Παναγιώτης Μπούρμας - Ρούλα Καλυβά
«…διότι εν αυτώ (τω Χριστώ) κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς και είσθε πλήρεις εν αυτώ, όστις είναι η κεφαλή πάσης αρχής και εξουσίας.» Προς Κολοσσαείς β΄ 9-10.
«…διότι εν αυτώ (τω Χριστώ) κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς και είσθε πλήρεις εν αυτώ, όστις είναι η κεφαλή πάσης αρχής και εξουσίας.» Προς Κολοσσαείς β΄ 9-10.
Πάντα ο άνθρωπος αναζητά κάτι ώστε να γεμίσει τα κενά της ψυχής του, όμως την εσωτερική πληρότητα και ολοκλήρωση, μπορεί να τη βρει μόνο μέσα από την ένωση του με τον Θεό, δια του Ιησού Χριστού.
Αυτό το μήνα θα μας δώσουν την μαρτυρία τους για τον Χριστό, ο αδελφός μας Παναγιώτης Μπουρμάς και η σύζυγος του Ρούλα Καλύβα.
Αδελφέ Παναγιώτη, είσαι τώρα ένας χριστιανός οικογενειάρχης, πολύτεκνος μάλιστα, κάποτε όμως, από ότι ξέρω, η ζωή σου ήταν τελείως διαφορετική.
Κάποτε η ζωή μου ήτανε δράμα. Μόνος μου, μέσα στα πάθη και τις επιθυμίες, ψάχνοντας να βρω αυτό που πραγματικά θα με γεμίσει. Αυτό που οι άνθρωποι λένε ευτυχία. Ξεκινάνε όλοι με διάφορα υλικά αγαθά. Έτσι κι εγώ έπαιρνα ας πούμε ένα μηχανάκι. Μετά έπαιρνα μεγαλύτερο, μετά μηχανή μεγάλη. Δεν γέμιζα μέσα μου. Μετά ασχολήθηκα με τη μουσική και πήρα ντραμς. Ξεκίνησα μαθήματα, πάλι όμως μέσα μου δεν γέμιζα. Μετά πήρα μπουκάλες κι έκανα καταδύσεις. Δοκίμασα κι αυτό το χόμπι και μετά και άλλα πολλά και διάφορα. Και παράλληλα υπήρχαν πάντα οι απολαύσεις του κόσμου. Γυναίκες, μπαράκια, ουσίες. Όλα ήταν τελικά μια φωτοβολίδα. Μια στιγμιαία ευχαρίστηση και μετά υπήρχε μέσα μου κενό.
Θέλω να μας τα πεις όμως λίγο πιο αναλυτικά. Που έχεις μεγαλώσει;
Εδώ Αθήνα, στον Νέο Κόσμο.
Σαν οικογένεια είχατε σχέση με την θρησκεία;
Τυπικά πράγματα. Εγώ όμως μικρός πήγαινα με τη γιαγιά μου στην εκκλησία και κάποια στιγμή είχα γίνει και παπαδάκι. Μέχρι που μια μέρα μου μίλησε άσχημα ο παππάς, αντέδρασα, τον έβρισα και με διώξανε από την εκκλησία. Από εκεί ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση. Δεν πίστευα τίποτε, έβριζα τους πάντες και τα πάντα και ήμουν πολύ βλάσφημος. Μετέπειτα τελείωσα μια τεχνική σχολή για μηχανικός αυτοκινήτων κι έπιασα δουλειά. Επειδή όμως από μικρός βοηθούσα ένα μπάρμπα μου που ήταν σιδεράς, έμαθα τη τέχνη και τελικά ακολούθησα αυτό το επάγγελμα. Μου άρεσε πολύ η κατεργασία, η δημιουργία. Να παίρνω ένα άμορφο αντικείμενο και να του δίνω μορφή. Έφτιαχνα και έργα τέχνης από σίδερο, γλυπτά, φωτιστικά, ώσπου κάποια στιγμή έφτασα να κερδίζω πάρα πολλά χρήματα. Γιατί είχα αποκτήσει επαφές με το καλλιτεχνικό κύκλωμα, με ανθρώπους επώνυμους και πλούσιους οι οποίοι δεν δίσταζαν να πληρώσουν πολλά για να αγοράσουν κάτι που το ήθελαν. Τα ξόδευα όμως όλα. Σε ταξίδια (έχω