Βαρβάρα Τραυλού
”Ή τις γυνή έχουσα δέκα δραχμάς, εάν χάση δραχμήν μίαν, δεν ανάπτει λύχνον και σαρόνει την οικίαν και ζητεί επιμελώς, έως ότου εύρη αυτήν; και αφού εύρη, συγκαλεί τας φίλας και τας γείτονας, λέγουσα· Συγχάρητέ μοι, διότι εύρον την δραχμήν την οποίαν έχασα. Ούτω, σας λέγω, χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού διά ένα αμαρτωλόν μετανοούντα”. Κατά Λουκάν ιε΄8-10
”Ή τις γυνή έχουσα δέκα δραχμάς, εάν χάση δραχμήν μίαν, δεν ανάπτει λύχνον και σαρόνει την οικίαν και ζητεί επιμελώς, έως ότου εύρη αυτήν; και αφού εύρη, συγκαλεί τας φίλας και τας γείτονας, λέγουσα· Συγχάρητέ μοι, διότι εύρον την δραχμήν την οποίαν έχασα. Ούτω, σας λέγω, χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού διά ένα αμαρτωλόν μετανοούντα”. Κατά Λουκάν ιε΄8-10
Αυτή η παραβολή της χαμένης δραχμής, που είπε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, μας φανερώνει πως κάποιοι άνθρωποι αν και βρίσκονται μέσα στην εκκλησία είναι πνευματικά χαμένοι. Και η εκκλησία καλείται να αναζητήσει αυτές τις ψυχές και όταν τις βρει, όχι να τις αποβάλλει, αλλά αντίθετα να τις περιθάλψει, να τις βοηθήσει, ώστε: “να μην εκτραπεί το χωλόν αλλά μάλλον να θεραπευτεί.”
Αυτό το μήνα θα μας δώσει την μαρτυρία της για τον Χριστό ακόμα μια αδελφή μας από την εκκλησία Ιλίου-Πετρουπόλεως, η αδελφή μας Βαρβάρα Τραυλού.
Αδελφή Βαρβάρα μπορείς να ξεκινήσεις από όπου εσύ θέλεις. Δεν γνωρίζω καθόλου την ομολογία σου και περιμένω με ενδιαφέρον να την ακούσω.
Η ομολογία μου ξεκινάει από την ομολογία της μητέρας μου κατά μια έννοια. Ξεκινάει δηλαδή από τα τέσσερα μου χρόνια που γνώρισε τον Κύριο η μητέρα μου, αναγεννήθηκε και μπήκε μέσα στην εκκλησία (στην Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής). Αυτό έγινε το 1989. Και στην πορεία, αρκετά χρόνια αργότερα βέβαια, ήρθε η στιγμή που αναγεννήθηκα κι εγώ. Μιας και ο κάθε άνθρωπος πιστεύω ότι έχει την δική του ώρα που θα γνωρίσει τον Κύριο.
Οπότε μεγάλωσες μέσα στην εκκλησία;
Ναι, πήγαινα από πολύ μικρή στην εκκλησία, αναγκαστικά βέβαια, αφού πήγαινε εκεί η μητέρα μου. Και στα 15 μου χρόνια, με βάπτισε ο Κύριος με Πνεύμα Άγιο. Είχα ζητήσει από τον Κύριο να με βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο μια σημαντική μέρα για τους ανθρώπους, μια μέρα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Και πραγματικά βαπτίστηκα την ημέρα της Πρωτοχρονιάς. Ξεκίνησε να με αγγίζει ο Κύριος από την προσευχή που κάνουμε κάθε χρόνο στην εκκλησία, την ώρα που αλλάζει ο χρόνος. Πηγαίναμε τότε στην εκκλησία του Αιγάλεω. Στις 12 ή ώρα σταμάτησε η προσευχή, σηκωθήκαμε όλοι από τα γόνατα αλλά όταν πήγαμε στο σπίτι γονάτισα πάλι και είπα ότι δεν θα σηκωθώ αν δεν βαπτιστώ με Πνεύμα Άγιο. Πραγματικά ο Κύριος με επισκέφτηκε, με βάπτισε με το Πνεύμα Του και όταν κοίταξα το ρολόι, είχανε περάσει αδελφέ μου τέσσερις