Γιώργος Βενιέρης
«Τη επαύριον ηθέλησεν ο Ιησούς να εξέλθη εις την Γαλιλαίαν. Και ευρίσκει τον Φίλιππον και λέγει πρός αυτόν: Ακολούθει μοι.»Κατά Ιωάννη α΄ 43
«Τη επαύριον ηθέλησεν ο Ιησούς να εξέλθη εις την Γαλιλαίαν. Και ευρίσκει τον Φίλιππον και λέγει πρός αυτόν: Ακολούθει μοι.»Κατά Ιωάννη α΄ 43
Αυτό το μήνα ο αδελφός μας Γιώργος Βενιέρης θα μας δώσει τη μαρτυρία του για το πως ο Χριστός τον κάλεσε για να Τον ακολουθήσει, αλλά και για το πως εκείνος, για 35 χρόνια Τον ακολούθησε.
Αδελφέ Γιώργο με μεγάλο ενδιαφέρον περιμένουμε να γνωρίσουμε την ομολογία σου.
Θα ήθελα καταρχάς να ξεκινήσω με κάποια εδάφια από την επιστολή του αποστόλου Παύλου προς Ρωμαίους η΄ 29 και 30 «Διότι όσους προεγνώρισε τούτους και προώρισε συμμόρφους της εικόνος του Υιού αυτού, δια να είναι αυτός πρωτότοκος μεταξύ πολλών αδελφών. Όσους δε προώρισε, τούτους και εκάλεσε και όσους εκάλεσε τούτους και εδικαίωσε και όσους εδικαίωσε, τούτους και εδόξασε.» Ευχαριστώ τον Θεό γιατί κι εμένα με είχε προγνωρίσει ο Κύριος και με είχε προωρίσει για την ουράνια βασιλεία Του. Και για αυτό, από μικρό παιδί εργαζότανε μέσα στη καρδιά μου, μέχρι τη στιγμή που με κάλεσε με κλήση αγία.
Πότε είσαι γεννηθείς αδελφέ;
Το 1949 τον Ιούλιο. Είμαι ακριβώς 70 χρονών. Και έχω γεννηθεί στον Πειραιά, στη Νίκαια. Από μικρός -όπως σου είπα πριν- ο Θεός εργαζότανε μέσα μου και από το κατηχητικό που πήγαινα είχα καταλάβει ότι πρέπει να βοηθάω τους άλλους ανθρώπους και να μη λέω ψέματα. Από όσα είχα ακούσει, αυτά είχαν μπει στην καρδιά μου και προσπαθούσα να τα εφαρμόσω. Εργαζόμουν λοιπόν τότε -στη τετάρτη δημοτικού- σε κάποιον που έφτιαχνε ψυγεία, ο οποίος μια μέρα μου λέει: “Γιώργο, αν σε ρωτήσει ο πατέρας μου αν ήμουν με αυτή τη κοπέλα, πες του ότι δεν ήμουν.” Δεν ήθελα όμως να πω ψέματα και όταν με ρώτησε ο πατέρας του, είπα την αλήθεια. Με αποτέλεσμα να φάω ξύλο. Τότε κατέληξα μέσα μου στο συμπέρασμα ότι: “το να λες την αλήθεια δεν συμφέρει” και απομακρύνθηκα από τα πράγματα του Θεού. Δεν υπήρχε και κάποιος για να μου εξηγήσει τι ακριβώς λέει η Αγία Γραφή. Να μου πει -για παράδειγμα- ότι αν θέλεις να ζήσεις ευσεβώς, θα διωχθείς από τους ανθρώπους.
