Γεωργία Ζώτου
“Δίκαιος ο Κύριος εν πάσαις ταις οδοίς αυτού και αγαθός εν πάσι τοις έργοις αυτού. Ο Κύριος είναι πλησίον πάντων των επικαλουμένων αυτόν· πάντων των επικαλουμένων αυτόν εν αληθεία. Εκπληροί την επιθυμίαν των φοβουμένων αυτόν, και της κραυγής αυτών εισακούει και σώζει αυτούς.” Ψαλμός ρμε:17-19
“Δίκαιος ο Κύριος εν πάσαις ταις οδοίς αυτού και αγαθός εν πάσι τοις έργοις αυτού. Ο Κύριος είναι πλησίον πάντων των επικαλουμένων αυτόν· πάντων των επικαλουμένων αυτόν εν αληθεία. Εκπληροί την επιθυμίαν των φοβουμένων αυτόν, και της κραυγής αυτών εισακούει και σώζει αυτούς.” Ψαλμός ρμε:17-19
Αυτό το μήνα θα μας δώσει την μαρτυρία της η αδελφή μας Γεωργία Ζώτου.
Αδελφή Γεωργία, να σε ευχαριστήσουμε καταρχάς που θα μοιραστείς μαζί μας την προσωπική σου εμπειρία με τον Χριστό.
Εγώ ευχαριστώ και ευχαριστώ πάνω από όλα τον Θεό για την ευκαιρία που μου δίνει να ομολογήσω όσα έχει κάνει μέσα στη ζωή μου. Γιατί έχω δει στη ζωή μου το χέρι του Θεού δυνατό. Και στα τέσσερα χρόνια που είμαι στην εκκλησία αλλά και πιο μπροστά. Να πω ξεκινώντας ότι γεννήθηκα μέσα σε μια οικογένεια πιστή, με την έννοια που είναι πιστοί οι περισσότεροι στη πατρίδα μας. Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι ευσεβείς, θεοσεβούμενοι, που γνώριζαν και έκαναν τα τυπικά όπως τα είχανε διδαχτεί. Θυμάμαι όταν πηγαίναμε σαν παιδιά στην εκκλησία για να κοινωνήσουμε, μας έλεγε η μητέρα μου ότι πάμε να βγάλουμε “το χρυσό δοντάκι” και ότι δεν πρέπει αυτή τη μέρα να μιλήσουμε άσχημα, να φερθούμε άσχημα, γιατί παίρνουμε το σώμα και το αίμα του Χριστού μας.
Στην Αθήνα έχεις μεγαλώσει;
Ναι, εδώ έχω γεννηθεί κι έχω μεγαλώσει. Ξέχασα να σου πω ότι γεννήθηκα με προσωπίδα. Με μια μεμβράνη στο πρόσωπο, κάτι αρκετά σπάνιο και που οι παλιότεροι πίστευαν ότι ήταν ένα σημάδι από τον Θεό. Σαν προστασία στο μωρό για να μην το πειράξει ο Σατανάς. Μου το βγάλανε, εν πάση περιπτώσει, στο νοσοκομείο και επειδή το τράβηξαν κάπως απότομα, μου έκαναν μια μικρή ζημιά στο μάτι μου αλλά ήταν κάτι ανεπαίσθητο. Ο Θεός όμως πραγματικά με προστάτευε από τότε που γεννήθηκα και με διαφύλαξε όταν αρρώστησα σοβαρά -μωρό ακόμα- με πνευμονία. Κι έλεγε πάντα η συγχωρεμένη η μητέρα μου ότι ο Κύριος με χάρισε σε εκείνη δύο φορές. Την πρώτη όταν γεννήθηκα και την δεύτερη όταν έγινα καλά από αυτή την πνευμονία. Μεγαλώνοντας κι επειδή σαν οικογένεια ζήσαμε δύσκολες καταστάσεις, έπαθα κάτι σαν ψυχική διαταραχή. Άκουγα μέσα μου φωνές που με προέτρεπαν να κάνω άσχημα πράγματα, αλλά επειδή είχα φόβο Θεού -γιατί έτσι με είχαν διδάξει οι δικοί μου- μετά από προσευχή που έκανα το ξεπερνούσα.
