Λευτέρης και Μαρία Δημητράκη
«Και εκβαλών αυτούς έξω είπε· Κύριοι, τι πρέπει να κάμω δια να σωθώ; Οι δε είπον· Πίστευσον εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και θέλεις σωθή, συ και ο οίκος σου.» Πράξεις ις:30-31
«Και εκβαλών αυτούς έξω είπε· Κύριοι, τι πρέπει να κάμω δια να σωθώ; Οι δε είπον· Πίστευσον εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και θέλεις σωθή, συ και ο οίκος σου.» Πράξεις ις:30-31
Αυτό το μήνα θα μας δώσουν τη μαρτυρία τους για τον Χριστό, τα αδέλφια μας Λευτέρης και Μαρία Δημητράκη.
Αδελφέ Λευτέρη, ας ξεκινήσουμε με εσένα, για να μας διηγηθείς πως εργάστηκε ο Κύριος μέσα στη ζωή σου.
Αμήν. Θα ξεκινήσω από τα παιδικά μου χρόνια. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια χριστιανική, κατά το δόγμα που επικρατεί στη χώρα μας. Η μητέρα μου όμως είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για τον Θεό, πήγαινε τακτικά στην εκκλησία και μας έπαιρνε πάντα κι εμάς μαζί της. Είμαστε τέσσερα αδέλφια, όλα αγόρια κι εγώ είμαι ο δεύτερος κατά σειρά. Σαν παιδί ποτέ δεν έμπλεξα με την αμαρτία και ο Κύριος μού φανέρωσε, όταν Τον γνώρισα, ότι Εκείνος ήταν που με προφύλαξε. Δεν γνώριζα βέβαια ακόμα τον Χριστό, δεν ήμουν αναγεννημένος, όμως κάθε βράδυ προσευχόμουνα και Τον έβλεπα στη ζωή μου να κάνει θαυμαστές ενέργειες. Στο τέλος του Λυκείου, όταν έδωσα Πανελλήνιες εξετάσεις, πάλι είδα το χέρι του Θεού να με βοηθάει και πέρασα στο ΤΕΙ Πειραιά στο τμήμα Μηχανολογίας. Όμως τελικά δεν συνέχισα σε αυτή τη σχολή, αλλά επηρεαζόμενος από το παράδειγμα του πατέρα μου, που ήταν ναυτικός, αποφάσισα να ακολουθήσω κι εγώ αυτό το επάγγελμα. Και πράγματι, την επόμενη χρονιά πέρασα στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων στον Ασπρόπυργο -μάλιστα με την χάρη του Θεού μπήκα πρώτος σε όλη την Ελλάδα- και ολοκλήρωσα με επιτυχία τις σπουδές μου, ως μηχανικός, το 2004. Και αφού υπηρέτησα τη θητεία μου στο Πολεμικό Ναυτικό, ξεκίνησα να εργάζομαι σε διάφορα πλοία.
Μεγαλώνοντας διατήρησες αυτή τη πίστη που είχες στον Θεό;
Μπορώ να πω ότι την διατήρησα. Θυμάμαι το 1999 είχε γίνει ο μεγάλος σεισμός στην Αττική κι εμείς στο Μενίδι που ζούσαμε ήμασταν στο επίκεντρο. Είδα σπίτια να γκρεμίζονται, είδα ανθρώπους να πεθαίνουνε και εκείνο το βράδυ συγκλονισμένος, σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό και είπα: “Θεέ μου, πόσο μικρός είμαι μπροστά στη πλάση Σου;” Γιατί μέχρι τότε, δεν είχα αναλογιστεί ποτέ ποιός πραγματικά είμαι. Την ίδια χρονιά έγινε ένα άσχημο γεγονός με τη μητέρα μου. Εμφάνισε μια ελιά στο χέρι η οποία άρχισε να ματώνει και όταν έκανε βιοψία τα αποτελέσματα δεν ήτανε καθόλου καλά. Είχε μελάνωμα σε δεύτερο στάδιο και ο γιατρός τής έδωσε λίγους μήνες ζωής. Και πράγματι τον Οκτώβριο του 2001 αναχώρησε. Από τότε πάντα πήγαινα στον Θεό με παράπονο και του έλεγα: “γιατί Θεέ μου πήρες τη μητέρα μου;” Γιατί εκείνη ήταν το στήριγμα μου, η αδυναμία μου. Αυτό το έλεγα για χρόνια, μέχρι τον Μάιο του 2007. Τότε γυρνώντας από ένα ταξίδι στον Καναδά, μπήκα στο σπίτι, ένιωσα πάλι αυτή την απουσία της μητέρας μου και το βράδυ, αφού έκανα μια προσευχή, κοιμήθηκα. Γιατί πάντα είχα αυτή τη καλή συνήθεια να προσεύχομαι. Και βλέπω τότε ένα ενύπνιο, ένα όνειρο. Χτύπησε το κουδούνι της εξώπορτας, σηκώθηκα, άνοιξα τη πόρτα και ήταν η μητέρα μου. Φορούσε λευκά ρούχα, ήταν πανέμορφη και το δέρμα της έλαμπε σαν μικρού παιδιού. Την αγκάλιασα κι έκλαιγα με λυγμούς, όμως εκείνη έφυγε και δεν με άφησε να την ακολουθήσω. Όταν πίστεψα στον Κύριο, μετά από ένα χρόνο περίπου, μου φανέρωσε ότι η μητέρα μου είναι τώρα μαζί Του. Εκεί καθησυχάστηκα.