γυρίσει σχεδόν όλο τον κόσμο) σε διασκεδάσεις και σε ουσίες. Πέρναγαν έτσι τα χρόνια, μέχρι που κάποια στιγμή μόλις έγινα τριάντα ετών έκανα έναν απολογισμό. Πιστεύω είναι μια περίοδος που την περνάνε όλοι οι άντρες και όπου βλέπεις το τι έχεις κάνει μέχρι τότε στη ζωή σου. Εγώ θυμάμαι ότι ένοιωσα πολύ άσχημα. Γιατί ενώ είχα τη δουλειά μου, είχα τα λεφτά μου, ένοιωθα ένα κενό μεγάλο. Αυτή την περίοδο την πέρασα τελείως μόνος. Ούτε παρέες, ούτε κοπέλες, ήθελα να ξεκαθαρίσω μέσα μου τι ακριβώς γίνεται. Δεν βρήκα κάτι όμως.
Ουσίες έπινες σε αυτή την περίοδο;
Ναι, ουσίες πάντα έπινα, μέχρι που με ελευθέρωσε ο Κύριος στα 38 μου χρόνια. Ξεκίνησα μικρός, με ένα τσιγαράκι, για να γελάσουμε λίγο και είχα φτάσει στο τέλος να πίνω σαράντα τρίφυλλα τσιγάρα την ημέρα. Το αγόραζα με τα τσουβάλια κι ευτυχώς με φύλαξε ο Κύριος και δεν με πιάσανε, γιατί ακόμα μέσα στη φυλακή θα ήμουνα. Είχε άλλα σχέδια ο Θεός για μένα και για τον κάθε άνθρωπο πιστεύω. Γιατί από τη στιγμή που υπάρχεις και γεννήθηκες, για κάποιο σκοπό γεννήθηκες, δεν μπορεί να είσαι σαν τον αέρα που φεύγει και χάνεται. Εγώ προσωπικά δεν μπορούσα να δεχτώ με τίποτε, πως αυτή η τέλεια μηχανή που λέγεται άνθρωπος, μπορεί να ζει μόνο για κάποια χρόνια στη γη, να περνάει πολλή δυστυχία, λίγη ευτυχία και μετά να τελειώνουν όλα. Την έννοια «Θεός» όμως και όλα τα σχετικά με τη θρησκεία τα είχα αποκλείσει τελείως, έστω και σαν πιθανότητα. Μέχρι που μια μέρα, καθώς πήγαινα ένα ταξίδι με το αυτοκίνητο, στα διόδια μου δίνουν ένα φυλλάδιο που έλεγε: «ο Χριστός σε αγαπάει» και διαφήμιζε τον ραδιοφωνικό σταθμό «Χριστιανισμός». Στους 93,9 ήταν τότε, τώρα είναι 104,3 FM. Μετά από λίγες μέρες, όπως καθάριζα το αυτοκίνητο βρήκα αυτό το φυλλάδιο και από περιέργεια σκέφτηκα να βάλω να δω τι λέει κι αυτός ο σταθμός. Άκουσα ένα μάθημα του Λεωνίδα Φέγγου και μου άρεσε. Και το ίδιο βράδυ ακούω μια εκπομπή: «Φως μέσα στη νύχτα», όπου έκανε την ομολογία του ένας άνθρωπος όμοιος με μένα. Στα ναρκωτικά, ψαχνότανε μέσα στη ζωή του και όλα τα σχετικά. Από τότε άκουγα συνέχεια. Εν τω μεταξύ εκείνη την εποχή μαζεύονταν σπίτι μου κάθε απόγευμα γύρω στα είκοσι άτομα και πίναμε διάφορα. Όταν άρχιζε λοιπόν το κήρυγμα στο ραδιόφωνο τους έλεγα: «όποιος θέλει να φύγει, ας φύγει, όποιος καθίσει, θα ακούσει μαζί μου το κήρυγμα.» Και το βράδυ έπαιρνα το φορτηγάκι και πήγαινα βόλτες στα βουνά για να έχω ησυχία ακούγοντας το «Φως μέσα στη νύχτα.» Εκεί συνέλαβα τον εαυτό μου να ακούω ομολογίες και να δακρύζω από τη συγκίνηση και σκεφτόμουν και απορούσα μήπως αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάποιο τρόπο να καταλαβαίνουν κάθε στιγμή το τι σκέφτομαι γιατί σε ότι σκεφτόμουν έπαιρνα κατευθείαν την απάντηση.