Η οικογένεια σου είχε κάποια σχέση με τον Θεό;
Ήταν άνθρωποι πιστοί, θεοσεβείς, αλλά χωρίς να γνωρίζουν πολλά πράγματα. Η γιαγιά μου ειδικά ήταν πολύ θεοσεβής. Χωρίς να έχει διαβάσει ποτέ την Αγία Γραφή, όταν προσευχόταν γονάτιζε και φορούσε μαντήλι στο κεφάλι της. Και πάντα μας έλεγε ότι ο Κύριος έρχεται. Οι προσευχές της πιστεύω ότι μας βοήθησαν πολύ στη ζωή μας κι εμένα και τα αδέλφια μου. Ο αδελφός μου ο μεγαλύτερος είχε πάθει ένα τροχαίο ατύχημα όπου μπήκαν μέσα στο σώμα του τέσσερα σίδερα και τον σουβλίσανε. Και όλα σταμάτησαν χιλιοστά, λίγο πριν τον πλήξουν σε ζωτικά όργανα. Ένα θαύμα πραγματικά, που πιστεύω ότι ήταν αποτέλεσμα από τις προσευχές που έκανε η γιαγιά μου. Αλλά κι εμένα με διαφύλαξε ο Κύριος σε σοβαρούς κινδύνους. Μετά το σχολείο έβγαλα μια σχολή για ψυκτικός μηχανημάτων και στη συνέχεια εργάστηκα σαν ψυκτικός στα καράβια. Και σε ένα ταξίδι στον Ειρηνικό ωκεανό πέσαμε σε φουρτούνα και πάθαμε μπλάκ-άουτ. Σβήσανε οι μηχανές, το καράβι έμεινε ακυβέρνητο, φεύγανε οι λαμαρίνες κάτω από τα πόδια μας κι εκεί ζητήσαμε όλοι τον Θεό. Προσευχηθήκαμε όλοι -ο καθένας με τον τρόπο του- και ο Θεός έκανε χάρη, μπορέσαμε και βάλαμε πάλι μπροστά τις μηχανές και σωθήκαμε.
Σε τέτοιες καταστάσεις δεν υπάρχουν άθεοι.
Ναι, εκεί στην φουρτούνα δεν είδα κάποιον που να μην ζητάει τον Θεό, που να μην κράζει προς τον Θεό. Εκείνη τη στιγμή -όπως είπες- δεν ήταν κανένας άθεος, άσχετα τι έλεγε πριν ή τι έλεγε μετά. Εντωμεταξύ είχα φορτωμένη στο καράβι μια μοτοσυκλέτα που είχα αγοράσει στην Ιαπωνία και μέσα στη φουρτούνα χτυπήθηκε μαζί με άλλες μηχανές και καταστράφηκε. Εκ των υστέρων πιστεύω ότι και αυτό ήταν παρά Κυρίου γιατί σαν νέος ήμουν ριψοκίνδυνος χαρακτήρας και με τη μηχανή αυτή θα έβαζα τη ζωή μου σε κίνδυνο. Αυτό το ταξίδι ήταν και η αιτία για να σταματήσω από το επάγγελμα του ναυτικού και έκτοτε ασχολήθηκα με το εμπόριο. Ευχαριστώ τον Θεό γιατί σαν ναυτικός θα ήταν και δύσκολο να κάνω οικογένεια γιατί τότε τα μπάρκα ήταν το λιγότερο εξάμηνα. Λίγο μετά γνώρισα τη γυναίκα μου την Μάγδα, είχε κι εκείνη φόβο Θεού και είχε προσευχηθεί αν είναι παρά Κυρίου να ενωθούμε και να κάνουμε οικογένεια. Πράγματι ο Κύριος μας ένωσε και μας χάρισε δύο γιούς, τον Στέφανο και τον Δημήτρη.