ώρες. Κι εγώ νόμιζα ότι είχε περάσει από την ώρα που γονάτισα ένα τέταρτο. Λες και είχε σταματήσει ο χρόνος στην παρουσία του Θεού. Και βαπτίστηκα στο νερό μετά από ένα μήνα περίπου, στις 7 Φεβρουαρίου του 2000. Είχα όμως έντονα μέσα στη καρδιά μου ένα φόβο ότι ο εχθρός (ο διάβολος) θα με απομακρύνει με κάποιο τρόπο μέσα από την εκκλησία. Και αυτό με είχε κάνει να προσεύχομαι και να νηστεύω συχνά, ζητώντας από τον Κύριο να με διαφυλάξει. Και κάποια στιγμή μάλιστα, ο εχθρός είχε προσπαθήσει και να με σκοτώσει με ένα αυτοκίνητο. Μόλις είχα ξεκινήσει τότε να εργάζομαι σε ένα σούπερ μάρκετ και πρωί 7 ή ώρα είχα ξεκινήσει για να πάω στη δουλειά. Πήρα το λεωφορείο αλλά εκείνη τη μέρα είχα μια έντονη ανησυχία και προσευχόμουν από μέσα μου συνέχεια στον Θεό. Έφθασα στην πλατεία, πήρα το δεύτερο λεωφορείο και μόλις κατέβηκα στη στάση και πήγα να περάσω απέναντι, ήρθε ένα αυτοκίνητο κι έπεσε με μεγάλη δύναμη επάνω μου. Το οδηγούσε ένας πολύ ηλικιωμένος άνθρωπος, ο οποίος όταν με είδε δεν πρόλαβε να σταματήσει. Έπεσα πρώτα πάνω στο καπό του αυτοκινήτου, μου έφυγαν τα γυαλιά από τα μάτια και μετά, όπως έπεσα κάτω στο έδαφος, ένιωσα το κεφάλι μου να ακουμπάει πάνω σε ένα μαξιλάρι. Που δεν υπήρχε βέβαια αλλά έτσι ακριβώς ένιωσα. Δεν έπαθα απολύτως τίποτε, ούτε μια γρατζουνιά κι αυτό ήταν ένα μεγάλο θαύμα που έζησα.
Αυτούς τους φόβους που είχες, ότι θα σε απομακρύνει ο εχθρός από την εκκλησία, ή ότι θα σου κάνει κάποιο κακό, τους είχες συζητήσει τότε με κάποιον; Με τη μητέρα σου ή με κάποιον άλλο μέσα από την εκκλησία;
Δεν το είχα πει σε κανέναν. Απλά έλεγα: “σας παρακαλώ, προσευχηθείτε για μένα.” Δεν ήθελα να δίνω και πολλά δικαιώματα γιατί η αλήθεια είναι ότι κάπου είχε αρχίσει τότε να με ελκύει ο κόσμος. Και πραγματικά μετά από λίγο καιρό, με αφορμή ένα προσωπικό θέμα, απομακρύνθηκα από τον Θεό. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήμουν όσο έπρεπε ενωμένη με τον Κύριο και ότι δεν είχα πολλές παρέες μέσα στην εκκλησία. Για την ακρίβεια δεν έκανα με κανέναν παρέα. Από προσωπική μου επιλογή; Επειδή ένιωθα κάτι αρνητικό στους άλλους απέναντι μου; Ή μάλλον, πιο σωστά, επειδή εγώ λανθασμένα εκλάμβανα στους άλλους κάτι σαν αρνητικό απέναντι μου. Και τελικά σε ηλικία 18 χρονών απομακρύνθηκα. Είδα την λάμψη του κόσμου κι αυτό με έλκυσε, αλλά όπως λέει μια παροιμία: “ότι λάμπει δεν είναι χρυσός.” Και όταν πήγα στον κόσμο, αυτό το κατάλαβα πολύ καλά. Ένιωθα συνέχεια ένα κενό μέσα στη ψυχή μου, ένιωθα σαν να μην υπήρχε τίποτε μέσα μου, σαν να είμαι άδεια. Πολλή θλίψη, πολλή στενοχώρια, πολλή απογοήτευση κι ας είχα φίλους κι ας είχα παρέες. Ευχαριστώ τον Θεό που με φύλαξε και δεν έμπλεξα με σοβαρές αμαρτίες όπως με ναρκωτικά ή κάτι άλλο. Αυτό το διάστημα που είχα απομακρυνθεί από τον Κύριο πήγαινα στην εκκλησία μόνο κάθε Κυριακή πρωί. Τίποτε περισσότερο.
