδε. Γονατίσαμε λοιπόν και μετά από λίγο άνοιξε η καρδιά μου κι άρχισα να μιλάω στον Θεό και να κάνω μια εξομολόγηση. Του ζητούσα να με συγχωρέσει, να με καθαρίσει κι ένιωθα από 80 κιλά που ήμουν, να έχω γίνει πανάλαφρος 20 κιλά και να ανεβαίνει το σώμα μου προς τα επάνω. Την ίδια στιγμή, άκουσα μια αδελφή μας να μιλάει δυνατά σε ξένες γλώσσες και κατάλαβα αμέσως, πως ότι κι αν είναι αυτό, είναι για μένα. Χωρίς να ξέρω για Πνεύμα Άγιο, χωρίς να ξέρω για γλωσσολαλιά, χωρίς να ξέρω τίποτε. Και πράγματι μου μίλησε ο Θεός με προφητεία και μου απάντησε σε όλα όσα είχα πει  σε αυτή την εξομολόγηση (την οποία είχα κάνει από μέσα μου και δεν με είχε ακούσει κανένας). Κι αυτή η μέρα ήταν η αφορμή να μην ξαναφύγουμε από την εκκλησία. Και ο Χρήστος έμεινε, βαπτιστήκαμε στο νερό, βαπτίστηκαν και οι γυναίκες μας, κι όταν μαθεύτηκε αυτό στο χωριό άρχισαν τα προβλήματα. Είχαμε τέτοιο διωγμό, μα τέτοιο διωγμό που είναι δύσκολο να στο περιγράψω. Αλλά ο Θεός ήταν πάντα δίπλα μας και μας στήριζε. Και νιώθαμε μέσα μας χαρούμενοι, με αποτέλεσμα, όταν περνούσε λίγος καιρός και δεν είχαμε ονειδισμό, εγώ δεν ένιωθα καλά, μου έλειπε.

Είναι ένας από τους μακαρισμούς: “Μακάριοι είστε όταν σας ονειδίσουνε...”

Αμήν. Έλεγα: “Κύριε που είναι ο ονειδισμός;” Δεν πρόλαβα μια μέρα να το πω, ήρθε η μάνα του Χρήστου κι άρχισε “να μου τα στέλνει με τα δέκα” όπως λέμε εδώ στη Ρόδο. Φώναζε: “Διαβόλοι είστε εσύ κι ο γιός μου, διαβόλοι.” Αλλά ευχαριστούμε τον Θεό γιατί αργότερα κι εκείνη σώθηκε και ο πατέρας του Χρήστου σώθηκε και προσεύχομαι κι εγώ τώρα για τους γονείς μου, να γνωρίσουν τον Κύριο πριν φύγουν. Ένα άλλο πρωινό, ξύπνησα και ήταν όλο το μπαλκόνι μου γεμάτο με αίματα. Και του Χρήστου από κάτω το ίδιο. Δεν ξέρω τι πόλεμο θελήσανε να μας κάνουνε εκείνο το βράδυ, αλλά ότι και να ήτανε, ξέρω πως ο Κύριος μας φύλαξε. Στις αρχές της πίστεως μου ο Κύριος με φύλαξε κι από δύο ατυχήματα, με τρόπο αξιοθαύμαστο που δεν θα ξεχάσω ποτέ, και με όλα αυτά ο Θεός μάς έδινε πίστη, μας έδινε θάρρος, μας έδινε δύναμη και το κυριότερο, μας άλλαζε την καρδιά. Έφευγε το μίσος, έφευγε η κακία και μας έβαζε αγάπη για όλους τους ανθρώπους. Ακόμα και για αυτούς που μας καταδίωκαν.

