«Κάμετε τους ανθρώπους να καθίσωσιν» (Ιωάν. 6:10)
Αφού αναχωρεί ο Ιησούς από τη θάλασσα της Γαλιλαίας, Τον ακολουθεί όχλος πολύς. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; «…διότι έβλεπον τα θαύματα αυτού, τα οποία έκαμνεν επί των ασθενούντων» (Ιωάν. 6:2).
Αφού αναχωρεί ο Ιησούς από τη θάλασσα της Γαλιλαίας, Τον ακολουθεί όχλος πολύς. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; «…διότι έβλεπον τα θαύματα αυτού, τα οποία έκαμνεν επί των ασθενούντων» (Ιωάν. 6:2).
Δεν ήταν εύκολο να ακολουθεί κανείς τον Ιησού στα όρη και τις ερήμους. Εκείνη την εποχή, τα σύγχρονα μεταφορικά μέσα των ημερών μας, ανήκαν στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Ο καθιερωμένος τρόπος για τους πολλούς να μετακινηθούν από το ένα μέρος στο άλλο, ήταν η πεζοπορία. Η ελκτική δύναμη όμως του Ιησού ήταν τόσο ισχυρή, που όλα αυτά τα εμπόδια παρακάμπτονταν. Το αποτέλεσμα είναι ένα πολύ μεγάλο πλήθος ανθρώπων να πλησιάζει τον Ιησού, ενώ αυτός βρίσκεται στο όρος με τους μαθητές Του. Είναι εντυπωσιακό ότι μόνο οι άντρες που έρχονταν προς το μέρος Του, ήταν 5.000. Εάν υπολογίσει κανείς τις γυναίκες και τα παιδιά, δεν θα ήταν αυθαίρετο να μιλάει κανείς για τουλάχιστον 15.000 ανθρώπους συνολικά!
Ποια είναι η αντίδραση του Ιησού σ’ αυτήν την μεγαλειώδη προσέλευση; «Υψώσας λοιπόν ο Ιησούς τους οφθαλμούς και ιδών ότι πολύς όχλος έρχεται προς αυτόν, λέγει προς τον Φίλιππον· Πόθεν θέλομεν αγοράσει άρτους, διά να φάγωσιν ούτοι;» (Ιωάν. 6:5). Θα περίμενε κανείς ότι όταν σήκωσε τα μάτια του ο Ιησούς και είδε τόσους πολλούς ανθρώπους να είπε: «τι καταπληκτική ευκαιρία για ένα δυνατό κήρυγμα, για μια χρήσιμη διδασκαλία, για θεραπεία ασθενών, για εκβολή δαιμονίων…». Τίποτε από όλα αυτά. Ο Ιησούς για άλλη μια φορά μας αιφνιδιάζει και μας εκπλήττει. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι απλά να γεμίσει το στομάχι των ανθρώπων αυτών! Όχι την ψυχή τους. Το στομάχι τους! Μα τι το πνευματικό έχει ένα γεμάτο στομάχι θα πει κάποιος. Μπορεί να τραφεί η ψυχή από ένα γεμάτο στομάχι; Ας το κρατήσουμε αυτό το ερώτημα για να το δούμε παρακάτω.
Ακόμη πιο εντυπωσιακό όμως είναι ότι το ερώτημα για την επίλυση του επισιτιστικού αυτού προβλήματος το απευθύνει στους μαθητές Του. «Πόθεν θέλομεν αγοράσει άρτους, διά να φάγωσιν ούτοι;» Μα γιατί οι μαθητές; Δεν θα μπορούσε να προσευχηθεί ο Ιησούς στον Πατέρα και γεμίσει ο τόπος τρόφιμα; Δεν θα μπορούσε να επαναληφθεί η ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης με το μάννα που έπεφτε από τον ουρανό ή με τα ορτύκια που έφερε ο Θεός μέσα στην έρημο; Φυσικά και θα μπορούσε. Δεν το κάνει όμως ο Ιησούς, γιατί θέλει να καταστήσει τους μαθητές συμμέτοχους στο θαυμαστό σχέδιό Του. Με την ερώτηση που τους κάνει, θέλει να δοκιμάσει τον τρόπο που σκέφτονται.
