«Εν εξεύρω, ότι ήμουν τυφλός και τώρα βλέπω.» κατά Ιωάννη θ΄25
Ο άνθρωπος που δέχεται τον Ιησού Χριστό σαν σωτήρα του, δεν πιστεύει απλά σε μια διδασκαλία αλλά βιώνει μια ζωντανή και απόλυτα αληθινή εμπειρία. Ήταν πριν στο σκοτάδι και τώρα ζει στο φως, ήτανε πριν τυφλός ενώ τώρα βλέπει και διακρίνει τα διαφέροντα. Αυτό το μήνα ο αδελφός μας Δημήτρης Λεκάκος θα μας δώσει την δικιά του μαρτυρία για το πώς ο Κύριος ήρθε στην ζωή του και του άνοιξε τα πνευματικά του μάτια.
Αδελφέ Δημήτρη πριν πούμε πως γνώρισες τον Κύριο πες μας λίγα λόγια για την ζωή σου. Που γεννήθηκες, πως μεγάλωσες.
Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1973, πριν από 42 χρόνια. Είμαστε μια επταμελής οικογένεια με 5 αδέλφια κι εγώ είμαι τρίτος, τέταρτος κατά σειρά μαζί με τον δίδυμο αδελφό μου. Μεγάλωσα μπορώ να πω ήσυχα, φυσιολογικά, κι ευχαριστώ τον Θεό για τους γονείς που μου χάρισε. Όταν ήμασταν μικροί μας έπαιρνε ο πατέρας μου κάθε Κυριακή, πηγαίναμε στην εκκλησία και υπήρχε αρκετά έντονο το στοιχείο της πίστης μέσα στην οικογένεια μας. Αυτό που θυμάμαι όμως είναι ότι όσο περνούσανε τα χρόνια αυτό μειωνότανε. Κάθε χρονιά κάτι βγάζαμε και μπαίνανε άλλα πράγματα μέσα στην ζωή μας.
Εσύ προσωπικά, σαν παιδί είχες κάποια πίστη;
Είχα πίστη, είχα φόβο Θεού και πάντα όταν έκανα κάτι άσχημο ελεγχόμουν. Αυτό που θα ήθελα να πω (και είναι πολύ χαρακτηριστικό) είναι ότι από μια ηλικία αρκετά μικρή, γύρω στα δέκα και για πολλά χρόνια, είχα πολλές επισκέψεις από το Πνεύμα το Άγιο. Αισθανόμουν μια έντονη παρουσία λίγο πριν κοιμηθώ, η οποία σαν να ήθελε να έρθει μέσα μου. Κρατούσα τότε τον εαυτό μου ξύπνιο, αντιδρούσα και αυτή η παρουσία αμέσως έφευγε. Είχαμε -ας πούμε- μια τέτοια σχέση, ποτέ δεν ένοιωσα κάποια πίεση. Την ίδια εποχή έβλεπα συχνά στα όνειρα μου ότι πέταγα, ότι έχω μια δύναμη που αν την χρησιμοποιήσω μπορώ να πετάξω.
Καταλάβαινες τότε ότι είναι ο Θεός;
Όχι, ένα παιδί δύσκολα μπορεί να προσδιορίσει τι ακριβώς είναι κάτι τέτοιο. Και πιστεύω ότι υπάρχουν αρκετές τέτοιες εμπειρίες που βιώνουνε παιδιά και ποτέ δεν τις εκμυστηρεύονται. Κι όταν έρθει κάποια στιγμή αργότερα και γνωρίσουν τον Θεό τότε καταλαβαίνουν τι τους συνέβαινε. Και σε εμένα ο ίδιος ο Θεός μου το εξήγησε αυτό, στα 30 μου χρόνια πια, το 2003, όταν είχα αρχίσει να ακούω τον ραδιοφωνικό σταθμό “Χριστιανισμός”.