Τι ακριβώς σού έλεγαν αυτές οι φωνές;
Περνούσανε, ας πούμε, στο σχολείο μπροστά μου τα άλλα παιδάκια και μια φωνή μού έλεγε: “Σπρώξε τα τώρα να πέσουν από τη σκάλα.” Η όπως ήμουνα στο σπίτι μού έλεγε: “Άνοιξε την πόρτα και φύγε γιατί εδώ δεν σε αγαπάνε.” Τέτοια πράγματα. Διαμέσου όμως της προσευχής όλα αυτά μετά από πέντε-έξι μήνες σταμάτησαν. Δεν το είχα πει τότε σε κανέναν γιατί φοβόμουνα το πως θα με αντιμετωπίσουνε μετά, αλλά η μόνη μου καταφυγή ήτανε πάντα ο Θεός. Και πολλές φορές μπορεί να ήμουνα κάπου και να έπαιζα με άλλα παιδάκια και ξαφνικά να τους έλεγα: “περιμένετε με για λίγο κι έρχομαι.” Και πήγαινα τρέχοντας στην εκκλησία, άναβα ένα κεράκι, έκανα μια μικρή προσευχή και μετά πάλι γύριζα και συνέχιζα το παιχνίδι. Και αυτό γινότανε για χρόνια, σε σημείο που οι φίλοι και οι γνωστοί, αλλά και η μητέρα μου ακόμα, μού είχαν βγάλει το παρατσούκλι και με φώναζαν: “η καλόγρια.”
Ένιωθες την ανάγκη να επικοινωνήσεις με τον Θεό.
Ναι, ακριβώς. Πάντα υπήρχε αυτή η ανάγκη μέσα μου. Και ότι ζητούσα από τον Θεό μού το έδινε. Βέβαια αυτό που ζητούσα κυρίως ήταν υγεία για εμένα και τους δικούς μου ανθρώπους, δεν γνώριζα για να ζητήσω αυτό που λέμε σήμερα την “πνευματική ευλογία.” Εντωμεταξύ ο Κύριος μού είχε δώσει τότε ένα χάρισμα, χωρίς να Τον γνωρίζω ακόμα, το χάρισμα των ενυπνίων. Έπεφτα και κοιμόμουνα κι έβλεπα σε όνειρο τι ακριβώς θα συμβεί την άλλη μέρα. Όχι μόνο σε εμένα αλλά και σε άλλους ανθρώπους. Κι επειδή κάποια στιγμή με κούρασε αυτό που συνέβαινε, πήγα σε έναν ιερέα στην ορθόδοξη εκκλησία και του ζήτησα να με “διαβάσει.” Για να σταματήσω να βλέπω αυτά τα όνειρα, τα ενύπνια. Και μου είπε τότε ότι: “δεν έχω πρόβλημα να σε διαβάσω αλλά αυτό που έχεις λέγεται διαίσθηση, δεν είναι κάτι κακό.” Τελικά ο Κύριος, επειδή με τρόμαζε αυτό που γινότανε, σταμάτησε να μου δείχνει αυτά τα όνειρα -σε καθημερινή βάση τουλάχιστον- και μου έδειχνε κάτι, μόνο αν ήτανε να συμβεί κάποιο γεγονός στην οικογένεια μου. Επειδή πέρναγα δύσκολες οικογενειακές καταστάσεις, έχω χάσει τον έναν μου αδελφό σε ηλικία 23 χρονών και οπωσδήποτε υπήρχε πόνος μέσα στο σπίτι μας. Έβλεπα όμως πάντα στη ζωή μου το χέρι του Θεού και πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι βλέπουν μέσα στη ζωή τους το χέρι του Θεού. Πιστοί και άπιστοι. Αν και δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος πραγματικά άπιστος, που να μην πιστεύει σε τίποτε.
Κάποιοι πάντως προσπαθούνε.
Να πω εδώ κι ένα πρόσφατο γεγονός όπου είδα δυνατό το χέρι του Κυρίου στη ζωή μου. Έχω οστεοαρθρίτιδα και ξαφνικά με έπιασε ένας πολύ δυνατός πόνος στο γόνατο μου, σε σημείο που είχα ανάγκη πατερίτσες για να περπατήσω. Το έμαθαν οι πρεσβύτεροι στην εκκλησία, ήρθανε, με άλειψαν με έλαιο όπως λέει ο Λόγος του Θεού, προσευχήθηκαν για μένα και ο Κύριος μού μίλησε με προφητεία και μού είπε ότι: “Χέρι ανθρώπου δεν θα θεραπεύσει εσένα, αλλά Εγώ θα σε θεραπεύσω.” Πήγα πάντως σε ορθοπεδικό, μου έδωσε φάρμακα, μου είπε να κάνω διάφορα, αλλά -ενώπιον του Θεού το λέω- δεν χρειάστηκε τελικά να κάνω απολύτως τίποτε, γιατί ο Κύριος με θεράπευσε τελείως. Και αυτή τη στιγμή περπατάω καθημερινά δέκα χιλιόμετρα, ενώ πριν δεν μπορούσα να πάω από το σαλόνι στη κουζίνα.
