Κώστας Κωνσταντίνου
«Αληθώς σας λέγω ότι δεν είναι ουδείς, όστις αφήκεν οικίαν ή γονείς ή αδελφούς ή γυναίκα ή τέκνα ένεκεν της βασιλείας του Θεού, όστις δεν θέλει απολαύσει πολλαπλάσια εν τω καιρώ τούτω και εν τω ερχομένω αιώνι ζωήν αιώνιον.» Πέτρου Α΄ β:9.
«Αληθώς σας λέγω ότι δεν είναι ουδείς, όστις αφήκεν οικίαν ή γονείς ή αδελφούς ή γυναίκα ή τέκνα ένεκεν της βασιλείας του Θεού, όστις δεν θέλει απολαύσει πολλαπλάσια εν τω καιρώ τούτω και εν τω ερχομένω αιώνι ζωήν αιώνιον.» Πέτρου Α΄ β:9.
Αυτό το μήνα θα μας δώσει τη μαρτυρία του ακόμα ένας αδελφός μας από την εκκλησία του Ρεθύμνου, ο αδελφός Κώστας Κωνσταντίνου.
Αδελφέ Κώστα τώρα είσαι στο Ρέθυμνο, αλλά σε θυμάμαι πριν χρόνια, στη νεολαία της εκκλησίας της Αθήνας, μαζί με άλλους αγαπητούς αδελφούς.
Ναι, πριν από πολλά χρόνια βέβαια, τώρα έχω φθάσει πλέον 54ων χρονών. Αθηναίος είμαι πράγματι, στην Αθήνα γεννήθηκα και έζησα όλη μου τη ζωή και έχω έρθει στη Κρήτη πριν από οχτώ χρόνια περίπου.
Πατησιώτης είσαι νομίζω;
Ναι, στα Κάτω Πατήσια μεγάλωσα. Είχαμε αλλάξει πολλά σπίτια με τους δικούς μου, αλλά όλα ήταν εκεί γύρω από αυτή την περιοχή. Και πήγα σχολείο στο 8ο Γυμνάσιο, στην οδό Νικοπόλεως. Το οποίο ήταν τότε πρότυπο Γυμνάσιο, με πολύ καλούς μαθητές, σε αντίθεση με εμένα βέβαια που δυσκολευόμουν πολύ με τα μαθήματα. Και πως θα μπορούσα κιόλας να είμαι καλός μαθητής, όταν από πολύ μικρός, από 13 χρονών, είχα αρχίσει να παίρνω ναρκωτικά.
Πως έμπλεξες τόσο νωρίς;
Μέσα από κάποιους φίλους κι εγώ, όπως και οι περισσότεροι. Ένας φίλος είχε έναν αδελφό μεγαλύτερο, αρκετά μπασμένο σε αυτά τα πράγματα και κάπως έτσι άρχισαν να μπαίνουν τα ναρκωτικά μέσα στην παρέα μας. Μας άρεσε τότε πολύ και η ροκ μουσική και όλα αυτά τα συγκροτήματα που ακούγαμε, πίνανε ναρκωτικά. Έτσι ήταν επόμενο, κάποια στιγμή να δοκιμάσουμε κι εμείς.
Ναρκωτικά όταν λέμε, εννοούμε χασίς;
Χασίς στην αρχή, ναι. Αν και τη πρώτη φορά που δοκίμασα κάποια ουσία ήταν κοκαΐνη. Πέρασαν όμως αρκετά χρόνια μέχρι να ξαναπάρω κοκαΐνη, ηρωίνη και αυτά που λέμε σκληρά ναρκωτικά. Γιατί μεγαλώνοντας αρχίσαμε να μπαίνουμε κι εμείς πιο βαθιά σε αυτόν τον χώρο, να κάνουμε γνωριμίες με ανθρώπους που ζούσαν μέσα στην παρανομία και πλέον μπορούσαμε να βρούμε ότι θέλουμε και σε ότι ποσότητα το θέλουμε. Δυστυχώς μαζί με εμένα έμπλεξε και ο αδελφός μου, ο οποίος ήταν τότε πολύ καλός μαθητής και αθλητής. Αλλά σιγά-σιγά τα παράτησε όλα, γιατί μπλέκοντας με τα ναρκωτικά, έχασε μετά το ενδιαφέρον του για άλλα πράγματα.