Και πόσα εγγόνια;
Πέντε εγγονάκια μέχρι τώρα. Ευχαριστούμε τον Θεό γιατί μας χάρισε και δύο πολύ καλές νύφες, πιστές στον Κύριο. Μετά που παντρεύτηκα ζούσα μια ήσυχη ζωή, οικογενειακή, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Η γυναίκα μου ξεκίνησε πρώτη με τον Χριστό, όταν άκουσε το μήνυμα του ευαγγελίου από τον κουνιάδο μου, τον Θεόπιστο. Ξεκίνησε να πηγαίνει μαζί του στην εκκλησία του Πειραιά (την Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής) κι εγώ δεν την εμπόδιζα, ούτε της δημιουργούσα κάποιο πρόβλημα. Δεν έδειχνα όμως και κανένα ενδιαφέρον για όλα αυτά τα πράγματα. Και θυμάμαι το συζητούσα τότε με ένα συνεργάτη μου και του έλεγα: “εκεί που πάει η γυναίκα μου είναι καλά αλλά όχι για εμάς. Εμάς δεν μας συμφέρει να πάμε εκεί που πάει.” Φοβόμουνα ότι αν πάω στην εκκλησία θα χάσω τα πράγματα του κόσμου, τις απολαύσεις του κόσμου. Και ταυτόχρονα αυτοδικαιωνόμουνα κιόλας, λέγοντας ότι: “δεν σκότωσα, δεν έκλεψα, άρα είμαι καλός και δίκαιος άνθρωπος”. Η γυναίκα μου όμως προχώρησε με τον Κύριο, αναγεννήθηκε, βαπτίστηκε στο νερό και προσευχότανε μετά και για τη δική μου σωτηρία. Εκείνο το καλοκαίρι είχαμε πάει διακοπές στη Θάσο και είχε πάρει μαζί της πολλές κασέτες με κηρύγματα ευαγγελίου. Ακούγοντας το Λόγο του Θεού από τις κασέτες καταλάβαινα μέσα μου ότι αυτά τα λόγια είναι σωστά και αληθινά. Και ξεκινώντας να διαβάζω και μια Καινή Διαθήκη που μου είχε χαρίσει ο κουνιάδος μου, λίγο-λίγο ο Κύριος ενεργούσε μέσα μου. Κάποια στιγμή ένοιωσα την ανάγκη να μου μιλήσει ο Θεός, προσευχήθηκα και είπα: “Θέλω Θεέ μου να μου μιλήσεις και να μου πεις τι ζητάς από εμένα να κάνω.” Και καθώς άνοιξα “τυχαία” την Καινή Διαθήκη, βάζοντας το χέρι μου σε κάποιο σημείο, έπεσα στο Κατά Ιωάννη ευαγγέλιο, α΄ 43 που λέει ο Κύριος στον Φίλιππο: «Ακολούθει μοι.»
Ξεκάθαρη απάντηση.
Ναι αμέσως κατάλαβα ότι ο Θεός μου μιλάει προσωπικά και μου ζητάει να Τον ακολουθήσω σύμφωνα με τον Λόγο Του. Εκεί άλλαξε η καρδιά μου και μόλις γυρίσαμε στην Αθήνα ξεκίνησα να πηγαίνω κι εγώ στην εκκλησία, με σοβαρότητα πλέον και να εκζητάω τον Κύριο. Και -αντίθετα από ότι νόμιζα ως τότε- άρχισα να καταλαβαίνω ότι είμαι ένας αμαρτωλός άνθρωπος που έχει ανάγκη συγχώρεση και σωτηρία. Γιατί όπως λέει και ο Λόγος του Θεού στην επιστολή Ιωάννου Α΄ (α΄ 8): «εαν πούμε ότι αμαρτία δεν έχουμε, πλανούμε τους εαυτούς μας.» Το πρόβλημα ήταν ότι δυσκολευόμουν να πιστέψω στη θεότητα του Χριστού. Πίστευα ότι ήταν απλά ένας καλός άνθρωπος που επειδή έλεγε την αλήθεια τον σταυρώσανε. Και έλεγα ότι “Χριστοί” γεννιούνται καθημερινώς. Διαβάζοντας όμως στο Κατά Ιωάννη ευαγγέλιο: «Εν αρχή ήτο ο Λόγος και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ και Θεός ήτο ο Λόγος» και λίγο πιο κάτω: «...και ο Λόγος έγινε σάρξ και κατοίκησε μεταξύ μας...» άνοιξε τη διάνοια μου ο Κύριος και κατάλαβα ότι εκεί μιλάει για τον Ιησού Χριστό. Και κατάλαβα ότι ο Χριστός δεν ήταν κάποιος καλός άνθρωπος, δεν ήταν κάποιος μεγάλος φιλόσοφος, αλλά ο ίδιος ο Θεός. Άλλαξαν τελείως τότε τα πράγματα για μένα, πήγα με πίστη και με επίγνωση ενώπιον του Θεού, ζήτησα να με κάνει παιδί δικό Του, το αίμα του Ιησού Χριστού να με καθαρίσει από κάθε αμαρτία και εκεί με επισκέφθηκε ο Κύριος, με αναγέννησε, έκλαιγα σαν μικρό παιδί και όταν σηκώθηκα ήμουν γεμάτος χαρά και ειρήνη.