Δόξα στον Θεό. Να φθάσουμε όμως στο σημείο που σε κάλεσε ο Κύριος.
Αμήν. Ήμουνα για χρόνια φίλη με την Χριστίνα, μια αδελφή μας από την εκκλησία (την Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής) με την οποία είχαμε γνωριστεί στη Μύκονο σε ένα ξενοδοχείο που δουλεύαμε μαζί. Πάντα μου μιλούσε για τον Κύριο, αλλά εγώ, θεωρώντας ότι προσπαθεί να μου κάνει προσηλυτισμό, της είχα ξεκαθαρίσει πως: “σε αγαπάω πολύ σαν φίλη μου αλλά αυτά που πιστεύεις κράτησε τα για τον εαυτό σου κι αυτά που πιστεύω εγώ θα τα κρατήσω για τον εαυτό μου.” Μέχρι που το 2016 κάποιοι λεγόμενοι “μάρτυρες του Ιεχωβά” πλησίασαν τον αδελφό μου και ξεκίνησε να πηγαίνει στις συναθροίσεις τους. Θύμωσα μαζί του, τού είπα ότι δεν είναι σωστό αυτό που κάνει, ότι αλλιώς τα έχουμε μάθει από παιδιά, αλλά “πες-πες” τελικά πείστηκα να πάω κι εγώ. Το μόνο που ένιωθα όταν πήγαινα εκεί ήταν υπνηλία όμως μού προκάλεσαν πολύ το ενδιαφέρον όταν μου είπαν ότι στην επόμενη συνάθροιση τους θα έχουν την: “ανάμνηση του Κυρίου.” Και η “ανάμνηση του Κυρίου” για αυτούς, είναι αυτό που κάνουμε εμείς κάθε Κυριακή και είναι η Θεία κοινωνία. Το είπα στην αδελφή την Χριστίνα, την φίλη μου και την παρακάλεσα να έρθει εκείνη τη μέρα μαζί μου. Και επειδή επέμενα πάρα πολύ δέχτηκε αλλά μού είπε ότι: “θα έρθω μόνο για σένα και δεν θα έχω απολύτως καμία συμμετοχή σε ότι γίνει εκεί μέσα, θα είμαι απλά θεατής.” Πραγματικά πήγαμε και όταν πέρασε ο δίσκος με τον άρτο, τον έδινε ο ένας στον άλλο και δεν έπαιρνε κανένας. Το ίδιο και με τον οίνο. Εγώ όμως ένιωσα την επιθυμία να πάρω αλλά μόλις άπλωσα το χέρι έπεσαν όλοι επάνω μου να με αποτρέψουν. Μου έλεγαν: “μην τολμήσεις και πάρεις,” “είσαι αμαρτωλή και θα καείς” και πραγματικά με φοβίσανε και δεν πήρα. Μετά μου εξήγησαν ότι για να πάρεις μέρος στην: “ανάμνηση του Κυρίου” πρέπει να είσαι ένας από τους εκλεκτούς 144.000. Και χωρίς να ξέρω τότε τίποτε από την Αγία Γραφή, μού φάνηκε εντελώς παράλογο, μέσα σε τόσους αιώνες και μέσα σε τόσα εκατομμύρια χριστιανούς που πέρασαν -πολλοί από τους οποίους μαρτύρησαν κιόλας- να είναι μόνο 144.000 οι εκλεκτοί.
Πράγματι. Να πούμε εδώ ότι ο αριθμός 144.000 υπάρχει όντως στην Αγία Γραφή, στο βιβλίο της Αποκάλυψης συγκεκριμένα, όμως δεν αναφέρεται σε καμία περίπτωση σε χριστιανούς, αλλά ξεκάθαρα στους Ισραηλίτες που θα πιστέψουν στον Χριστό στις έσχατες μέρες.