Οι γονείς σας είχαν καταλάβει τι συμβαίνει;
Στην αρχή δεν είχαν καταλάβει τίποτε. Εγώ για να φανταστείς, δούλευα από πολύ μικρός και ήμουνα ανεξάρτητος οικονομικά. Πήγαινα κάθε μέρα στη δουλειά και μετά το μεσημέρι που σχόλαγα, είχα τα λεφτά μου κι έκανα τη ζωή μου όπως την ήθελα. Κάποια στιγμή όμως με συνέλαβε η αστυνομία, μαζί με ένα μεγάλο κύκλωμα ναρκωτικών, όπου επικεφαλής ήταν ένας Τούρκος. Ευτυχώς επειδή ήμουνα πολύ μικρός, 17 χρονών και επειδή οι άλλοι του κυκλώματος κατέθεσαν ότι εγώ δεν ήξερα τίποτε (αν και ήξερα πολύ καλά) με άφησαν αμέσως ελεύθερο. Οι γονείς μου ανησύχησαν βέβαια τότε πάρα πολύ, όμως με διάφορα ψέματα που τους είπα, κατάφερα κάπως να τα μπαλώσω. Μέχρι που ήρθε η στιγμή, μερικά χρόνια αργότερα, που όλα έγιναν φανερά. Ότι δηλαδή κι εγώ και ο αδελφός μου ήμασταν χρήστες ναρκωτικών. Η μητέρα μου όταν το έμαθε, δεν ήθελε με τίποτε να το πιστέψει και πήγε κατευθείαν και προσευχήθηκε. Ήταν τότε στην ορθόδοξη εκκλησία και προσευχότανε πάντα στην μητέρα του Κυρίου. Όμως ειδικά εκείνη τη μέρα -και είναι η δική της ομολογία αυτή- δεν μπορούσε να προσευχηθεί όπως συνήθιζε, το μόνο όνομα που μπορούσε να επικαλεστεί ήταν το όνομα του Ιησού Χριστού κι έλεγε συνέχεια: “Χριστέ μου, σώσε τα παιδιά μου.” Και βλέπει τότε ένα όραμα. Μας είχε πιάσει ο Κύριος, εμένα και τον αδελφό μου, τον έναν από το ένα χέρι και τον άλλο από το άλλο χέρι και μας είχε σηκώσει ψηλά. Δεν πέρασε πολύς καιρός και μια μέρα πήγα και της είπα ότι: “Γνώρισα τον Χριστό και έχω ξεκινήσει να πηγαίνω σε μια εκκλησία.”
Πως έγινε Κώστα, ποιός σου μίλησε;
Μου μίλησε ένας φίλος τότε και αδελφός σήμερα, ο Θοδωρής. Τον βρήκα ένα απόγευμα στη πλατεία Καραμανλάκη (μια πλατεία στα Πατήσια που συχνάζαμε) και επειδή ήξερα ότι είχε πάει πρόσφατα στην Ολλανδία, αμέσως πήγα να τον ρωτήσω αν είχε φέρει κάποιο καλό ναρκωτικό για να κάνουμε χρήση. Και εκείνος μου απάντησε τότε ότι τα έχει κόψει όλα τα ναρκωτικά, έχει πιστέψει στον Χριστό και έχει αλλάξει τελείως η ζωή του. Εντωμεταξύ τον έβλεπα ότι πράγματι ήταν διαφορετικός από πριν, το πρόσωπο του, τα ρούχα του, όλο του το παρουσιαστικό. Ξεκίνησε να μου μιλάει μέσα από το ευαγγέλιο και ότι μου έλεγε με άγγιζε πάρα πολύ. Με απορροφούσε μπορώ να σου πω.