Αυτός ο διωγμός πόσο κράτησε τελικά;

Αυτός ο διωγμός ήτανε τα πρώτα χρόνια. Μετά έγινε κάτι που άλλαξε πάρα πολύ τα πράγματα κι αυτό ήταν ότι άνοιξε στη Ρόδο ο ραδιοφωνικός σταθμός “Χριστιανισμός.”  Ήταν ο δεύτερος νομίζω στην Ελλάδα μετά τον Πύργο. Αυτόν τον σταθμό τον άκουγε πάρα πολύς κόσμος στη Ρόδο (και πολλοί ιερείς ανάμεσα τους) κι έμαθαν ακριβώς οι άνθρωποι  τι πιστεύουμε και τι πρεσβεύουμε. Κάτι που δεν γνώριζαν πριν. Βέβαια κάποιοι ξεσηκωθήκανε, θέλανε να μας κλείσουνε, αλλά ο Κύριος δεν το επέτρεψε. Έπαιξε ο σταθμός για αρκετά χρόνια και σωθήκανε πολλές ψυχές που είναι σήμερα στην εκκλησία της Ρόδου αλλά και σε άλλες εκκλησίες. Ευχαριστούμε τον Θεό γιατί η εκκλησία στη Ρόδο αυτή την στιγμή είναι πάρα πολύ καλά. Είναι ενωμένο το πρεσβυτέριο, είναι ενωμένα όλα τα αδέλφια, σώζονται ψυχές, βαπτίζονται με Πνεύμα Άγιο και ξέρουμε ότι ο Θεός θα κάνει ακόμα πιο μεγάλα πράγματα. Και προσευχόμαστε ιδιαίτερα ο Κύριος να φέρει πάλι τους απομακρυσμένους και να κάνει πλήρη αποκατάσταση σε όλες τις καρδιές. Μου είχε πει παλιότερα ένας αδελφός κάτι, που είναι μεγάλη αλήθεια. Μου είπε: “Υπάρχουν χριστιανοί που τελικά θα πνιγούν από το δίκιο τους.”  Και πραγματικά, αν έχεις άδικο, είναι πολύ πιο εύκολο να ταπεινωθείς παρά αν έχεις δίκιο. Ή αν νομίζεις ότι έχεις δίκιο.

Αδελφέ Τότη με ποιό μήνυμα θα ήθελες να κλείσουμε ;

Αυτό που θέλω να πω, είναι να μας δώσει χάρη ο Θεός αυτόν τον έσχατο καιρό, να βγούμε στους δρόμους, στις πλατείες,  να ομολογήσουμε στους ανθρώπους τον Χριστό. Είναι αυτό που λέει στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο: “Υπάγετε εις όλον τον κόσμον και κηρύξατε το ευαγγέλιον εις όλην την κτίσιν. Όστις πιστεύση και βαπτισθή θέλει σωθή, όστις όμως απιστήση θέλει κατακριθή.” Κι αμέσως μετά λέει ο Λόγος του Θεού: “Σημεία δε εις τους πιστεύσαντας θέλουσι παρακολουθεί ταύτα, Εν τω ονόματί μου θέλουσιν εκβάλλει δαιμόνια· θέλουσι λαλεί νέας γλώσσας· όφεις θέλουσι πιάνει· και εάν θανάσιμόν τι πίωσι, δεν θέλει βλάψει αυτούς· επί αρρώστους θέλουσιν επιθέσει τας χείρας, και θέλουσιν ιατρεύεσθαι.”

Αυτά τα σημεία, από τότε που πίστεψα τα είδα όλα. Και θεραπείες είδα και δαιμόνια να βγαίνουν από ανθρώπους είδα και σε γλώσσες μίλησα όταν βαπτίστηκα με Πνεύμα Άγιο. Και το “θανάσιμο” που γράφει το έζησα, πριν από πολλά χρόνια στη Κω, όταν ψαρέψαμε και φάγαμε κάτι λαγοκέφαλους, και δεν ήξερε κανείς τότε στην Ελλάδα ότι αυτά είναι δηλητηριώδη ψάρια. Το μόνο που δεν έζησα είναι αυτό με τα φίδια αν κι έχουμε πολλά στη Ρόδο. Και με αυτές τις εμπειρίες που έχω ζήσει, γνωρίζω ότι δεν ακολουθούμε μια θρησκεία, αλλά ακολουθούμε ένα Θεό ζωντανό κι αληθινό. Όλοι οι άνθρωποι λοιπόν πρέπει να πάρουν τον Λόγο του Θεού, την Καινή Διαθήκη στα χέρια τους, να Τον διαβάσουνε, να Τον πιστέψουνε, για να φανερωθεί και στη δική τους ζωή, ο Ιησούς Χριστός.