Αυτή είναι η παρηγοριά του ανθρώπου στον πόνο του αποχωρισμού.
Αμήν, η μόνη παρηγοριά. Το 2008 άλλαξα ναυτιλιακή εταιρεία και βρέθηκα στην Αίγυπτο για να μπω σε ένα νέο πλοίο. Εκεί, μόλις κατέβηκα στο μηχανοστάσιο, βρήκα έναν συνάδελφο που ήμασταν μαζί στη σχολή στον Ασπρόπυργο. Τον οποίο θυμόμουνα σαν ένα ιδιόρρυθμο άτομο, με προκλητική εμφάνιση. Όταν μιλήσαμε όμως μου είπε: “Λευτέρη δεν είμαι αυτός που θυμάσαι. Έχω αλλάξει κι ακολουθώ τώρα τον Κύριο.” Μόλις άκουσα αυτή τη κουβέντα συγκλονίστηκα και είπα μέσα μου: “Χριστέ μου, αυτός ο άνθρωπος Σε αποκάλεσε Κύριο.” Μου είπε ο αδελφός την ομολογία του, πως ο Θεός τον αναγέννησε, τον ελευθέρωσε από την αμαρτία, από το ποτό, τα ναρκωτικά και τα πίστευα αυτά που μου έλεγε, γιατί πραγματικά το πρόσωπο του έλαμπε. Μετά από μια μέρα όμως έφυγε, γιατί ήταν εκείνος που αντικατέστησα όταν πήγα στο πλοίο. Αλλά ο Κύριος εργαζότανε μέσα στη καρδιά μου και πήρα μια Καινή Διαθήκη κι άρχισα δειλά-δειλά να τη διαβάζω. Μετά από δύο μήνες φεύγει ένας συνάδελφος κι έρχεται πάλι αυτός ο αδελφός στο πλοίο. Εκεί κατάλαβα ότι ο Θεός κάτι θα κάνει. Καθόμασταν κάθε απόγευμα, συζητούσαμε, μελετούσαμε μαζί την Αγία Γραφή και μετά ακούγαμε κάποια CD με κηρύγματα. Είχα γνωρίσει έτσι, μέσα από τα CD, όλους τους ποιμένες της Ελευθέρας Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής. Τον αδελφό τον Λεωνίδα Φέγγο, τον αδελφό Νικολακόπουλο και όλους τους άλλους αδελφούς. Και με έβαζε ο αδελφός να φέρνω προσευχές, κάτι που εκείνες τις μέρες έμαθα να κάνω. Εγώ μέχρι τότε, όταν προσευχόμουν έλεγα συνήθως το: “Πάτερ ημών.”
Αυτοσχέδιες προσευχές όπως τις λένε κάποιοι.
