Εξέλιξη ή Δημιουργία; (Μέρος 2ο)
«Και έκαμεν ο Θεός τα ζώα της γης κατά το είδος αυτών, και τα κτήνη κατά το είδος αυτών, και παν ερπετόν της γης κατά το είδος αυτού. Και είδεν ο Θεός ότι ήτο καλόν» (Γένεσις α’ 25).
«Και έκαμεν ο Θεός τα ζώα της γης κατά το είδος αυτών, και τα κτήνη κατά το είδος αυτών, και παν ερπετόν της γης κατά το είδος αυτού. Και είδεν ο Θεός ότι ήτο καλόν» (Γένεσις α’ 25).
Μία μεγάλη αλήθεια διατυπωμένη ήδη από το 1ο κεφάλαιο της Αγίας Γραφής: όλα τα είδη ζώων (και φυτών) είναι δημιουργημένα εξ αρχής διαφορετικά μεταξύ τους, και δεν συνέβη ποτέ, ούτε είναι δυνατόν να συμβεί, μετάβαση από το ένα είδος στο άλλο, όπως ισχυρίζεται η θεωρία της εξέλιξης. Η διαφοροποίηση των ειδών μεταξύ τους και η σταθερότητά τους εξασφαλίζεται από το γενετικό τους υλικό (DNA), ένα εξαιρετικά πολύπλοκο μακρομόριο που βρίσκεται στον πυρήνα κάθε κυττάρου κάθε οργανισμού. Το 1953 οι Watson και Crick παρουσίασαν το μοντέλο της διπλής έλικας, το οποίο δείχνει ότι το DNA μοιάζει με «γυριστή σκάλα», τα «σκαλοπάτια» της οποίας αποτελούνται από ζεύγη τεσσάρων αζωτούχων βάσεων (Αδενίνη, Θυμίνη, Γουανίνη, Κυτοσίνη). Με αυτά τα τέσσερα «χημικά γράμματα» επιτυγχάνεται μια αξιοθαύμαστη κωδικοποίηση όλων των πληροφοριών κάθε οργανισμού μέσα στο μόριο του DNA του.
Για τη δόμηση κυττάρων και ιστών, για την παραγωγή πρωτεϊνών αλλά και για κάθε λειτουργία κάθε οργανισμού, οι απαραίτητες πληροφορίες βρίσκονται αποθηκευμένες και ανακτώνται από το μόριο του DNA. Επίσης, κάθε νέο κύτταρο που δημιουργείται περιέχει ένα ακριβές αντίγραφο του γενετικού υλικού, ενώ υπάρχουν και ειδικοί κυτταρικοί μηχανισμοί που αποτρέπουν τα «λάθη κατά την αντιγραφή», ευνοώντας έτσι μάλλον τη σταθερότητα του είδους παρά την αλλοίωσή του και τη μετατροπή του σε κάτι άλλο. Είναι επίσης αξιοσημείωτο πως ο,τιδήποτε περιέχει πληροφορία έχει μια πολυπλοκότητα η οποία δεν είναι χαοτική αλλά προσδιορισμένη. Οι τυχαίες διεργασίες όμως μπορούν να παράγουν μόνο τυχαία πολυπλοκότητα και ποτέ προσδιορισμένη. Αυτό θα μπορούσε να το κάνει μόνο ένας νους. Άρα ένα μόριο όπως το DNA είναι αδύνατον να έχει προέλθει από τυχαίες μηχανιστικές διεργασίες. Μία ακόμη πτυχή του θέματος της πολυπλοκότητας, είναι η μη απλοποιήσιμη πολυπλοκότητα.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι στους ζωντανούς οργανισμούς υπάρχουν όργανα και συστήματα τα οποία λειτουργούν με συντονισμένη δράση πολλών και εξειδικευμένων παραγόντων. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχουν προέλθει από μικρές βαθμιαίες μεταβολές κάποιων υποθετικών πρόδρομων εξελικτικών μορφών. Με άλλα λόγια, η πολυπλοκότητά τους είναι μη απλοποιήσιμη, διότι εάν έστω και ένα μικρό τμήμα του οργάνου ή του μηχανισμού, απουσίαζε σε κάποια προηγούμενη εξελικτική μορφή ή ήταν ελαφρώς διαφορετικό απ’ ότι το βλέπουμε σήμερα, τότε το όργανο ή ο μηχανισμός δεν θα ήταν καθόλου λειτουργικός και θα απορριπτόταν από τη φυσική επιλογή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο οφθαλμός, ο μηχανισμός πήξης του αίματος κ.ά. Ένα ακόμη πλήγμα για τη θεωρία της εξέλιξης προέρχεται από τον κλάδο της Παλαιοντολογίας, δηλαδή της επιστήμης που μελετά τη μορφή και τη ζωή των οργανισμών σε παλαιότερες γεωλογικές περιόδους.
