Skip to main content
play button christianity Ακούστε  |  48kbps  |  96kbps  |
on air christianity
Χωρίς πληροφορίες...

spanish flag      greek flag


Έχει ο αθεϊσμός απαντήσεις; (Μέρος 7ο) Η μετά θάνατον ζωή

Συνεχίζοντας τη σειρά των άρθρων μας σχετικά με την ευστάθεια του αθεϊσμού ως κοσμοθεωρία, θα εξετάσουμε ως επίλογο το θέμα της μετά θάνατον ζωής. Μία κοσμοθεωρία, για να είναι πλήρης, θα πρέπει να δίνει σαφή απάντηση για το τι συμβαίνει όταν ο άνθρωπος φθάνει στο κατώφλι του θανάτου: είναι το τέλος της ύπαρξής του ή υπάρχει κάποια συνέχεια μετά θάνατον;

Συνεχίζοντας τη σειρά των άρθρων μας σχετικά με την ευστάθεια του αθεϊσμού ως κοσμοθεωρία, θα εξετάσουμε ως επίλογο το θέμα της μετά θάνατον ζωής. Μία κοσμοθεωρία, για να είναι πλήρης, θα πρέπει να δίνει σαφή απάντηση για το τι συμβαίνει όταν ο άνθρωπος φθάνει στο κατώφλι του θανάτου: είναι το τέλος της ύπαρξής του ή υπάρχει κάποια συνέχεια μετά θάνατον;

Η αθεϊστική θεώρηση του κόσμου προτείνει ότι ολόκληρος ο φυσικός κόσμος λειτουργεί βάσει μηχανιστικών διεργασιών που κατευθύνονται τυφλά από τους φυσικούς νόμους. Δεν υπάρχει επομένως ψυχή ή τίποτε το πνευματικό. Όλες οι λεγόμενες «πνευματικές» λειτουργίες του ανθρώπου οφείλονται αποκλειστικά στον εγκέφαλό του. Άλλωστε, σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης, καθώς με το πέρασμα των αιώνων ο ανθρώπινος εγκέφαλος εξελισσόταν, κάποια στιγμή ξεπέρασε ένα «κατώφλι» πολυπλοκότητας και τότε μέσα από αυτή τη βιολογική μηχανή ξεπήδησαν η συνείδηση, η αυτογνωσία, τα συναισθήματα κλπ. Αφού λοιπόν είμαστε αμιγώς βιολογικές μηχανές υποκείμενες σε φθορά και με περιορισμένη διάρκεια ζωής θα έπρεπε με το θάνατο όλες οι «πνευματικές» λειτουργίες να παύουν και να μην υπάρχει πλέον καμία δυνατότητα για συνειδητότητα, αντίληψη, συναισθήματα, μνήμη κλπ., όπως ακριβώς γίνεται και με τις σωματικές λειτουργίες.

Το 2001 οι Sam Parnia (ιατρός) και Peter Fenwick (νευροψυχίατρος στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής του Λονδίνου), δημοσίευσαν μία μελέτη βασισμένη σε αναφορές μιας ομάδας 63 θυμάτων καρδιακής προσβολής που χαρακτηρίστηκαν ως κλινικά νεκροί αλλά αργότερα ανένηψαν. Σκοπός της έρευνας ήταν η μελέτη των λεγόμενων επιθανάτιων εμπειριών που κατά καιρούς έχουν αναφερθεί σε διάφορα μέρη του κόσμου από ένα τέτοιο πλήθος ατόμων ώστε το φαινόμενο πλέον θεωρήθηκε ότι δεν μπορεί να αγνοηθεί. Οι ερευνητές έθεσαν συγκεκριμένα κριτήρια για να κρίνουν μια τέτοια εμπειρία ως αποδεκτή και όχι ως παραίσθηση ή προϊόν φαντασίας. Διαπίστωσαν λοιπόν ότι περίπου το 10% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια που οι εγκέφαλοί τους δεν λειτουργούσαν, οι ίδιοι είχαν συγκροτημένη διαδικασία σκέψης με δυνατότητα μνήμης και συναισθημάτων (αποκλείστηκε το ενδεχόμενο αυτή η αίσθηση να ήταν μια εντύπωση που δημιουργήθηκε από τον εγκέφαλο εξαιτίας έλλειψης οξυγόνου ή παρενεργειών φαρμάκων). Συγκεκριμένα, μπόρεσαν να αναπαραγάγουν με ακρίβεια εικόνες, ήχους και διαλόγους που λάμβαναν χώρα στο γύρω τους περιβάλλον ενώ κανένα από τα αισθητήρια όργανα του σώματός τους δεν λειτουργούσε. Πολλές επίσης μαρτυρίες είναι σύμφωνες μεταξύ τους ως προς το γεγονός της συνάντησης και συνομιλίας τους με ένα ανώτερο πρόσωπο που χαρακτηρίζουν ως τον Θεό. Η έρευνα συνεχίστηκε και μέχρι πριν λίγα χρόνια οι συμμετέχοντες είχαν ξεπεράσει τους 2000 ενώ το ποσοστό των αναφορών επιθανάτιων εμπειριών διευρύνεται όσο η έρευνα επεκτείνεται και έχει φθάσει πλέον το 40%.