Εσύ μέχρι τότε είχες κάποια πίστη για τον Θεό;
Είχα μια πίστη ότι υπάρχει Θεός, αλλά είχα μέσα μου μια απροσδιόριστη εικόνα. Αν είναι ένα πρόσωπο ο Θεός, αν είναι κάποια δύναμη, αν είναι κάτι άλλο, ήταν όλα μπερδεμένα, σαν μια σούπα μέσα στο κεφάλι μου. Όπως και στον περισσότερο κόσμο νομίζω. Όσο μου μίλαγε όμως ο Θοδωρής εκείνη την ημέρα, άρχιζε να ξεκαθαρίζει μέσα μου ότι ο Χριστός είναι ένα ζωντανό πρόσωπο, αναστημένο, που μπορείς να πάς πολύ απλά να του μιλήσεις κι Εκείνος να σου απαντήσει. Μου είπε και ότι πήγαινε σε μια εκκλησία (στην Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής) και μου πρότεινε να πάμε μαζί. Εγώ και ήθελα να πάω και δεν ήθελα κιόλας. Υπήρχε μια αντίθεση μέσα μου. Όμως ήτανε μαζί μου και η κοπέλα που είχα τότε σχέση, η οποία εκείνη την στιγμή μπήκε στη κουβέντα και μου λέει: “Ας πάμε Κώστα να δούμε τι είναι εκεί, κάντο για χατίρι μου.” Έτσι είπα τελικά: “άντε, ας πάμε” και δώσαμε ραντεβού με τον Θοδωρή το απόγευμα και πήγαμε.
Πότε ήταν;
Ήτανε Σεπτέμβρης του 1988. Μιλούσε θυμάμαι ο αδελφός Ζηνόπουλος εκείνο το βράδυ. Μετά το κήρυγμα γνώρισα κάποιους αδελφούς, και μου άρεσαν πάρα πολύ όλα όσα άκουσα και είδα. Πέρασε μετά ένα διάστημα που δεν ξαναπήγα στην εκκλησία, όμως στη Πλατεία Καραμανλάκη έβρισκα τον Θοδωρή και τα λέγαμε. Και ένα βράδυ παίρνω τη κοπέλα μου και ξεκινάμε να πάμε σε ένα γνωστό κλαμπ της εποχής που λεγότανε: “Αεροδρόμιο”. Όπως πηγαίναμε λοιπόν στην παραλιακή λεωφόρο με ένα Σιτροέν Ντε Σεβώ που είχα τότε, ανοιχτό από επάνω γιατί ήταν ακόμα καλοκαιράκι, ακούω από δίπλα φωνές, κορναρίσματα και ήταν τα αδέλφια από τη νεολαία της εκκλησίας της Αθήνας, ένα κονβόι από αυτοκίνητα, που πήγαιναν όλοι μαζί έξω βόλτα. Και αλλάζω επιτόπου το πρόγραμμα και αποφασίζω να πάμε μαζί τους. Καθίσαμε κάπου να πιούμε έναν καφέ και μιλούσαμε όλη την ώρα για τον Χριστό. Μου έκαναν τα αδέλφια την ομολογία τους και όπως καθόμασταν έξω και είχε ξαστεριά, ξαφνικά έπεσε ένα αστέρι. Και μου λέει η κοπέλα μου: “Κώστα κάνε τώρα μια ευχή και θα βγει.” Και λέω λοιπόν εγώ από μέσα μου: “Κύριε, θέλω να Σε γνωρίσω.” Με ρωτούσε μετά τι ευχήθηκα και της απαντούσα: “αν βγει, τότε θα σου πω.” Νόμιζε ότι είχα ευχηθεί κάτι για εκείνη, αλλά εγώ ήμουν πλέον σε άλλο μήκος κύματος. Είχα αδειάσει ήδη μέσα μου από κάποια πράγματα και δεν με συγκινούσε πλέον τίποτε από τον κόσμο.
Τα είχες ζήσει όλα.