Βασική πηγή πληροφοριών για την Παλαιοντολογία είναι τα απολιθώματα, δηλαδή τα λείψανα ή τα ίχνη ζώων ή φυτών που ανακαλύπτονται θαμμένα μέσα σε πετρώματα. Σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης, θα πρέπει τα διάφορα γεωλογικά στρώματα πετρωμάτων να είναι γεμάτα από απολιθώματα που να απεικονίζουν τις διάφορες ενδιάμεσες μεταβατικές μορφές οργανισμών κατά την εξέλιξή τους από το ένα είδος στο άλλο. Έτσι, ξεκινώντας από την αρχή της ύπαρξης της ζωής πάνω στη Γη, θα πρέπει το αρχείο των απολιθωμάτων να περιλαμβάνει αρχικά απλούς μονοκύτταρους οργανισμούς, στη συνέχεια λίγο πιο σύνθετους πολυκύτταρους οργανισμούς με απλά όργανα, και σιγά σιγά η πολυπλοκότητα να κλιμακώνεται μέχρι την εμφάνιση των πλήρως ολοκληρωμένων ζώων και φυτών. Τα απολιθώματα όμως δείχνουν ότι ενώ αρχικά υπήρξαν μόνο απλοί μονοκύτταροι οργανισμοί πάνω στη Γη, εντελώς ξαφνικά γίνεται μια απότομη εμφάνιση («έκρηξη») σύνθετων οργανισμών.
Από την Κάμβρια περίοδο κι έπειτα (θεωρείται 500-600 εκατ. έτη πριν), λαμβάνουν χώρα αλλεπάλληλες απότομες εμφανίσεις όλων των γνωστών ζωικών και φυτικών τύπων (φύλα) που υπάρχουν μέχρι σήμερα. Στο αρχείο των απολιθωμάτων δηλαδή, χωρίς να υπάρχουν απλούστερες ενδιάμεσες εξελικτικές μορφές, εμφανίζονται ξαφνικά ολοκληρωμένοι οργανισμοί, πλήρως αναπτυγμένοι και με πολύπλοκα συστήματα (π.χ. κυκλοφορικό, νευρικό, σύνθετοι σκελετοί, εξειδικευμένα όργανα βάδισης, κολύμβησης, σύλληψης τροφής κλπ.), γεγονός που υποδηλώνει μια μεγάλη και ξαφνική δημιουργική πράξη! Από την εποχή του Δαρβίνου (19ος αιώνας) μέχρι σήμερα, που η Παλαιοντολογία έχει αναπτυχθεί θεαματικά και έχει στη διάθεσή της πολύ περισσότερα απολιθώματα, το πρόβλημα της έλλειψης ενδιάμεσων μεταβατικών μορφών στα απολιθώματα (οι λεγόμενοι «χαμένοι κρίκοι») παραμένει άλυτο.
Ο πραγματικός «χαμένος κρίκος» όμως δεν είναι μεταξύ πιθήκου και ανθρώπου αλλά μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου και είναι ο Ιησούς Χριστός, το όνομα του Οποίου όποιος επικαλεσθεί μπορεί να επανασυνδεθεί με τον Ουράνιο Πατέρα: «ιδού, τώρα καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού, τώρα ημέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. ς΄ 2).
Η ομάδα «Χριστιανισμός και Επιστήμη»