Με βάση αυτές αλλά και επιπλέον μελέτες σε άλλους τομείς της ανθρώπινης ύπαρξης που έχουμε αναφέρει σε παλαιότερα άρθρα μας, έχει αρχίσει πλέον να γίνεται παραδεκτό από πολλούς επιστήμονες ανά τον κόσμο ότι ο άνθρωπος δεν διαθέτει μόνο εγκέφαλο (ο οποίος είναι υλικής υπόστασης) αλλά επιπλέον μια μη υλικής υπόστασης πραγματικότητα, αυτό που αποκαλούμε νους και πνεύμα και το οποίο, όπως φαίνεται, συνεχίζει να υπάρχει και μετά την παύση λειτουργίας του σώματος και των αισθητηρίων οργάνων, διατηρώντας την συνειδητότητα του ατόμου. Στο 16ο κεφάλαιο του κατά Λουκάν Ευαγγελίου, λαμβάνει χώρα ένας πολύ ενδιαφέρον μετά θάνατον διάλογος μεταξύ του πλουσίου και του Αβραάμ:

«Και εν τω άδη υψώσας τους οφθαλμούς αυτού, ενώ ήτο εν βασάνοις, βλέπει τον Αβραάμ από μακρόθεν και τον Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού. Και αυτός φωνάξας είπε· Πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον τον Λάζαρον, διά να βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού εις ύδωρ και να καταδροσίση την γλώσσαν μου, διότι βασανίζομαι εν τη φλογί ταύτη· είπε δε ο Αβραάμ· Τέκνον, ενθυμήθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά· τώρα ούτος μεν παρηγορείται, συ δε βασανίζεσαι» (§ 23-25)

Σε άλλο ένα λοιπόν ζήτημα στο οποίο αναδεικνύεται η ασυνέπεια της αθεϊστικής κοσμοθεώρησης των πραγμάτων, η Αγία Γραφή, που είναι ο αψευδής Λόγος του Θεού, διατυπώνει με σαφήνεια σε αυτό και σε πολλά άλλα σημεία ότι μετά θάνατον ο άνθρωπος συνεχίζει να διαθέτει συνειδητότητα, αισθήσεις, συγκροτημένη σκέψη, μνήμη, συναισθήματα, αίσθηση της κατάστασής του και δυνατότητα επικοινωνίας.

Ο άνθρωπος που έχει το Λόγο του Θεού ως πυξίδα στη ζωή του, είναι εξ αρχής ορθά πληροφορημένος για το ζήτημα της μετά θάνατον ζωής, γνωρίζοντας ότι καθώς ο Ιησούς Χριστός «ανέστη εκ νεκρών», έτσι κι εκείνος θα λάβει μέρος στην αιώνια βασιλεία Του με ένα νέο αναστάσιμο σώμα.

«Αλλά τώρα ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών, έγεινεν απαρχή των κεκοιμημένων» (Α’ Κορ. ιε:20) «εξεύρομεν όμως ότι όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι» (Α’ Ιωάν. γ:2)