Ναι, ένοιωθα μέσα μου ένα κορεσμό, αν και ήμουν μόλις 22 χρονών. Το επόμενο Σάββατο πήγα πάλι στην εκκλησία και μετά το κήρυγμα έγινε το κάλεσμα, για όποιον θέλει να δώσει τη καρδιά του στον Χριστό, να πάει μπροστά στον άμβωνα και να γονατίσει. Πήγα κι εγώ μπροστά (με ναρκωτικά μέσα στις τσέπες) και μίλησα με ειλικρίνεια και απλότητα στον Θεό. Του είπα: “Δεν ξέρω ποιός είσαι, τι είσαι και αν είσαι. Αν υπάρχεις όμως, θέλω να Σε γνωρίσω.” Και εκείνη την ώρα αναγεννήθηκα. Έβλεπα όλη μου τη ζωή να περνάει μπροστά στα μάτια μου, σαν κινηματογραφική ταινία και μου θύμιζε ο Κύριος πολλά περιστατικά που με είχε γλυτώσει με θαυμαστό τρόπο. Ατυχήματα με μηχανάκια, τούμπες με το αυτοκίνητο, λιποθυμίες σε πάρκα από χρήση ουσιών, συλλήψεις από την αστυνομία, πάρα πολλά συμβάντα. Θα σου πω ένα μόνο. Ήμουν μαζί με ένα φίλο σε ένα υπόγειο, σε ένα μπιλιαρδάδικο και είχαμε πολλά ναρκωτικά επάνω μας τα οποία τα πουλάγαμε κιόλας. Και μου λέει: “πάω να δώσω αυτά σε κάποιον και έρχομαι να φύγουμε.” Του λέω: “πάμε μαζί και ας φύγουμε κατευθείαν.” Και μου λέει: “όχι, θα δώσουμε στόχο.” Βγαίνει έξω και με το που ξεκινάει τη συναλλαγή έρχεται η αστυνομία και τον συλλαμβάνει. Έφαγε πάρα πολύ ξύλο στην ασφάλεια (δεν με κατέδωσε όμως) και μετά πήγε τέσσερα χρόνια στη φυλακή για εμπορία ναρκωτικών. Καταλαβαίνεις πόσο κοντά έφθασα να με πιάσουν κι εμένα. Μου τα θύμιζε όλα αυτά ο Κύριος εκείνη τη στιγμή και μου έλεγε: “Θυμάσαι κι αυτό; Εγώ ήμουνα που σε φύλαξα.” Εγώ έκλαιγα και έλεγα: “θυμάμαι Κύριε” και όσο θυμόμουνα, τόσο άνοιγε το μυαλό μου και καταλάβαινα ότι όλη μου η ζωή είχε σκοπό να φθάσω σε αυτό το ραντεβού, σε αυτή τη συνάντηση με τον Ιησού Χριστό. Και όπως γυρνάω δεξιά το κεφάλι μου, έτσι κλαμένος που ήμουνα, βλέπω τον Κύριο σε όραση, σε μια απόσταση τέσσερα, πέντε μέτρα.
Τι μορφή είδες;
Δεν μπορώ να σου περιγράψω ακριβώς. Μπορώ να σου περιγράψω μόνο τα συναισθήματα που ένοιωθα. Μετάνοια, χαρά, ευλογία, αγάπη, ειρήνη, ένα πνευματικό πανηγύρι γινότανε μέσα μου εκείνη τη στιγμή. Και φώναξα τότε στον Κύριο: “Είσαι λεβέντης.” Δεν ήξερα βέβαια τότε πολλά πράγματα, δεν ήξερα να εκφραστώ αλλιώς και βγήκαν αυτά τα λόγια αυθόρμητα από μέσα μου. Γιατί είχα καταλάβει πλέον ότι είναι ζωντανός ο Χριστός, ότι με αγαπάει πάρα πολύ και ότι γίνονται δίπλα μας πράγματα, τα οποία είναι κρυμμένα από τα μάτια μας. Εμείς νομίζαμε τότε ότι επειδή πίναμε διάφορα, τα ξέραμε όλα, αλλά ήρθε ο Θεός και μου έδειξε ότι υπήρχε ένας άλλος κόσμος πνευματικός, τον οποίο αγνοούσα πλήρως. Το πρώτο που ήθελα να κάνω μετά, ήταν να διώξω από πάνω μου όλα τα ναρκωτικά. Είχαμε βάλει τότε κάτι φυτείες στα Σπάτα και είχα γεμίσει τα ντουλάπια στο σπίτι με τέτοια δέντρα. Αυτά όλα τα μάζεψα και τα πέταξα, κάτι άλλα που δεν ήτανε δικά μου