Θυμάσαι κάποιο παράδειγμα;
Θα σου πω ένα παράδειγμα. Σκεφτόμουν ας πούμε, ότι είμαι ένα τίποτε, ότι δεν αξίζω και ότι δεν με αγαπάει πραγματικά κανείς. Και κατευθείαν, την ίδια ώρα, άκουγα ότι: «κι αν δεν σε αγαπάει κανείς, ο Θεός σε αγαπάει. Κι αν λες ότι δεν αξίζεις, για τον Θεό αξίζεις πολλά.» Με το που τέλειωνα την σκέψη μου, έπαιρνα την απάντηση. Μια, δύο, τρείς φορές, κατάλαβα ότι αυτό δεν είναι τυχαίο κι αποφάσισα να τους γνωρίσω από κοντά. Έτσι ένα απόγευμα πήγα στην Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής στον Πειραιά. (Είχα ένα φίλο που είχε πάει εκεί παλιότερα και πήγαμε παρέα.) Όταν μπήκα μέσα και συνειδητοποίησα σε τι χώρο βρισκόμουνα, έγινα κατακόκκινος από τη ντροπή μου. Κάθισα σε μια θέση δειλά-δειλά κι άκουσα το κήρυγμα. Και ξαναπήγα μετά αρκετές φορές. Στην αρχή έφευγα κατευθείαν. Με το που έλεγε ο αδελφός από τον άμβωνα: «Αμήν» κι έκλεινε τη συνάθροιση στο «..μήν» ήμουνα έξω από τη πόρτα. Δεν ήθελα να έχω με κανέναν επαφές για να είμαι ανεπηρέαστος και για να σχηματίσω καθαρά δική μου άποψη. Μετά σκέφτηκα το εξής: «θα πάω μια μέρα στο σπίτι τους και θα δω πως είναι τα παιδιά τους. Γιατί αυτοί μπορεί να κρύβονται και να δείχνουν άγιοι αλλά τα παιδιά δεν μπορούν να κρυφτούν». Πράγματι πάω ένα βράδυ στο σπίτι ενός αδελφού που με κάλεσε και με πρόφαση να πάω στη τουαλέτα, πήγα και κοίταξα στο δωμάτιο που ήταν μαζεμένα όλα τα παιδιά. Αυτό που αντίκρισα ήταν φοβερό. Βλέπω πολλά μικρά παιδιά, γύρω-γύρω καθισμένα κι ένα άλλο παιδάκι λίγο μεγαλύτερο να τους εξηγεί κάτι μέσα από μια παιδική Αγία Γραφή. Εκείνη την ώρα ήθελα να ανοίξει η γη και να με καταπιεί. Αισθάνθηκα τελείως ανάξιος κι άρχισα να τα βάζω με τον εαυτό μου. Βέβαια δεν είναι μια συνηθισμένη εικόνα αυτή, τα παιδιά όταν συναντιούνται παίζουνε, αλλά ο Θεός πιστεύω με καταίσχυνε με αυτό τον τρόπο.