Ο πρώτος που σπεύδει να απαντήσει είναι ο Φίλιππος. «Απεκρίθη προς αυτόν ο Φίλιππος· Διακοσίων δηναρίων άρτοι δεν αρκούσιν εις αυτούς, διά να λάβη ολίγον τι έκαστος αυτών» (Ιωάν. 6:7). Φαίνεται ότι είναι άνθρωπος ορθολογικός, καλός στα μαθηματικά και τους οικονομικούς υπολογισμούς ο Φίλιππος. Δίνει μια ακριβή περιγραφή του προβλήματος και έναν ακριβή υπολογισμό του κόστους. Τι είναι αυτό που δεν δίνει; Λύση!
Πόσες φορές αλήθεια δεν συμβαίνει το ίδιο στις μέρες μας; Έρχονται πολλοί άνθρωποι και κάνουν μια εύστοχη διάγνωση του αδιεξόδου μας, της ασθένειάς μας, της αποτυχίας μας ή του λάθους μας, αλλά μέχρι εκεί. Στο τέλος της μέρας το πρόβλημα παραμένει πεισματικά στη θέση του. Αυτή είναι η λεγόμενη σχολή του Φίλιππου. Υπάρχει όμως και ο Αντρέας που παίρνει θέση στο πρόβλημα. Αυτός δεν κάνει περίπλοκους πολλαπλασιασμούς. «Εδώ», λέει, «είναι ένα μικρό παιδί το οποίο έχει πέντε ψωμιά και δύο ψάρια». Είναι αφελής ή έχει πολύ μεγάλη πίστη; Αυτό που δεν ισχύει σίγουρα, είναι το δεύτερο. Γιατί, ενώ βλέπει το μικρό παιδί από τη μία και τους όχλους από την άλλη, διστάζει και λέει «…αλλά ταύτα τι είναι εις τοσούτους;» (Ιωάν. 6:9).
Το παράδοξο (για τη δική μας λογική) είναι ότι ο Ιησούς ασχολείται τελικά σοβαρά με αυτήν την «αφελή μικρή πίστη». Την πίστη που δεν χρειάζεται να την εξηγήσει κανείς με τη λογική, γιατί πολύ απλά την ξεπερνά τη λογική, είναι υπέρλογη! Την πίστη που δεν ταυτίζεται πάντα με τους όρους της ανθρώπινης σοφίας. «Διότι επειδή εν τη σοφία του Θεού ο κόσμος δεν εγνώρισε τον Θεόν διά της σοφίας, ηυδόκησεν ο Θεός διά της μωρίας του κηρύγματος να σώση τους πιστεύοντας» (Α΄ Κορ. 1:21).
Αυτό το λίγο, αυτό το ασήμαντο φαίνεται ότι θέλει τελικά ο Ιησούς για να ξεκινήσει το έργο Του. Κεντρική θέση στο έργο αυτό έχουν οι μαθητές. «Είπε δε ο Ιησούς· Κάμετε τους ανθρώπους να καθήσωσιν· ήτο δε χόρτος πολύς εν τω τόπω. Εκάθησαν λοιπόν οι άνδρες τον αριθμόν έως πεντακισχίλιοι» (Ιωάν. 6:10).