Οπότε μπορούμε να πούμε ότι ήσουν αυτό που λέει ο Λόγος του Θεού: “χαμένη δραχμή; ”
Έτσι ακριβώς. Και η επιστροφή μου έγινε μετά από τρία χρόνια περίπου. Κάποιος μπορεί να πει ότι τρία χρόνια δεν είναι μεγάλο χρονικό διάστημα, όμως για μένα αυτά τα τρία χρόνια φάνηκαν σαν αιώνας. Στην αρχή ξεκίνησα να διαβάζω λίγο από τον Λόγο του Θεού. Είχα τότε μια μικρή μπλε Καινή Διαθήκη που διάβαζα. Είχα ξεκινήσει από την Αποκάλυψη και διαβάζοντας ένιωθα μέσα μου την παρηγοριά του Κυρίου και σαν να άκουγα τη φωνή Του να μου λέει: “Βαρβάρα έφυγες αλλά Εγώ σε θέλω πάλι πίσω.” Έτσι άρχισα να επιστρέφω βήμα-βήμα. Ερχόμουν στην εκκλησία Κυριακή πρωί, μετά άρχισα να έρχομαι και Κυριακή απόγευμα, μετά πρόσθεσα και το Σάββατο, μετά σιγά-σιγά και τις υπόλοιπες μέρες που υπήρχε συνάθροιση. Και αυτό το προσωπικό θέμα που με είχε απομακρύνει από τον Θεό, πλέον δεν είχε κανένα νόημα για μένα. Όταν απομακρύνθηκα, μπορεί, ανθρωπίνως, να ένιωσα στην αρχή ελεύθερη, στην πραγματικότητα όμως δεν ήμουνα ελεύθερη. Ενώ με το που μπήκα ξανά στην εκκλησία, ένιωσα μέσα στην ψυχή μου την ελευθερία του Πνεύματος του Αγίου. Και αυτό που κατάλαβα τελικά, είναι ότι ο εχθρός το λίγο το κάνει τεράστιο. Την μικρή επιθυμία αν την αφήσεις, την κάνει τεράστια. Το έχω δει στη ζωή μου αυτό, αλλά και στη ζωή άλλων αδελφών. Κι αν δεν βάζει κάποιος όρια στον εαυτό του, θα έρθει η στιγμή που θα πέσει εύκολα. Γιατί ο Κύριος μπορεί να μας αφήνει ελεύθερους να κάνουμε αυτό που θέλουμε και να μας δίνει την εξουσία του εαυτού μας, όμως εκεί θα πρέπει να βάλουμε εμείς οι ίδιοι τα όρια που μας διδάσκει ο Λόγος του Θεού. Και ο Κύριος θα μας βοηθήσει πάνω σε αυτό και θα μας δώσει τη δύναμη να το κάνουμε.