Εσύ είχες αρχίσει να διαβάζεις την Αγία Γραφή;
Από τότε ξεκίνησα. Και πήγαινα Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή, ανελλιπώς στην εκκλησία. Κυριακή δεν πήγαινα γιατί δεν μπορούσα να κοινωνήσω, αφού κάπνιζα τα διάφορα. Σιγά-σιγά με αναγεννούσε ο Κύριος και έβλεπα αλλαγές στον εαυτό μου, δεν μπορούσα όμως να ελευθερωθώ από τις ουσίες και από την αμαρτία. Δεν είχα τη δύναμη. Ώσπου ένα βράδυ στις 21 Δεκεμβρίου 1998 με φωνάζει σπίτι του ένας αδελφός για να προσευχηθούμε και του λέω: «Να ξέρεις, ότι αν δεν με βαπτίσει ο Θεός με Πνεύμα Άγιο δεν πρόκειται να σηκωθώ από τα γόνατα». Γιατί είχα φθάσει σε ένα σημείο που δεν πήγαινε άλλο. Διάβαζα την Αγία Γραφή, μιλούσα και σε άλλους για τον Χριστό και κρατούσα ταυτόχρονα κι ένα τσιγάρο τρίφυλλο στο χέρι. Ντρεπόμουνα πλέον για αυτά που έκανα.
Πόσο καιρό ήσουν σε αυτή την ενδιάμεση κατάσταση;
Τρία χρόνια περίπου. Είχα καταλάβει όμως ότι όταν έλθει η δύναμη του Πνεύματος του Αγίου μέσα μου θα μου τα κόψει όλα αυτά. Και πράγματι αρχίζουμε την προσευχή και μόλις πάει η ώρα 12 παρά τέταρτο βλέπω να φεύγει από πάνω το ταβάνι του σπιτιού, μια φωτιά κατεβαίνει από τον ουρανό, με χτυπάει στο κεφάλι, μπαίνει στο σώμα μου κι αρχίζουν μέσα μου, όπως λέει η Αγία Γραφή: «ύδατα αναβλύζοντα εις ζωή αιώνια.» Η χαρά που ένοιωθα ήταν απίστευτη και το στόμα μου δεν σταματούσε να μιλάει σε ξένες γλώσσες. Την ημέρα που με βάπτισε ο Θεός με Πνεύμα Άγιο ήταν σαν μην είχα καπνίσει ποτέ χασίς. Δεν έκανα καμιά προσπάθεια να το κόψω, μου το πήρε ο Κύριος χωρίς να το καταλάβω. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και το απλό τσιγάρο και όλα. Συζούσα με μια κοπέλα τότε και όταν γύρισα εκείνο το βράδυ σπίτι, την ξυπνάω και της λέω: «πήγαινε κοιμήσου στο σαλόνι σήμερα κι από αύριο παίρνεις τα πράγματα σου και πας στη μαμά σου. Γιατί αυτό που έλαβα απόψε από τον Κύριο δεν υπάρχει περίπτωση να το χάσω με τίποτε. Αν θέλει ο Θεός να παντρευτούμε, έχει καλώς. Αλλά μέχρι τότε, ούτε επαφές θα έχουμε, ούτε τίποτε.» Αυτή η κοπέλα ήρθε μετά στην εκκλησία, βαπτίστηκε με Πνεύμα Άγιο, βαπτίστηκε και στο νερό, αλλά δεν έμεινε τελικά κοντά στον Θεό, έφυγε. Και άλλοι πολλοί από την παρέα μου ήρθαν στην εκκλησία και αρκετοί έμειναν και είναι ακόμα πιστοί. Μεταξύ αυτών και η γυναίκα μου η Ρούλα με την οποία τότε ήμασταν απλά φίλοι. Και πολλές φορές κοντραριζόμασταν μάλιστα.
Μερικές φορές η πολλή έχθρα κρύβει πολλή αγάπη.