Ναι, μίλαγα στον Θεό με απλά λόγια και έφερνα ενώπιον Του, με σεβασμό και ευχαριστία, τις ανάγκες και τα αιτήματα μας. Πέρασε έτσι λίγος καιρός, όμως κάποια στιγμή ήρθε ένας προβληματισμός μέσα στη καρδιά μου. Και είπα στον αδελφό: “πολύ ωραία είναι όλα αυτά που μου λες, όμως εγώ, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;” (Μετά από χρόνια, είδα ότι αυτή η φράση υπάρχει έτσι ακριβώς μέσα στον Λόγο του Θεού.) Και μου λέει ο αδελφός: “θα πας στη καμπίνα σου, θα γονατίσεις μπροστά στον Κύριο και θα Του δώσεις την καρδιά σου με ειλικρίνεια και ταπείνωση. Θα Τον προσκαλέσεις να έρθει στη ζωή σου, τίποτε άλλο.” Πράγματι το ίδιο βράδυ γονάτισα και είπα στον Θεό: “Θεέ μου, αν όλα όσα μου λέει αυτός ο άνθρωπος είναι αληθινά κι Εσύ τον άλλαξες κι αν όσα διαβάζω στο λόγο Σου είναι κι’ αυτά αληθινά, τότε Σε προσκαλώ να έρθεις στη ζωή μου.” Πριν προλάβω να τελειώσω αυτά τα λόγια, έρχεται στη καμπίνα μου η παρουσία του Θεού. Κάτι πολύ ιδιαίτερο που δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια. Ένιωσα μια μεγάλη δύναμη μέσα στο σώμα μου όπου σαν να σπάσανε όλα μέσα μου, να γκρεμίσανε. Κι άρχισα να κλαίω με ένα κλάμα μετάνοιας που δεν είχα ξανακλάψει ποτέ στη ζωή μου. Εκείνο το βράδυ από τη χαρά μου δεν κοιμήθηκα καθόλου και όταν κατέβηκα το πρωί στο μηχανοστάσιο, το χαμόγελο μου έφτανε μέχρι τα αυτιά. Με κοιτάει ο αδελφός με απορία και μου λέει: “μη μου πεις;” Του λέω: “ναι, ήρθε ο Χριστός μέσα στη ζωή μου.” Και αγκαλιαστήκαμε και δοξάσαμε μαζί τον Θεό. Έτσι ο Κύριος με αναγέννησε κι άλλαξε τελείως την ζωή μου. Μια νύχτα, καταμεσής του Ινδικού ωκεανού, μέσα στη καμπίνα ενός πλοίου. Μετά από λίγο τέλειωσε το ταξίδι αυτό και γύρισα σπίτι μου.
Το ταξίδι σου όμως μαζί με τον Χριστό, μόλις είχε αρχίσει.
Ακριβώς. Μόλις ήρθα στην Ελλάδα πήγα για ένα μήνα στην Ερέτρια όπου είχε ένα εξοχικό σπίτι ο πατέρας μου και η πιο κοντινή εκκλησία ήταν η Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής της Χαλκίδας. Εκεί ξεκίνησα να πηγαίνω κι εκεί βαπτίστηκα στο νερό στις 26 Ιουλίου 2008. Σε αυτή την εκκλησία έκανα τα πρώτα μου πνευματικά βήματα και είχα συγκλονιστεί πραγματικά από την αγάπη και το ενδιαφέρον όλων των αδελφών. Τον Σεπτέμβριο όμως με καλέσανε από τη δουλειά μου να παρακολουθήσω ένα σεμινάριο, οπότε επέστρεψα στο σπίτι μου στο Μενίδι. Είχα τότε ένα δίλημμα, αν θα πάω στην εκκλησία στο Μενίδι ή στην εκκλησία στην Κηφισιά, γιατί ήτανε και οι δύο αρκετά κοντά στο σπίτι μου. Τελικά έβαλε ο Κύριος στη καρδιά μου την Κηφισιά και μόλις πήγα, γονάτισα στο τελευταίο θρανίο γιατί ήταν ώρα προσευχής. Μετά από λίγο ένιωσα κάποιον να με χτυπάει στη πλάτη και ήταν ο ποιμένας της εκκλησίας, ο αδελφός Γιώργος Κοροβέσης. Ο οποίος με έβλεπε για πρώτη φορά και ήθελε να με γνωρίσει. Του είπα, εν τάχει, την ομολογία μου και μου λέει: “Λευτέρη, απόψε θα βαπτιστείς με Πνεύμα Άγιο. Το πιστεύεις;” Είπα: “αμήν” αν και δεν μπορώ να πω ότι το πίστευα τόσο πολύ.