Αμήν. Εν πάση περιπτώσει μου λέει κάποια στιγμή ο αδελφός μου: “πάρε τη φίλη σου τη Χριστίνα και κανόνισε να πάμε μια μέρα να δούμε πως είναι και η εκκλησία που πάει.” Μου το είπε, μου το ξαναείπε και έλεγα ότι: “ναι, θα τη πάρω” αλλά όμως δεν την έπαιρνα, μέχρι που χτυπάει μια μέρα το τηλέφωνο και ήταν η Χριστίνα. Και μού λέει: “Γεωργία, αυτή την Κυριακή βαπτίζεται στην εκκλησία ο γιος μου στο νερό και θα ήθελα πάρα πολύ να έρθεις.” Ήτανε 21 Μαίου του 2017 όταν πήγα στην εκκλησία μας στη Πετρούπολη, απλά για να παρακολουθήσω μια βάπτιση και από τότε δεν ξαναέφυγα ποτέ. Γιατί εκείνη τη μέρα μού μίλησε ο Κύριος. Αφού λοιπόν άκουσα το κήρυγμα και πραγματικά έχω “πλαντάξει” στο κλάμα, λέει μετά ο ποιμένας, ο αδελφός Νίκος Ντουρουντάκης: “όποιος θέλει να δώσει τη καρδιά του στον Χριστό, να πάρει ένα μαξιλαράκι και να έρθει μπροστά στον άμβωνα να γονατίσει.” Πού βρήκα το θάρρος να πάω μπροστά, ακόμα δεν μπορώ να το εξηγήσω. Γονάτισα, έκλαιγα με λυγμούς και αν θέλετε το πιστεύετε, η εκκλησία μας είναι στον τρίτο όροφο και το κλάμα μου ακουγότανε μέχρι κάτω στο πεζοδρόμιο. Και μας άρεσε τόσο πολύ και σε μένα και στον αδελφό μου που ξαναπήγαμε και το απόγευμα, στη βραδινή συνάθροιση. Συνεχίσαμε από τότε να πηγαίνουμε στην εκκλησία και μετά από δεκατρείς μέρες, στη γιορτή της Πεντηκοστής, ο Κύριος με βάπτισε με το Πνεύμα το Άγιο.
Είχες βαπτιστεί εντωμεταξύ στο νερό;
Όχι, στο νερό καθυστέρησα να βαπτιστώ γιατί κάπνιζα. Θα τα πω στη συνέχεια. Εκείνη την ημέρα της Πεντηκοστής, πραγματικά ο Διάβολος προσπαθούσε με κάθε τρόπο να με κάνει να φύγω από την εκκλησία. Είχα άσχημη διάθεση, με ενοχλούσανε όλα και θυμάμαι είχα θυμώσει τότε με έναν αδελφό γιατί εκεί που προσευχότανε, δόξαζε ο άνθρωπος τον Θεό κι έλεγε: “Αλληλούια.” Κι εγώ πίστευα ότι υποκρίνεται. Μετά, μια αδελφή καθώς περνούσε, έκλεισε κατά λάθος το υμνολόγιο που διάβαζα, μετά κάτι άλλο με ενόχλησε και γενικώς όλα μου έφταιγαν. Σκεφτόμουνα διάφορα και όταν άκουσα τον αδελφό μου να μού λέει: “πάμε;” αμέσως είπα: “ναι, πάμε να φύγουμε δεν είναι ωραία σήμερα.” Εκείνος όμως δεν μού έλεγε: “πάμε να φύγουμε” αλλά κρατούσε ένα μαξιλαράκι και μού έλεγε να πάμε μπροστά να γονατίσουμε. Γιατί είχε καλέσει ο αδελφός όποιον θέλει, να πάει μπροστά για να βαπτιστεί με Πνεύμα Άγιο. Δίστασα για λίγο, αλλά με παρότρυνε και μια αδελφή που καθότανε πίσω μου και τελικά το αποφάσισα. Και όταν γονάτισα, είπα στον Θεό: “Κύριε, δεν ξέρω αν αξίζω να με βαπτίσεις με το Πνεύμα Σου το Άγιο, αλλά, το τι έχω περάσει στη ζωή μου, το ξέρεις μόνο Εσύ και η ψυχή μου.” Εκεί έσπασε η καρδιά μου και άρχισα να κλαίω. Και καθώς δόξαζα τον Θεό έρχεται ξαφνικά το Πνεύμα το Άγιο και μπερδεύεται η γλώσσα μου. Με ακούει ο αδελφός Τάκης Βλασόπουλος, που είναι πρεσβύτερος στην εκκλησία, έρχεται από πάνω μου και μού λέει: “μην σταματάς, συνέχισε.” Και γίνεται εκείνη την στιγμή μέσα στην εκκλησία ένας αλαλαγμός όπου έχουνε σηκωθεί όλοι, νέοι, γέροι, μικρά παιδιά και δοξάζουνε τον Κύριο. Εγώ έχω γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα και κάποια στιγμή ασυναίσθητα, σηκώνω το χέρι μου και κάνω τον σταυρό μου. Χαμογέλασε ο αδελφός ο Τάκης και μου λέει: “Γεωργία μου, μη φοβάσαι, ο Κύριος είναι που σε επισκέπτεται.” Με το που μού το είπε αυτό και ηρέμησα λίγο αδελφέ μου, αρχίζω αμέσως να γλωσσολαλώ. Με πάρα πολλές γλώσσες. Και ένιωθα μέσα μου απίστευτη αγάπη, χαρά, ειρήνη όπου ήθελα να αγκαλιάσω και να φιλήσω όλο τον κόσμο. Και να πω σε όλους ότι ο Κύριος είναι ζωντανός, είναι αληθινός και βαπτίζει και σήμερα τον άνθρωπο με Πνεύμα Άγιο. Περιττό να σου πω, ότι η συνάθροιση αντί για 9.30 που θα τελείωνε κανονικά, τελείωσε στις 11.30 το βράδυ.