Έχει σημασία να δούμε εδώ ότι ενώ οι άνθρωποι αυτοί πείθονται από τους μαθητές να καθίσουν «ανά πεντήκοντα» (Λουκ. 9:14), για να φάνε, μπροστά τους δεν υπάρχει ακόμη φαγητό! Απλά ησυχάζουν και κάθονται! Πόσο επίκαιρο μήνυμα είναι αλήθεια αυτό στις μέρες που ζούμε! Σε μια εποχή που ο σύγχρονος άνθρωπος θέλει πρώτα όλες τις λύσεις και γρήγορα μπροστά του και έπειτα να καθίσει για να αναπαυθεί. Ένας άνθρωπος που δυσκολεύεται να αφεθεί και να εμπιστευθεί τη ζωή του στον Θεό γιατί απλά θέλει να έχει τον απόλυτο έλεγχο των πραγμάτων. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα στο περιβάλλον αυτό ο σύγχρονος άνθρωπος ζει μέσα στο άγχος, στην ανασφάλεια και στην έξαρση κάθε είδους ψυχικών ασθενειών. Ο Ιησούς όμως μέσω των μαθητών Του καλεί τους ανθρώπους να καθίσουν, να χαλαρώσουν, να ακουμπήσουν επάνω Του και να τον εμπιστευτούν, πριν γευτούν το φαγητό, πριν δουν την απάντηση στο πρόβλημά τους.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι: «έλαβεν ο Ιησούς τους άρτους και ευχαριστήσας διεμοίρασεν εις τους μαθητάς, οι δε μαθηταί εις τους καθημένους· ομοίως και εκ των οψαρίων όσον ήθελον» (Ιωάν. 6:11). Ας προσέξουμε εδώ ότι για να λάβει ο Ιησούς τους άρτους, σημαίνει ότι κάποιος τους έδωσε. Δεν τους πήρε με τη βία. Ποιος ήταν αυτός; Το μικρό παιδάκι! Μπορεί αυτό που έδωσε να ήταν σχεδόν ένα τίποτε για τόσο μεγάλο πλήθος. Για το ίδιο όμως ήταν τα γεύματα που θα το κρατούσαν όρθιο. Παρόλα αυτά τα έδωσε όλα στον Ιησού. Σαν την φτωχή χήρα που έδωσε ό,τι είχε και δεν είχε «διότι άπαντες ούτοι εκ του περισσεύματος αυτών έβαλον εις τα δώρα του Θεού, αύτη όμως εκ του υστερήματος αυτής έβαλεν όλην την περιουσίαν όσην είχε» (Λουκ. 21:4). Το αποτέλεσμα με αυτά που έδωσε το μικρό αυτό παιδί ήταν ότι όχι μόνο τα πολλαπλασίασε ο Ιησούς ώστε «έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν» (Ματθ. 15:37) αλλά και «εσύναξαν και εγέμισαν δώδεκα κοφίνους κλασμάτων εκ των πέντε άρτων των κριθίνων, τα οποία επερίσσευσαν εις τους φαγόντας» (Ιωάν. 6:13).
Φαίνεται λοιπόν ότι ο Κύριος ασχολείται όχι μόνο με την ψυχή αλλά και με τις ανάγκες του σώματος, καθώς Τον ενδιαφέρει να συνδιαλλαχθεί με το «όλον του ανθρώπου» και κάθε πτυχή της ζωής του και των αναγκών του. Η θαυμαστή Του όμως επέμβαση στη σφαίρα των υλικών πραγμάτων δεν είναι για να χτίσει μια ωφελιμιστική αλλά μια αγαπητική σχέση μαζί μας με προοπτική αιωνιότητας. Για τον λόγο αυτό θα Τον δούμε παρακάτω να λέει σ’ αυτούς που Τον αναζητούν ξανά επειδή έφαγαν και εχορτάσθησαν «Εργάζεσθε μη διά την τροφήν την φθειρομένην, αλλά διά την τροφήν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον, την οποίαν ο Υιός του ανθρώπου θέλει σας δώσει· διότι τούτον εσφράγισεν ο Πατήρ ο Θεός» (Ιωάν 6:27).
Λευτέρης Τοπάλογλου
Κοζάνη