Ναι, είναι αλήθεια. Και πάνω σε αυτό θα σου πω μια εμπειρία. Λίγο καιρό μετά που πίστεψε η Ρούλα, ήμασταν ένα βράδυ μαζί στην εκκλησία και εκεί κατάλαβα τι πάει να πει πραγματική αγάπη. Μου έδωσε ο Κύριος μια απίστευτη αγάπη για την γυναίκα μου, από τις τρίχες της κεφαλής της, μέχρι κάτω τις πατούσες της. Συγκλονίστηκα. Δεν το είχα νοιώσει αυτό ποτέ και με καμία κοπέλα, άσχετα τι έλεγα με τα χείλη μου. Εκείνη την ώρα σκέφθηκα ότι αφού μου δίνει εμένα τόση αγάπη για αυτή τη κοπέλα, τότε πόσο πολύ αγαπάει Εκείνος εμάς, την εκκλησία Του, την νύμφη Του.
Αμήν. Αδερφή Ρούλα ήρθε η σειρά σου. Από ότι μας είπε και ο Παναγιώτης ήσασταν γνωστοί από τον κόσμο.
Ναι τον Παναγιώτη τον γνώρισα μέσα στον κόσμο. Είχε την σχέση του, είχα την σχέση μου, πηγαίναμε σπίτι του, καπνίζαμε τα διάφορα τσιγάρα, αυτή η δουλειά γινότανε. Πως πάνε άλλοι στα καφενεία, εμείς πηγαίναμε σπίτι του Παναγιώτη. Και σκοτώναμε την ώρα μας στην κυριολεξία. Κάποια στιγμή όμως ο Παναγιώτης άρχιζε και έβαζε στο ράδιο, τον «Χριστιανισμό». Έστριβε πρώτα κανένα τσιγάρο, μετά έβαζε τον ραδιοφωνικό σταθμό και μας έλεγε: «Τώρα ησυχία. Θα σας πω εγώ πότε θα ξαναμιλήσετε.» Εγώ αντιδρούσα. Του έλεγα: «με το τρίφυλλο στο χέρι μας μιλάς για τον Θεό;» Φοβόμουνα και μήπως πλανηθώ και γι’ αυτό πήγα και πήρα όλα τα σχετικά βιβλία, από τα ορθόδοξα βιβλιοπωλεία ψάχνοντας να βρω για ποιο λόγο αυτή η εκκλησία είναι αιρετική. Και όμως δεν βρήκα κάποιο ελάττωμα, δεν βρήκα να τους κατηγορούνε για κάτι συγκεκριμένο.
Είχες μεγαλώσει σε θρησκευόμενη οικογένεια;
Ναι, ήταν η μητέρα μας πολύ θρησκευόμενη και μέχρι τα δεκαέξι μου χρόνια δεν είχα αφήσει νηστεία για νηστεία. Είχα κάνει όλες τις νηστείες της Ορθοδοξίας. Από μικρή ήμουν στα κατηχητικά και το λιγότερο που θα πήγαινα στην εκκλησία, ήταν κάθε Κυριακή. Μας άρεσε όμως το κατηχητικό, δεν πηγαίναμε με το ζόρι. Μαθαίναμε ιστορίες από την Αγία Γραφή, μαθαίναμε εδάφια από τη Καινή Διαθήκη και ψέλναμε ύμνους, από τους οποίους κάποιοι είναι και στο δικό μας υμνολόγιο. Όταν ήρθα στην εκκλησία μας, πολλά χρόνια μετά, αρκετούς από τους ύμνους τους ήξερα από το κατηχητικό. Πηγαίναμε σε ορφανοτροφεία και δίναμε ρούχα, είχαμε και χορωδία βυζαντινής μουσικής και βγάλαμε μάλιστα και κασέτα εκείνη την εποχή και ετοιμαζόμασταν για δεύτερη. Δυστυχώς υπήρξαν τότε κάποιες ανθρώπινες αντιζηλίες, διώξανε τον αρχιμανδρίτη που είχε κάνει όλο αυτό το έργο στη περιοχή μας και όλα σταμάτησαν. Μετά πήγαιναν τα πράγματα από το κακό στο χειρότερο. Έψαχνα να βρω άνθρωπο να μιλάει για τον Θεό και δεν μίλαγε κανένας. Πήγαινα από ενορία σε ενορία για να ακούσω μια χορωδία, όπως την είχαμε εμείς, για να έρθει πάλι σε κατάνυξη η καρδιά μου, αλλά τίποτα.