Πότε έγινε αυτό αδελφέ;
Ήτανε Αύγουστος του 1984. Σηκώθηκα επάνω από τα γόνατα, αγαπούσα όλους τους ανθρώπους και θυμάμαι ήταν τότε ένα δικαστήριο για μια επιταγή που μου χρωστούσε κάποιος 110.000 δρχ και δεν ήθελα μετά να πάω ούτε σε δικαστήρια, ούτε πουθενά. Ο Κύριος μου είχε αλλάξει τη καρδιά, μου είχε αποσπάσει τη πέτρινη καρδιά που είχα πριν και μου είχε βάλει μια σάρκινη καρδιά που ήταν γεμάτη από την αγάπη τη δική Του. Και απολάμβανα μετά τους καιρούς της αναψυχής που χαρίζει ο Κύριος σε κάθε μετανοημένο αμαρτωλό.
Βαπτίστηκες εν ύδατι στον Πειραιά;
Όχι, ο Πειραιάς δεν είχε τότε βαπτιστήρι και βαπτίστηκα στην εκκλησία της Αθήνας. Θυμάμαι μάλιστα είχαν ξεχάσει να βάλουν το ζεστό νερό και μου λέει ο αδελφός ο Λούης, που ήταν ο ποιμένας στην Αθήνα: “δεν έχει ζεστό νερό, βαπτίσου την άλλη Κυριακή.” Ούτε να το ακούσω δεν ήθελα, βαπτίστηκα εκείνη τη μέρα με κρύο νερό, γιατί ένοιωθα έντονη την ανάγκη να “θάψω τον παλαιό άνθρωπο” όπως λέει ο Λόγος του Θεού. Μετά ζητούσα κι εγώ και η γυναίκα μου τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος και όπου ακούγαμε ότι γίνεται προσευχή τρέχαμε να πάρουμε μέρος κι εμείς. Σε μια τέτοια προσευχή, τον Νοέμβρη του 1984 μετά από αρκετή ώρα είχα κουραστεί, ήθελα να φύγω και είπα μέσα μου: “κάποια άλλη φορά θα το λάβω.” Μου λέει όμως ένας αδελφός: “ο Κύριος είναι εδώ, ζήτα και θα λάβεις.” Τον άκουσα, ξεκίνησα να δοξάζω τον Θεό με όλη μου την καρδιά, πήρα πολλή δύναμη και άρχισα να μιλάω ξένες γλώσσες όπως μου έδινε το Πνεύμα να μιλάω. Σαν χείμαρρος έβγαιναν από μέσα μου, σαν ποτάμι που ξεχείλιζε. Πολλή αγάπη ήρθε στη καρδιά μου αλλά και όλος ο καρπός του Αγίου Πνεύματος: αγάπη, χαρά, ειρήνη... και πέταγα πραγματικά. Την ίδια εβδομάδα βαπτίστηκε και η γυναίκα μου. Την Πέμπτη το έλαβα εγώ και εκείνη το Σάββατο, σε μια προσευχή στη κεντρική εκκλησία. Ευχαριστώ τον Κύριο για όλα όσα μας έχει δώσει. Πηγαίναμε μετά για πολλά χρόνια στην εκκλησία του Πειραιά- όπου και υπηρέτησα σαν πρεσβύτερος- μέχρι που ο Κύριος μας έδειξε ότι θέλει κάτι άλλο από εμάς.