και τα είχα για εμπορία, τους τα γύρισα πίσω και έτσι ξεμπέρδεψα από τα ναρκωτικά. Το δε απλό τσιγάρο, το ξέχασα τελείως. Θυμήθηκα ότι καπνίζω, όταν μετά από μια εβδομάδα βρήκα ένα πακέτο τσιγάρα μέσα σε ένα μπουφάν. Το πέταξα κι αυτό στα σκουπίδια και πραγματικά η αλλαγή που είχε κάνει ο Κύριος σε εμένα ήταν απίστευτη. Την επόμενη εβδομάδα βαπτίστηκα στο νερό και το μόνο που ήθελα πλέον στη ζωή μου ήταν να κάνω παρέα με τους αδελφούς, να ακούω για το ευαγγέλιο και τίποτε άλλο. Πολύ γρήγορα πίστεψε και ο αδελφός μου και έτσι εκπληρώθηκε η όραση που είχε δει η μητέρα μου. Που μας κρατούσε και τους δύο από το χέρι ο Χριστός και μας σήκωνε ψηλά. Ήρθε κι εκείνη μια μέρα στην εκκλησία, “να δει που έχουμε μπλέξει” και την επισκέφτηκε ο Κύριος την ώρα που είχε τελειώσει η συνάθροιση και χαιρετιόμασταν με τους αδελφούς. Την έφερε σε έκσταση, την αναγέννησε και καθώς φεύγαμε μας έλεγε: “από αυτή την εκκλησία, μόνο πεθαμένη θα φύγω.” Και πραγματικά είναι ακόμα πιστή, στα 85 της χρόνια.
Και ο πατέρας σου πίστεψε νομίζω;
Ναι και ο πατέρας μου. Ο οποίος την εποχή που γνωρίσαμε τον Χριστό είχε αρρωστήσει με καρκίνο στο στομάχι. Κάναμε τότε νηστεία και προσευχή για εκείνον και ο Κύριος ενήργησε θαυμαστά και τον θεράπευσε. Και ενώ η κλινική του εικόνα, πριν την εγχείρηση, ήταν ότι είχε πολλά νεοπλάσματα διάσπαρτα, μόλις τον άνοιξαν οι γιατροί είδαν ελάχιστα ευρήματα. Και δεν ξανανόσησε, ούτε είχε άλλες μεταστάσεις, μέχρι που πέθανε σε ηλικία 92 χρονών και είναι τώρα στον Κύριο.
Με την τότε κοπέλα σου τι έγινε Κώστα;
Η κοπέλα εναντιώθηκε πάρα πολύ όταν αναγεννήθηκα και μου έλεγε: “είπαμε να έρθουμε να δούμε τι γίνεται στην εκκλησία αλλά όχι κι έτσι.” Δεν ήθελε να ακολουθήσει τον Χριστό, ήθελε απλά να λέει ότι πιστεύει στον Θεό αλλά όχι και να κάνει στη ζωή της το θέλημα Του και πολύ γρήγορα χωρίσαμε. Στενοχωρήθηκα αρκετά, γιατί τα είχαμε βρει με αυτή τη κοπέλα και πηγαίναμε για κάτι σοβαρό, αλλά ήταν αδύνατο πλέον να περπατήσουμε μαζί. Και μου μίλησε τότε ο Θεός μέσα από ένα κήρυγμα του αδελφού Λούη από το Κατά Λουκάν ιη΄29: “Δεν είναι ουδείς όστις αφήκεν οικίαν ή γονείς ή αδελφούς ή γυναίκα ή τέκνα ένεκεν της βασιλείας του Θεού, όστις δεν θέλει απολαύσει πολλαπλάσια εν τω καιρώ τούτω και εν τω ερχομένω αιώνι ζωήν αιώνιον.” Κι έλεγε ο αδελφός πως: “αν άφησες κάτι για τον Χριστό, ο Θεός θα σου δώσει κάτι πολύ καλύτερο, κάτι για το οποίο θα Τον ευχαριστήσεις μέσα από τη καρδιά σου”. Το κράτησα εγώ αυτό το μήνυμα, το πίστεψα ότι είναι για μένα και πράγματι σε ενάμιση χρόνο γνώρισα τη γυναίκα μου την Ειρήνη. Η οποία ήταν πιστή από μικρή και είχε λάβει Πνεύμα Άγιο σε ηλικία 11 χρονών. Είχε έρθει από το Ρέθυμνο στην Αθήνα για λίγο καιρό, την γνώρισα, μιλήσαμε, τα βρήκαμε και σύντομα παντρευτήκαμε.
