Ευαγγελία Κατσιφού
«Έλθετε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι και εγώ θέλω σας αναπαύσει» Κατά Μαθαίον ια:28.
«Έλθετε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι και εγώ θέλω σας αναπαύσει» Κατά Μαθαίον ια:28.
Η αδελφή μας Ευαγγελία Κατσιφού έγραψε και μας έστειλε την ομολογία της και αυτό το μήνα τη δημοσιεύουμε.
Γεννήθηκα το 1945 στο Πετρωτό Τρικάλων. Η μητέρα μου ήταν από τα Τρίκαλα και ο πατέρας μου Μικρασιάτης εγκατεστημένος στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Όταν ήμουν ενός έτους οι γονείς μου επιστρέψανε στον Άγιο Στέφανο όπου απέκτησαν άλλα τρία παιδιά. Ήμασταν πολύ φτωχή οικογένεια γιατί ο πατέρας μου αρρώστησε από νευραλγία, ισχυαλγία κι έμεινε στο κρεβάτι αρκετά χρόνια. Έτσι σχολείο πήγα μέχρι την Πέμπτη Δημοτικού γιατί έπρεπε να δουλέψω να βοηθήσω την οικογένεια μου.
Στα δεκαοχτώ μου χρόνια αποφάσισα να πάω να εργαστώ στη Γερμανία κι εκεί πολύ γρήγορα γνώρισα τον άντρα μου και παντρευτήκαμε. Το 1965 γεννήθηκε το πρώτο μας παιδί και τριών μηνών το φέραμε στη μητέρα μου, στην Ελλάδα, όπου το κράτησε εκείνη για δύο χρόνια για να συνεχίσουμε εμείς να εργαζόμαστε στη Γερμανία. Εγώ όμως όλο έκλαιγα γιατί δεν είχα κοντά το παιδί μου και στο τέλος του 1967 γυρίσαμε στην Ελλάδα οριστικά. Εδώ γεννήθηκε και το δεύτερο παιδί μας το 1969. Δυσκολευτήκαμε λίγο οικονομικά αλλά ο Θεός δεν μας άφησε ποτέ. Ο άνδρας μου με αγαπούσε με τον δικό του τρόπο αλλά ήταν του καφενείου και όλο έλειπε από το σπίτι. Τα παιδιά μεγαλώνοντας είχαν τη δική τους ζωή κι εγώ ένοιωθα μεγάλη μοναξιά και συχνά έκλαιγα. Αν και από φυσικού μου είμαι πρόσχαρος άνθρωπος, είχα μέσα μου μεγάλη θλίψη. Ώσπου κάποια στιγμή στο ραδιόφωνο έπιασα έναν ευλογημένο σταθμό, τον “Χριστιανισμό”. Τότε ήταν στους 93,9 τώρα στους 104,3 FM. Εκεί άρχισα να ακούω ωραία μηνύματα μέσα από τον Λόγο του Θεού που δεν τα ήξερα, τα άκουγα για πρώτη φορά στη ζωή μου.
Μια μέρα επισκέφτηκα την αδελφή μου την Σπυριδούλα που είχε πιστέψει στον Χριστό δύο χρόνια πριν από εμένα. Μου σύστησε να ακούω τον ραδιοφωνικό σταθμό “Χριστιανισμό” αλλά εγώ της είπα ότι ήδη τον ακούω, μου αρέσει πολύ και μάλιστα θέλω να πάω σε αυτή την εκκλησία, την Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής. Και πράγματι ένα απόγευμα ξεκίνησα και πήγα στην οδό Σοφοκλέους 52. Είδα μια απλή αίθουσα όπου είχε θρανία με Άγιες Γραφές και υμνολόγια. Στο βάθος ήταν ο άμβωνας, και δίπλα το βαπτιστήρι... Παρατηρούσα με προσοχή τα πάντα.