Σου είχε μιλήσει ο αδελφός στο πλοίο για τη βάπτιση του Αγίου Πνεύματος;
Ναι, μου το είχε πει. Και από την πρώτη στιγμή το είχα πάρει πολύ ζεστά και προσευχόμουν κι έλεγα: “θέλω Κύριε να με βαπτίσεις με το Πνεύμα σου το Άγιο με πάρα πολλή δύναμη.” Πραγματικά μόλις τέλειωσε το κήρυγμα με φώναξε ο αδελφός ο Κοροβέσης μπροστά, γονατίσαμε, ξεκινήσαμε να δοξάζουμε μαζί τον Θεό και ήρθε το Πνεύμα το Άγιο με πολύ μεγάλη δύναμη. Κι έζησα ακριβώς αυτό που λέει η Αγία Γραφή: «ποταμοί ύδατος ζώντος θέλουσι ρεύσει εκ της κοιλίας.» Δόξαζα τον Θεό μιλώντας ξένες γλώσσες, -που δεν γνώριζα- και όταν ακόμα τέλειωσε η προσευχή και όλοι σηκώθηκαν εγώ δεν μπορούσα να σταματήσω και γονατιστός συνέχιζα. Το ίδιο κιόλας βράδυ πήρα μαρτυρία από τον Κύριο ότι πολύ σύντομα θα με αποκαταστήσει με μια κοπέλα από αυτή την εκκλησία. Και μετά λίγες μέρες, μια Τετάρτη που είχαμε προσευχή νεολαίας, ο Κύριος μου φανέρωσε ότι αυτή η κοπέλα είναι η αδελφή Μαρία. Χωρίς να διστάσω, πήγα κατευθείαν και την πλησίασα, όμως ήμουν μόλις δύο μηνών χριστιανός και όπως ήταν φυσικό ήταν επιφυλακτική απέναντι μου. Μετά από λίγες μέρες έφυγα για ταξίδι και στο πλοίο νήστευσα, προσευχήθηκα και βεβαιώθηκα απόλυτα ότι αυτή η κοπέλα είναι από τον Κύριο για μένα. Και όταν γύρισα στην Ελλάδα, πήγα κατευθείαν από το αεροδρόμιο στην εκκλησία, πιστεύοντας ότι αμέσως με τη Μαρία θα δώσουμε λόγο. Δεν είχα ακόμα καταλάβει, ότι ο Κύριος, όπως είχε βεβαιώσει εμένα, θα έπρεπε να βεβαιώσει κι εκείνη.
Ήρθε η ώρα όμως να βάλουμε στη κουβέντα και την Μαρία. Αδελφή Μαρία, πες μας καταρχάς πως σε βεβαίωσε ο Κύριος και προχώρησες με τον Λευτέρη.
Πολύ δύσκολα βεβαιώθηκα. Και είχα ενδοιασμούς γιατί πολύ απλά ο Λευτέρης ήτανε νέος στη πίστη, είχε βαπτιστεί μόλις πριν από λίγους μήνες. Ήταν και ναυτικός στο επάγγελμα και σκεφτόμουν ότι όπως ήρθε μέσα στην εκκλησία, έτσι πολύ εύκολα μπορεί και να φύγει. Εκείνος μου έλεγε ότι είναι βεβαιωμένος, αλλά εγώ δεν είχα ακόμα κάποια βεβαίωση και τελικά του είπα: “όχι.” Τότε με πήρε τηλέφωνο ο αδελφός Κοροβέσης (ο οποίος είχε καλή μαρτυρία γι’ αυτό το γάμο) και μου ζήτησε να κάνουμε και οι τρείς μαζί, εγώ, εκείνος και ο Λευτέρης, μια τελευταία προσευχή. Με καθαρή καρδιά όμως και ελεύθερη προς τον Θεό. Εκείνη τη στιγμή άκουσα μέσα μου μια φωνή: “πρόσεξε μήπως αυτός ο άνθρωπος είναι για σένα από τον Θεό και τον χάσεις.” Και έκανα πίσω όσον αφορά τον εγωισμό μου και την λογική μου και είπα: “Αμήν, ας προσευχηθούμε.” Μέσα σε ένα μήνα είχα βεβαιωθεί κι εγώ πλήρως, ότι αυτό είναι το θέλημα του Θεού.
Να πάμε όμως λίγο πιο πίσω αν θέλεις, για να μας πεις κι εσύ, από την αρχή της ζωής σου, την ομολογία σου.