Πολύ γρήγορα απάντησε ο Θεός.
Ναι, σε δύο χρόνια από τη μέρα που πίστεψα, είχα παντρευτεί. Ευχαριστώ τον Θεό. Να βαπτιστώ με Πνεύμα Άγιο άργησα λίγο, παρόλο που το ζητούσα με πολύ ζήλο. Έβαζα όμως μπροστά τη λογική, σκεφτόμουν με ποιό τρόπο θα γίνει και τα είχα μπερδέψει τόσο πολύ μέσα στο μυαλό μου που μόνο ο Θεός μπορούσε να με ξεμπλέξει. Και τελικά πέρασαν 8 χρόνια μέχρι να βαπτιστώ με Πνεύμα Άγιο σε μια προσευχή στην εκκλησία της Καλλιθέας. Να πούμε ότι με είχε μεταθέσει ο Κύριος κάποια στιγμή στην εκκλησία της Καλλιθέας, εκεί υπηρέτησα σαν διάκονος, μετά σαν πρεσβύτερος, μέχρι που πριν από 8 χρόνια περίπου, μας έφερε ο Κύριος εδώ στη Κρήτη.
Πως έγινε και πήγατε εκεί;
Καταρχάς πέρασε ο γιός μου στο Πανεπιστήμιο εδώ στο Ρέθυμνο. Εντωμεταξύ κατέβαινα εγώ για τη δουλειά μου (είμαι πωλητής σε μια εταιρία) μια εβδομάδα, κάθε μήνα, στη Κρήτη, μια άλλη εβδομάδα πήγαινα αλλού ταξίδια και τελικά είδα ότι θα γινόμασταν σκορποχώρι. Θα έμενε μόνη η γυναίκα μου στο σπίτι, τα έξοδα θα ήταν πάρα πολλά, οπότε αποφασίσαμε να έρθουμε να ζήσουμε όλοι μαζί εδώ στο Ρέθυμνο. Άνοιξε δρόμος και από τον εργοδότη μου -αλλιώς δεν θα μπορούσε να γίνει τίποτε- και πιστεύω ότι τελικά ο Κύριος μας οδήγησε και μας ευόδωσε. Ευχαριστούμε τον Θεό γιατί βρήκαμε εδώ μια πάρα πολύ καλή εκκλησία, με αδελφούς ευλογημένους, έμπειρους πνευματικά και αγωνιζόμαστε τώρα όλοι μαζί τον καλό αγώνα της πίστης.
Πως πάει το έργο του Θεού στη Κρήτη; Είναι δύσκολος ο αγρός;
Όχι, είναι ωραίοι οι Κρητικοί, με πολλά καλά στοιχεία, μόνο που έχουν έναν εγωισμό, ίσως λίγο υπερβολικό. Ο Κύριος όμως εργάζεται τις καρδιές των ανθρώπων, ειδικά αυτή την εποχή με τον κορωνοϊό και με όλα αυτά που συμβαίνουν και ήδη έχουν επιστρέψει κάποιοι απομακρυσμένοι, έχουν προστεθεί κάποιες καινούργιες ψυχές και έχουμε υποσχέσεις από τον Θεό για μεγάλα πράγματα. Μας έχει πει ότι θα φέρει τόσους ανθρώπους μέσα στην εκκλησία, που δεν θα χωράμε. Και είναι μεγάλη η αίθουσα που στεγαζόμαστε εδώ στο Ρέθυμνο. Δεν ξέρω τι θα κάνει ο Θεός και με ποιό τρόπο θα εργαστεί αλλά πιστεύω ότι σύντομα θα γίνουν όλα. Ήδη αυτό που ζούμε στις μέρες μας, είναι αυτό που λέει η Αγία Γραφή: “στενοχωρία των εθνών εν απορία.” Κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι γίνεται, κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στο μέλλον και όλα τα σημεία μαρτυρούν ότι ο ερχομός του Κυρίου είναι κοντά. Ο Θεός να μας βοηθήσει να βγούμε από τον λήθαργο που πέφτουμε πολλές φορές, να ετοιμαστούμε, να εργαστούμε για Εκείνον όπως μπορούμε και να αξιωθούμε να απολαύσουμε την ουράνια βασιλεία Του.