Ερχόταν η καρδιά σου σε κατάνυξη;
Βέβαια. Έχω δει μέχρι και όραση. Ήμασταν στο ψαλτήρι και ψέλναμε και λίγο πριν βγει ο ιερέας να διαβάσει το ευαγγέλιο, ανάμεσα στα παπαδάκια είδα να βρίσκονται άγγελοι. Γιατί όταν φθάσαμε σε μια ηλικία 12-13 χρονών, πλέον το ζούσαμε αυτό που κάναμε. Μας είχαν εξηγήσει τι έκανε ο Ιησούς Χριστός, για ποιο λόγο σταυρώθηκε, οπότε ήμασταν γνώστες πλέον. Εκείνη την εποχή μου άρεσε να προσεύχομαι και μόνη μου. Περίμενα να κοιμηθούν οι άλλοι στο σπίτι, για να γονατίσω και να κάνω προσευχή. Και πολλές φορές πήγαινα και σε αγρυπνίες που γινόντουσαν σε διάφορους ναούς μόνο και μόνο για να μπορώ να γονατίζω.
Όλα αυτά μέχρι ποια ηλικία;
Μέχρι τα 16-17 μου χρόνια. Μετά γνώρισα παρέες και βρέθηκα στο κόσμο. Για μένα όμως αυτά τα χρόνια στον κόσμο, μέχρι που αναγεννήθηκα, ήταν αποστασία. Θυμάμαι πολλές φορές γυρνούσα σπίτι και ήμουν απελπισμένη και προσευχόμουνα. Γιατί πάντα έψαχνα ένα στήριγμα, να ξέρω ότι θα πηγαίνω κάπου και θα ακούω τον Λόγο του Θεού και δεν υπήρχε αυτό. Όταν άκουσα λοιπόν από τον Παναγιώτη ότι στην εκκλησία που πηγαίνει, μιλάει ο Θεός, αυτό αμέσως με άγγιξε. Την πρώτη φορά πήγα σε ένα σπίτι όπου θα κάνανε τα αδέλφια προσευχή. Πήγαμε, μας μοίρασαν υμνολόγια και με το που γονατίζω, λέω (από μέσα μου) στον Κύριο: «Θεέ μου αν αυτός είναι ο λαός σου, ο οποίος θα φανερωθεί στις έσχατες ημέρες, θέλω να είμαι κι εγώ σε αυτόν τον λαό. Αλλιώς δεν θέλω να ξαναδώ κανέναν τους.» Με το που τελειώνω τη φράση μου, σηκώνεται μια προφητεία και μου μίλησε ο Κύριος με το όνομα μου. Και παράλληλα με την προφητεία ένοιωθα ένα αόρατο χέρι πάνω στη καρδιά μου να με αγγίζει. Και μου είπε ο Κύριος ότι: «Αυτή η συνάντηση είναι προ καταβολής κόσμου κανονισμένη… Και Εγώ θέλω να προσκολληθείς σε αυτό τον λαό, γιατί αυτός είναι ο λαός μου.» Από εκεί και πέρα δεν χρειάστηκε να ακούσω κάτι άλλο. Δεν πήγα όμως αμέσως στην εκκλησία γιατί αυτό που με ενδιέφερε τότε ήταν να προσεύχομαι και να ακούω τη φωνή του Θεού. Περίμενα κάθε βράδυ τα αδέλφια να γυρίσουν από την εκκλησία για να πάμε σε κάποιο σπίτι που θα γινότανε προσευχή. Γιατί κάθε βράδυ είχε προσευχές σε κάποιο σπίτι τότε. Και κάθε φορά, μα κάθε φορά, μου μιλούσε ο Κύριος με προφητεία, μέχρι την μέρα που με βάπτισε με Πνεύμα Άγιο.