Βαπτίστηκαν και άλλοι;
Ναι, έγινε μεγάλη ευλογία. Θυμάμαι όταν είχαμε πρωτοπάει στην εκκλησία με τον αδελφό μου και ακούγαμε τα αδέλφια να γλωσσολαλούνε μού είχε πει: “Γεωργία, όντως είναι αυτό το Πνεύμα το Άγιο ή μήπως έχουνε πάει σε καμιά σχολή όλοι αυτοί κι έχουνε μάθει ξένες γλώσσες;” Μια που μού το είπε και μια που βαπτίστηκα κι εγώ με Πνεύμα Άγιο. Θυμάμαι μια άλλη φορά έλεγε: “θέλω να εξομολογηθώ σε κάποιον” και την ίδια στιγμή λέει ένας αδελφός από τον άμβωνα: “για να εξομολογηθούμε, δεν είναι ανάγκη να πάμε σε κάποιον άνθρωπο αλλά μπορούμε να πάμε απευθείας στον Κύριο.” Δηλαδή δεν προλαβαίναμε να εκφράσουμε κάποια απορία κι ερχότανε αμέσως ο Κύριος κι έδινε με θαυμαστό τρόπο την απάντηση. Μετά προσπαθώ να κόψω το τσιγάρο για να βαπτιστώ στο νερό. Προσεύχομαι στον Κύριο, Τον εκλιπαρώ, Τον παρακαλώ, μέχρι που κάποια στιγμή αποφασίζω να κάνω τρείς μέρες νηστεία. Κάνω την πρώτη μέρα νηστεία και το βράδυ, μετά που έφαγα, ανάβω ένα τσιγάρο, αλλά χωρίς να το θέλω, από συνήθεια. Και λέω στον αδελφό μου: “γιατί το άναψα τώρα αυτό το τσιγάρο;” Μου λέει: “μήπως για να το καπνίσεις;” Δεν ήθελα όμως να το καπνίσω, με είχε ελευθερώσει ο Κύριος. Ήμουνα έτοιμη μετά να βαπτιστώ, όντως βαπτίστηκα και από τότε προχωράω μαζί με τον Κύριο. Πάντα με την χάρη Του. Όχι ότι δεν πέφτω, αλλά προσπαθώ, ξανασηκώνομαι και συνεχίζω, μέχρι να φτάσω μια μέρα κοντά Του. Αυτή είναι η ιστορία μου, αυτή είναι η αλήθεια μου, αυτά έχω ζήσει με τον Κύριο και Τον ευχαριστώ για όλα, μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου.
Αμήν. Κλείνοντας αδελφή Γεωργία, πες μας ένα μήνυμα για όλους όσους διαβάσουν την ομολογία σου.
Να εμπιστευθούνε τον Κύριο, να του παραδώσουν τη ζωή τους και Εκείνος θα τους οδηγήσει κατά πάντα. Γιατί δεν αφήνει κανέναν ο Κύριος, εμείς αφήνουμε τον Κύριο. Εμείς οι άνθρωποι συχνά ξεχνάμε ότι υπάρχει ο Κύριος, ότι έχυσε το αίμα Του για εμάς και όσο αμαρτωλός κι αν είσαι ο Χριστός έχει πάντα μια αγκαλιά ανοιχτή για σένα. Αυτή είναι η αλήθεια, η αλήθεια που έζησα. Ότι ο Κύριος για εμένα και την οικογένεια μου, είχε και έχει πάντα, μια ανοιχτή αγκαλιά