Είχα πάει πολύ νωρίς και στην αρχή ήτανε μόνο δύο-τρία άτομα στην εκκλησία αλλά σιγά-σιγά άρχισαν να έρχονται τα αδέλφια και να γεμίζει η αίθουσα. Έβλεπα όλες τις γυναίκες να γονατίζουν, να φοράνε μαντήλι, να προσεύχονται, να γλωσολαλούν και μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Ρώτησα και μου είπαν ότι ήταν το Πνεύμα το Άγιο. Θαύμασα και παραξενεύτηκα. Παρατηρούσα ότι καμία αδελφή δεν φορούσε παντελόνια, κοσμήματα, δεν ήταν βαμμένη. Ήταν όλες με στολή σεμνή, με αιδώ και σωφροσύνη όπως λέει ο Λόγος του Θεού. Ρώτησα τότε μια αδελφή: “Εδώ δεν φοράει κανείς χρυσαφικά;” Και μου λέει: “κι εσένα θα στα πάρει ο Κύριος όταν Τον γνωρίσεις.” Και πραγματικά έτσι έγινε.
Ξεκίνησα να πηγαίνω στην εκκλησία -στην αρχή κάθε Δευτέρα- και θυμάμαι με το που έμπαινα μέσα, ένοιωθα αμέσως ανάπαυση μέσα στην ψυχή μου. Τον Λόγο του Θεού τον ρούφαγα σαν σφουγγάρι και όταν τελείωνε το κήρυγμα λυπόμουνα, ήθελα κι άλλο να ακούσω. Μετά πήγαινα μπροστά στο ευχέλαιο και με άλειφαν με έλαιο οι πρεσβύτεροι -όπως λέει ο Λόγος του Θεού να κάνουν οι ασθενείς- γιατί είχα διάφορες ασθένειες. Πάντα σηκωνόμουν κλαμένη γιατί με άγγιζε ο Κύριος και μια μέρα μου λέει η αδελφή μου: “Σε επισκέπτεται ο Κύριος και σε αναγεννάει.” Και πραγματικά αναγεννήθηκα, άλλαξε η ζωή μου, έφυγε η θλίψη από μέσα μου, έφυγαν τα νεύρα και τον Ιανουάριο του 1999 βαπτίστηκα στο νερό. Ο Κύριος με βάπτισε και με το Πνεύμα το Άγιο και δοξάζω τον Θεό για αυτή τη χάρη που μου έδωσε.
Ο άντρας μου έβλεπε την αλλαγή μου κι έλεγε: “η Βαγγελιώ άλλαξε, είναι πολύ ήρεμη.” Και τον Σεπτέμβριο του 1999, την ημέρα που έγινε ο σεισμός, του είπα ότι πηγαίνω σε μια εκκλησία κι αν θέλει να έρθει να τη δει. Δέχτηκε, ήρθαμε στην εκκλησία αλλά εκείνη τη μέρα λόγω του σεισμού δεν έγινε η συνάθροιση. Του έδειξα όμως τον χώρο, του εξήγησα πως γίνεται η λειτουργία (τον ξενάγησα με λίγα λόγια) και του άρεσε πολύ. Από τότε με έφερνε με το αυτοκίνητο στην εκκλησία αλλά δεν ανέβαινε, με άφηνε κάτω κι έφευγε. Παρακαλούσα τον Θεό να ανέβει επάνω μια φορά να ακούσει το κήρυγμα κι ένα βράδυ έρχεται σπίτι πολύ αργά, 2 η ώρα και μου λέει: “Βαγγελιώ αποφάσισα να έρχομαι εκεί που πηγαίνεις.” Ξεκίνησε από τότε να έρχεται στην εκκλησία για λίγο καιρό αλλά μετά σταμάτησε. Και ο Θεός επέτρεψε να περάσει μια μεγάλη δοκιμασία τον τελευταίο χρόνο της ζωής του για να τον σώσει. Ζήτησε τον Χριστό και ο Κύριος τον έσωσε με θαυμαστό τρόπο, “ως δια πυρός.” Τώρα είναι στον Ουρανό, μου το έδειξε ο Κύριος.
Έχω δει πολλά ενύπνια. Είδα στην αναγέννηση μου το πως έγραψε το όνομα μου ο Κύριος στο Βιβλίο της Ζωής. Είδα την αρπαγή της εκκλησίας και εμένα μαζί με όλους τους πιστούς να αναλαμβάνομαι ψηλά στις νεφέλες. Είδα τη Χρυσή Πολιτεία που θα ζήσουμε αιώνια.
Τώρα προσεύχομαι και περιμένω να σώσει ο Κύριος τα παιδιά μου κι εμένα να με κρατήσει μέχρι τέλους κοντά Του. Και με το όνομα του Ιησού Χριστού στα χείλη μου να φύγω από αυτόν τον κόσμο για τον Ουρανό.