Είχες βαπτιστεί πριν στο νερό;
Όχι, το βάπτισμα στο νερό δυσκολεύτηκα αρκετά να το δεχτώ. Συνέβη όμως το εξής. Όταν με βάπτισε ο Κύριος με Πνεύμα Άγιο μου έδειξε μια όραση: Ένας δρόμος ξεκινούσε από την καρδιά μου κι έφτανε ως τον ουρανό και στο τέλος του δρόμου ήταν μια χρυσή πύλη μεγάλη. Όταν βαπτίστηκα στο νερό και μόλις βγήκα από το βαφτιστήρι, μου έδειξε ο Κύριος πάλι μια όραση. Ή μάλλον την συνέχεια της προηγούμενης. Μου έδειξε αυτή την χρυσή πύλη, ανοιχτή πλέον τώρα και στο βάθος φαινότανε μια χρυσή πόλη. Και άκουσα τη φωνή του Θεού: «τώρα μπορείς να περάσεις.»
Πολύ ωραίο αυτό πραγματικά.
Και έτσι ήμουνα σίγουρη κι εγώ πλέον ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού. Μου έφυγε κάθε αμφιβολία. Έβλεπα πολλές οράσεις στην αρχή της πίστεως μου. Θυμάμαι πριν μείνω έγκυος στο πρώτο μας παιδί τον Κωνσταντίνο είδα σε όραση τον Κύριο να κρατάει ένα μωράκι, και μου είπε: «αυτό είναι το δώρο μου για σένα.» Τέσσερα παιδιά μας χάρισε τελικά ο Θεός, πολλά δώρα, υλικά και πνευματικά και πολλή ευλογία στη ζωή μας. Μια φορά ενώ ήμασταν στη Κύμη, ήρθανε κάποια αδέλφια, ένα ζευγάρι και κάναμε προσευχή. Και μίλησε ο Κύριος με το στόμα της αδελφής με προφητεία και είπε: «Έχω στρώσει τραπέζι για εσάς, ελάτε να πάρετε τα δώρα που σας έχω.» Και είπα: «Κύριε θέλω κι εγώ δώρο», άπλωσα το χέρι και μου έδωσε ο Κύριος το χάρισμα της προφητείας. Πιστεύω πως όταν σε κάποια προσευχή μιλάει ο Κύριος και λέει: «είμαι εδώ να σας δώσω τα δώρα μου» εκείνη είναι η στιγμή για να λάβεις κάποιο δώρο. Αλλά και κάθε στιγμή ο Θεός είναι έτοιμος να δώσει δώρα σε όποιον ζητήσει από Εκείνον.
Αμήν. Αδελφέ Παναγιώτη ξέρω ότι ο Θεός έχει κάνει στη ζωή σας και άλλα πολλά και θαυμαστά, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε χώρο να τα γράψουμε όλα.
Ναι, είναι αλήθεια ότι μαζί με τον Θεό έχω ζήσει πράγματα που όπως λέμε: «δεν υπάρχουν». Και να τα λες δεν σε πιστεύει ο άλλος. Και αν δεν τα ζήσεις ο ίδιος, αν δεν δοκιμάσεις ο ίδιος, δεν μπορείς να καταλάβεις. Γι’ αυτό θέλω να προσκαλέσω όλους όσους διάβασαν αυτή την ομολογία να ζητήσουν, να γευτούν και να δουν ότι ο Θεός είναι αγαθός. Είναι ότι καλύτερο μπορεί να συμβεί στη ζωή του ανθρώπου.-