Αμήν. Οι γονείς μου άκουσαν τον Λόγο του Θεού από τον θείο μου και την θεία μου. Και ενώ η μητέρα μου δεν δέχτηκε, ο πατέρας μου δέχτηκε τον Λόγο και σιγά-σιγά αναγεννήθηκε. Να πω ότι οι γονείς μου ήτανε και οι δύο στον καλλιτεχνικό χώρο, ο πατέρας μου μουσικός, και η μητέρα μου τραγουδίστρια. Αλλά όμως ήμασταν πάντα μια οικογένεια πολύ αυστηρών αρχών, ίσως γιατί οι γονείς μου είχανε ζήσει μέσα στη νύχτα και ξέρανε τους κινδύνους. Κι εγώ και η αδελφή μου ήμασταν πολύ περιορισμένες, πηγαίναμε μικρές στο κατηχητικό και απαραιτήτως κάθε Κυριακή στην Ορθόδοξη εκκλησία. Μέχρι που έρχεται η στιγμή που αναγεννιέται ο πατέρας μου.
Σε τι ηλικία ήσουν τότε;
Δεκατεσσάρων χρονών. Αλλά και πιο πριν είχαμε ακούσει κι εγώ και η αδελφή μου τον Λόγο του Θεού από τον θείο μου και τη θεία μου και είχαμε πάει αρκετές φορές και στην εκκλησία και στο Κυριακό σχολείο. Και πάντα, θυμάμαι μέσα μου να έχω τον έλεγχο του Θεού. Δεν κάπνισα ποτέ, δεν πήγα ποτέ σε κλαμπ, δεν πήγα ποτέ σε καφετέρια, όχι γιατί δεν με αφήνανε, αλλά γιατί δεν ήθελα. Δεν ήθελα να λυπήσω με τη ζωή μου τον Θεό. Δεν ήμουν όμως ακόμα αναγεννημένη κι αυτό έγινε στα 17 μου χρόνια. Μόλις είχα τελειώσει τις Πανελλήνιες εξετάσεις, είχα περάσει με τη χάρη του Θεού στο ΤΕΙ Νοσηλευτικής και είπα στον Κύριο: “τώρα που έχω χρόνο θα έρχομαι εκκλησία συνέχεια.” Πηγαίναμε τότε με τον πατέρα μου στην εκκλησία της Νέας Ιωνίας. Όμως τον κύριο ρόλο στην αναγέννηση μου πιστεύω τον έπαιξε ο ραδιοφωνικός σταθμός. Άκουγα συνέχεια τότε τον ραδιοφωνικό σταθμό, μου άρεσε πάρα πολύ και θυμάμαι ότι κοιμόμουνα με τις ομολογίες στην εκπομπή: “Φως μέσα στη νύχτα” και ξύπναγα το πρωί με την εκπομπή: “Η καλή ημέρα αρχίζει με τον Ιησού Χριστό.”
Να κάνουμε μια παρένθεση: Είναι ο ραδιοφωνικός σταθμός “Χριστιανισμός” 104,3 στα FM.
Ναι, τότε βέβαια ήταν σε άλλη συχνότητα. Έτσι, ακούγοντας τον Λόγο του Θεού, αναγεννήθηκα. Και χωρίς να γίνει κάποια μεγάλη αλλαγή στο τρόπο ζωής μου, -αφού έτσι κι αλλιώς δεν ήμουνα στον κόσμο- είδα μια μεγάλη αλλαγή μέσα στη καρδιά μου. Έφυγαν από μέσα μου κακίες, ζήλειες, φθόνοι, φόβοι και ήρθε μέσα μου χαρά, ειρήνη, αγάπη και όλος ο καρπός του Αγίου Πνεύματος. Και όταν γονάτιζα για να προσευχηθώ, πάντα έκλαιγα. Έτσι πήρα την απόφαση να βαπτιστώ στο νερό και μετά από ένα χρόνο περίπου, βαπτίστηκα και με Πνεύμα Άγιο σε μια ολονύκτια προσευχή. Εγώ, αντίθετα με τον Λευτέρη, ήθελα να γίνει πολύ ήσυχα η βάπτιση μου και ο Κύριος έτσι το έκανε. Μετά από τρία χρόνια περίπου, το 2000, ο Κύριος μας οδήγησε στην εκκλησία της Κηφισιάς, με ένα ενύπνιο που έδειξε στον πατέρα μου. Εκεί πλέον είχα ενσωματωθεί κι εγώ στη νεολαία της εκκλησίας, εργαζόμουνα σαν νοσηλεύτρια και είχα σαν κύριο αίτημα μου την οικογενειακή αποκατάσταση.