Είναι αυτό που λέει ο Λόγος του Θεού: “όλα είναι στην εξουσία μου αλλά όλα δεν με συμφέρουνε.” Πως είναι η ζωή σου τώρα πλέον μέσα στην εκκλησία;
Ευχαριστώ τον Θεό γιατί έχω δει στη ζωή μου μεγάλες ευεργεσίες του Κυρίου. Και θα ήθελα να αναφέρω κάποιες πνευματικές εμπειρίες. Ήμουνα στην εκκλησία ένα πρωί και την ώρα που έφερε μια προσευχή ο ποιμένας, είδα σε όραση τον σταυρό που σταυρώθηκε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός. Από εκείνη την ώρα και για μεγάλο χρονικό διάστημα, έβλεπα μπροστά μου σε όραση (όχι μόνο μέσα στην εκκλησία αλλά και έξω) τον σταυρό του Χριστού. Και τον έβλεπα κατάμαυρο από τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Μια άλλη εμπειρία που είχα είναι ότι, πριν μερικά χρόνια ένιωθα έναν πόνο στο στέρνο, σαν σφίξιμο. Και κάποιο βράδυ που πονούσα και δεν μπορούσα να κοιμηθώ προσευχήθηκα και είπα: “αν θέλεις Κύριε να με πάρεις, πάρε με. Αν όχι, βοήθησε με να σε ακολουθήσω εντελώς, με όλη μου την καρδιά.” Πήρα μέσα μου απόφαση θανάτου μπορώ να πω, θανάτου της σάρκας. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα τη ψυχή μου να βγαίνει μέσα από το σώμα μου και να ανεβαίνει μέχρι ψηλά στο ταβάνι. Είχα μια περιέργεια να κοιτάξω προς τα κάτω και είδα τότε ότι το πρόσωπο μου ήταν πολύ θλιμμένο. Και ξαφνικά σαν κάποιος να με έσπρωξε με πολύ μεγάλη δύναμη και γύρισα πάλι μέσα στο σώμα μου. Είχα όμως πολλή χαρά γιατί κατάλαβα πως ότι έγινε ήταν από τον Κύριο. Κι εκείνος έκρινε ότι δεν ήταν η ώρα μου να φύγω. Θέλω να ευχαριστήσω τον Θεό γιατί με αξίωσε να συμμετέχω και στο έργο Του. Να μοιράζω εφημερίδες, φυλλάδια, Καινές Διαθήκες, ήταν κάτι που το ήθελα πάντα αυτό. Και μια μέρα που επέστρεφα σπίτι με το λεωφορείο είδα έναν ναρκομανή που ήρθε και κάθισε απέναντι μου, διαγώνια. Προηγουμένως είχε γυρίσει όλες τις θέσεις του λεωφορείου και ζητούσε από όλους χρήματα. Εγώ δεν είχα πάνω μου κάτι για να του δώσω και του λέω: “δεν έχω χρήματα να σου δώσω, αλλά έχω να σου δώσω αυτό”. Και του έδωσα μια Καινή Διαθήκη που είχα μαζί μου, λέγοντας του: “ελπίζω να την διαβάσεις, γιατί ο Χριστός σε αγαπάει.”
Μου θύμισες τώρα τον απόστολο Πέτρο που είπε στον παραλυτικό: “αργύριο και χρυσίο δεν έχω αλλά αυτό που έχω αυτό σου δίνω.” Και τον θεράπευσε στο όνομα του Χριστού.
Πραγματικά. Μετά από δύο μέρες που σκεφτόμουνα το συμβάν, θυμήθηκα αυτό το εδάφιο από τις Πράξεις των Αποστόλων. Εκείνη την ώρα όμως μίλησα τελείως αυθόρμητα. Και δίνοντας αυτή τη Καινή Διαθήκη ένιωσα ένα μεγάλο βάρος να φεύγει από μέσα μου, και την ψυχή μου ελεύθερη σαν πούπουλο. Από τότε προσπαθώ να συμμετέχω πάντα στην ευαγγελιστική ομάδα που έχουμε εδώ στην εκκλησία.
Ωραία. Κλείνοντας αδελφή Βαρβάρα τι θα ήθελες να πεις σε όσους βρίσκονται σε αυτή τη κατάσταση, της “χαμένης δραχμής” που ήσουν κι εσύ κάποτε. Που ήσουνα μέσα στην εκκλησία αλλά και δεν ήσουνα.
Ακριβώς όπως το είπες αδελφέ. Ήμουνα και δεν ήμουνα. Λοιπόν θα ήθελα να τους πω να εμπιστευτούνε τον Χριστό σαν τον καλύτερο τους φίλο. Γιατί είναι ο μόνος που θα είναι πάντα δίπλα τους. Η οικογένεια τους ίσως δεν θα μπορεί να είναι πάντα δίπλα τους, οι αδελφοί της εκκλησίας ή οι φίλοι τους το ίδιο. Ο Χριστός θα είναι πάντα δίπλα τους. Γι’ αυτό να εμπιστευτούνε τον Κύριο ολοκληρωτικά, να Του δώσουνε ολόκληρη την καρδιά τους, να Τον αγαπήσουνε με όλη την καρδιά τους και ο Χριστός δεν θα τους προδώσει ποτέ.