Στον Πειραιά πόσα χρόνια πηγαίνατε ;
Πηγαίναμε 17 χρόνια. Όλες τις μέρες που είχε συνάθροιση, φεύγαμε μαζί με τα παιδιά από την Αγία Παρασκευή και πηγαίναμε με ένα φορτηγάκι που είχα για την δουλειά. Ευχαριστώ τον Θεό γιατί έσωσε και τα παιδιά μας, τα κράτησε κοντά Του στη δύσκολη ηλικία της εφηβείας και τα ευλόγησε. Βέβαια ήταν δύσκολο να κάνουμε τόσα χιλιόμετρα πήγαινε-έλα και όσο πλησίαζε ο καιρός που είχε προσδιορίσει ο Θεός να φύγουμε, γινότανε και πιο δύσκολο. Κάποια στιγμή έδειξε ο Κύριος ένα ενύπνιο στον γιό μου τον Στέφανο. Είδε ότι ήμασταν με το φορτηγάκι και μέσα δεν ήταν η γυναίκα μου αλλά μια άλλη γυναίκα, πιο νέα, η οποία -ήταν λέει- θυγατέρα του αδελφού Λούη. Και ήξερε ο Στέφανος ότι αυτή είναι η καινούργια του μητέρα. Και πήγαμε με το φορτηγάκι στην οδό Χίου και σταματήσαμε εκεί. Στην οδό Χίου στεγάστηκε αργότερα η πρώτη εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Αυτό το ενύπνιο το είδε βέβαια δύο χρόνια πριν, ούτε αίθουσα υπήρχε ακόμα, ούτε τίποτε. Όσο πλησίαζε ο καιρός, ο δρόμος γινότανε όλο και πιο δύσβατος, κάναμε σκέψεις να πάμε σε κάποια εκκλησία πιο κοντινή, όμως περιμέναμε την οδηγία του Θεού. Και τελικά ο Κύριος ενήργησε και άνοιξε η εκκλησία στην Αγία Παρασκευή.
Υπήρχαν από χρόνια αδελφοί που έμεναν εκεί;
Υπήρχαν κάποιοι αδελφοί, αργότερα προστέθηκαν και άλλοι και ξεκινήσαμε μια κατ’ οίκον συνάθροιση. Μετά έπρεπε να βρούμε κάποιον εργάτη του ευαγγελίου να αναλάβει την εκκλησία και πήγαμε και βρήκαμε τον αδελφό Κυριανάκη. Είχε κάποιους δισταγμούς στην αρχή ο αδελφός, αλλά ο Κύριος του μίλησε, τον οδήγησε και έτσι άνοιξε η εκκλησία και με τη χάρη του Θεού, το 2000 κάναμε τα εγκαίνια.
Θα ήθελα αδελφέ Γιώργο να μας πεις και κάποιες εμπειρίες σου με τον Κύριο. Πιστεύω θα έχεις αρκετές.
Ναι, θα σου πω κάποιες εμπειρίες. Ένα βράδυ ήμασταν οικογενειακώς στην κεντρική εκκλησία όπου είχε ολονύκτια προσευχή. Και όταν κατεβήκαμε να φύγουμε, είδαμε ότι μας είχαν κλέψει το φορτηγάκι. Με όλο το εμπόρευμα μέσα. Ανεβήκαμε λοιπόν πάλι επάνω στην εκκλησία και κάναμε ένθερμη προσευχή, μαζί με όλα τα αδέλφια, για να μας βοηθήσει ο Θεός. Το πρώτο που έκανε ο Κύριος ήταν ότι μας έδωσε ειρήνη στη καρδιά μας. Θυμάμαι πήρα ένα ταξί για να πάω να δηλώσω τη κλοπή στην αστυνομία και στη διαδρομή -λες και δεν είχε συμβεί τίποτε- ομολογούσα στον ταξιτζή τον Χριστό και του μιλούσα για το ευαγγέλιο. Ο γιός μου ο Δημήτρης όμως είχε στενοχωρηθεί πάρα πολύ. Και του δείχνει ο Κύριος ότι βρήκαμε το αυτοκίνητο και τα εμπορεύματα. Το είπε στη μητέρα του και του λέει η Μάγδα: “αν ήταν από το Θεό και όχι από τη καρδιά σου, ζήτησε να στο δείξει και δεύτερη φορά.” Το είδε και δεύτερη φορά σε ενύπνιο και πράγματι μετά από λίγες μέρες βρήκαμε το φορτηγάκι, με όλο το εμπόρευμα μέσα άθικτο. Ήταν μια