Όπως οι περισσότεροι νέοι χριστιανοί.
Σίγουρα. Ένα ζήτημα πολύ σοβαρό, που όσο καθυστερεί να λυθεί σκληραίνει η καρδιά. Ζητούσα από τον Κύριο να επιταχύνει το χρόνο της απάντησης, αν όμως έπρεπε να περιμένω τη δική Του ώρα, ζητούσα να μου δώσει υπομονή. Και το δεύτερο που ζητούσα, ήταν να μου δώσει έναν άνθρωπο που θα αγαπάει τον Θεό πιο πολύ από εμένα. Αυτή θα ήταν η ασφάλεια μου και ήταν κάτι που το είχα καταλάβει από τότε. Κι ευχαριστώ τον Θεό για τον Λευτέρη γιατί πραγματικά αγαπάει πάρα πολύ τον Κύριο. Παντρευτήκαμε το 2009 και ο Κύριος μας χάρισε δύο παιδάκια στην αρχή και πριν ενάμιση χρόνο και το τρίτο. Περάσαμε όμως πάρα πολλές δυσκολίες. Ο Λευτέρης ταξίδευε με τη δουλειά του κι έλειπε από το σπίτι εξάμηνα, επτάμηνα και κάποια στιγμή μού βγήκε ένα παράπονο στον Θεό και είπα: “Κύριε σε ευχαριστώ που με αποκατέστησες, όμως και πάλι μόνη μου είμαι.” Προσευχόμασταν βέβαια όλα αυτά τα χρόνια, ο Κύριος να λύσει το πρόβλημα, δίνοντας στον Λευτέρη μια δουλειά στην στεριά. Κάτι που ανθρωπίνως ήταν πολύ δύσκολο, όμως ο Κύριος είναι Θεός δυνατός και αγαθός και το έκανε.
Λευτέρη θα ήθελες να μας πεις κάτι περισσότερο για αυτό;
Ναι, ήταν ένα χρόνιο αίτημα που είχαμε στον Θεό, μέχρι που τον Οκτώβριο του 2018 έκανε χάρη και μας απάντησε. Με προσλάβανε, σε θέση γραφείου, σε μια ναυτιλιακή εταιρία, σε απόσταση από το σπίτι μου δέκα λεπτά με το αυτοκίνητο. Δόξα στον Θεό. Θα ήθελα να πω όμως ότι ο Κύριος με έβγαλε από τη θάλασσα με έναν πολύ όμορφο κι ένδοξο τρόπο. Στο τελευταίο μου ταξίδι, είχα στο πλήρωμα του πλοίου πολλούς αδελφούς Νιγηριανούς, αναγεννημένους και βαπτισμένους με Πνεύμα Άγιο. Ήταν ζέοντες κατά το Πνεύμα, αλλά με αρκετά κενά στη διδασκαλία και όταν με δέχτηκαν και με αγάπησαν σαν αδελφό τους προσπάθησα να τους βοηθήσω πάνω σε αυτό. Και ήταν κάτι που ο Κύριος με είχε ενημερώσει ότι θα συμβεί στη ζωή μου. Δεν ήμουν ακόμα πρεσβύτερος, ήμουν διάκονος, όμως υπήρχε ένας αδελφός Νιγηριανός που ήταν πρεσβύτερος και έτσι κάθε Κυριακή κάναμε Θεία κοινωνία και παίρναμε σώμα και αίμα Χριστού. Ήταν πραγματικά μια πολύ μεγάλη ευλογία αυτό που έζησα τότε. Κλείνοντας την ομολογία μας αυτό που θα ήθελα να πω, μέσα από όλη την εμπειρία μου, είναι ότι ο άνθρωπος ο οποίος δίνει την καρδιά του στον Ιησού Χριστό είναι μακάριος και ευλογημένος. Ο χριστιανός δεν στερείται ουδενός αγαθού, στερείται μόνο την αμαρτία. Και δεν υπάρχει καλύτερη επένδυση από το να δώσεις τη ζωή σου σε Εκείνον που σου έδωσε τη ζωή, ώστε να είσαι για πάντα, σε καλά και ασφαλή χέρια.