θαυμαστή ενέργεια του Θεού στη ζωή μας. Άλλη μια εμπειρία είχαμε όταν έγινε ο σεισμός το 1999. Είχε βγει το σπίτι μας “κίτρινο”, ακατάλληλο, και μας είπαν ότι πρέπει να αλλάξουμε κατοικία. Πήγαμε πράγματι σε έναν αδελφό που είχε ένα σπίτι να μας διαθέσει και εκεί έγινε μάλιστα και η πρώτη κατ’ οίκον συνάθροιση της Αγίας Παρασκευής. Στενοχωρήθηκε όμως η γυναίκα μου, σκεφτόταν τι θα πει ο κόσμος που βγήκε το σπίτι μας ακατάλληλο (ενώ το δικό τους δεν έπαθε τίποτε) και της μίλησε ο Κύριος και της είπε: “τώρα θα σου δείξω ποιός είναι ο Πατέρας σου.” Εντωμεταξύ ήταν τότε η ιστορία με το χρηματιστήριο και αν δεν έπαιζες σε ονειδίζανε κιόλας. Όλοι στη δουλειά μου έλεγαν να πάρω μετοχές για να βγάλω χρήματα αλλά εγώ τους έλεγα: “Δεν πιστεύω στη θεά Τύχη. Πιστεύω στον Κύριο και ότι έχω ανάγκη μου το δίνει Εκείνος και δεν μου στερεί τίποτε.” Πράγματι μας βοήθησε ο Θεός και μας έδωσε τόση πολλή δουλειά, που όχι μόνο επισκευάσαμε το σπίτι, αλλά ξεχρεώσαμε και κάτι παλιά χρωστούμενα που είχαμε. Αυτό κράτησε έξι μήνες, όσο ακριβώς χρειαζότανε για να καλυφτούν οι ανάγκες μας και μετά η δουλειά ξαναγύρισε στο κανονικό της ρυθμό. Δοξασμένο το όνομα του Κυρίου, ο Κύριος πολλά έχει κάνει στη ζωή μας.
Ξέρω ότι πέρασες τώρα τελευταία και μια μεγάλη δοκιμασία με την υγεία σου.
Ναι έγινε μια επιπλοκή φαρμάκων που με οδήγησε ένα βήμα από τον θάνατο, όμως ο Θεός ήταν και σε αυτή τη δοκιμασία μαζί μου. Θυμάμαι όπως ήμουν στο νοσοκομείο, είδα σε κάποια στιγμή μια μορφή στο παράθυρο που μου χαμογελούσε και μου έλεγε: “Εγώ όλα μπορώ να τα κάνω.” Ήταν ο Κύριος, ο οποίος με θεράπευσε τελικά, ακούγοντας τις προσευχές της οικογένειας μου και της εκκλησίας. Βέβαια το θέμα δεν είναι να ζήσουμε λίγα χρόνια παραπάνω εδώ στη γη αλλά να μας αξιώσει ο Κύριος να δούμε το πρόσωπο Του και να είμαστε έτοιμοι, όταν ακουστεί η έσχατη σάλπιγγα, να πάμε σε συνάντηση Του στις νεφέλες.
Αδελφέ Γιώργο, μετά από μια ευλογημένη πορεία 35 χρόνων μαζί με τον Χριστό θα ήθελα να μας πεις ποιό είναι το καταστάλαγμα και ποιό το μήνυμα για όλους μας.
Θα σου πω ένα εδάφιο: «Ουχί δια δυνάμεως, ουδέ δια ισχύος αλλά δια του Πνεύματος μου λέγει ο Κύριος των δυνάμεων.» Δια Πνεύματος Αγίου μας αναγέννησε ο Κύριος και μας έσωσε και με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος ακολουθήσαμε τον Κύριο όλα αυτά τα χρόνια. Και το Πνεύμα το Άγιο είναι που πολλές φορές προσεύχεται για εμάς δια στεναγμών αλαλήτων γιατί: «το τι πρέπει να προσευχηθούμε εμείς δεν γνωρίζουμε». Σήμερα πιστεύω ότι έχουμε ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη τη δύναμη της Πεντηκοστής. Για να ενεργήσει ο Κύριος έτι περισσότερο μέσα στις καρδιές μας, να μας βάλει ζήλο, να έρθουμε στη πρώτη μας αγάπη και να μπορέσει να μας χρησιμοποιήσει όλους για τη δόξα Του.