Πριν φθάσουμε εκεί, πες μας λίγο πως εξελίχθηκε η ζωή σου μετά από τα παιδικά σου χρόνια;
Οι αρχές που πήρα από το σπίτι μου με βοήθησαν να αποφύγω πολλά άσχημα πράγματα αλλά αφότου μπήκα σε μια ηλικία που απομακρύνθηκα από τους γονείς άρχισαν να έρχονται οι επιθυμίες της σάρκας και η αλαζονεία σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ένοιωθα πως ότι σκεφτώ, ότι βάλω στο μυαλό μου θα το πετύχω. Αυτό άρχισε από το 1998 που ξεκίνησα να ασχολούμαι με το χρηματιστήριο και συνέχισε για χρόνια. Βέβαια το πρώτο που κατάφερα, αν και δεν ήμουν καλός μαθητής, ήταν ότι πέρασα στο Τμήμα Ηλεκτρονικής στα ΤΕΙ Αθήνας. Εκεί όμως ήταν και η πρώτη μου αποτυχία μπορώ να πω. Τέσσερα χρόνια πήγαινα ανελλιπώς αλλά ένοιωθα ότι το ενδιαφέρον μου ήταν περισσότερο στην αμαρτία παρά στα μαθήματα. Μέχρι που δεν την έβγαλα τελικά την σχολή, την παράτησα. Κι αυτό, από τότε συνέχισε σε οτιδήποτε κι αν έκανα. Και στην δουλειά μου ήταν έτσι ακατάστατη η ζωή μου. Η δουλειά που έκανα και κάνω μέχρι σήμερα είναι ότι έχω ένα αναψυκτήριο, ένα κυλικείο. Και εκεί το μόνο που με ενδιέφερε ήταν πως θα κερδίσω, κάνοντας την πονηριά και κάνοντας τα πάντα.
Αυτό το άνοιξες πριν πας στον στρατό ή μετά;
Μετά τον στρατό, το 1999. Στον στρατό ήταν η πρώτη φορά που ένοιωσα ότι έχω απομακρυνθεί από τον Θεό. Και πριν το καταλάβαινα αλλά δεν με ενοχλούσε μέσα μου, στον στρατό άρχισε πρώτη φορά να μπαίνει μέσα μου ένα βάρος να επιστρέψω κοντά στον Θεό. Και μάλιστα όχι απλά να επιστρέψω πίσω, αλλά ένοιωθα την ανάγκη να βρω τον Θεό. Σκέφθηκα να πάω να πάρω μια Καινή Διαθήκη και πράγματι πήγα σε ένα παλαιοπωλείο και πήρα μία, θυμάμαι εκδόσεως 1963 και μάλιστα ελαφρά σημειωμένη. Άρχισα να την διαβάζω και ένοιωσα αμέσως σαν να επιστρέφω και να κάνω βήματα προς τον Θεό. Και μιλάμε τώρα για τις πρώτες τρείς μέρες, που διάβαζα από δέκα λεπτά την ημέρα. Εντωμεταξύ την ίδια εποχή όπως είχα πάρει στην σκοπιά ένα ραδιοφωνάκι, “έτυχε” (εντός εισαγωγικών) να πιάσω τον ραδιοφωνικό σταθμό «Χριστιανισμός.» Εκεί ήταν η πρώτη φορά που τον άκουσα. Και θυμάμαι ήταν σαν να είχε ανοίξει μια μικρή τρύπα, μια χαραμάδα μέσα σε ένα σκοτεινό κελί που ζούσα και να μπαίνει από εκεί φώς. Τότε συνειδητοποίησα ότι είμαι μέσα στη φυλακή των παθών μου και των επιθυμιών μου, όταν άρχισα να ακούω τον Λόγο του Θεού. Αυτό το πράγμα βέβαια δεν κράτησε πολύ, μετά έφυγα από την Ορεστιάδα που ήμουνα, κατέβηκα στην Αθήνα κι έχασα την επαφή με τον σταθμό.
Την Καινή Διαθήκη συνέχισες και την διάβαζες;
Την Καινή Διαθήκη, δεν θυμάμαι ακριβώς, αλλά σε κάποια στιγμή ή την έχασα ή την ξέχασα κάπου και έτσι είχα σταματήσει, δεν την διάβαζα. Μετά άρχισα να ασχολούμαι πολύ με την δουλειά μου. Μια καντίνα σε ένα κτίριο του ΟΤΕ. Ο πατέρας μου δούλευε στον ΟΤΕ και έτσι έμαθα γι’ αυτό το κυλικείο και το ξεκίνησα. Εντωμεταξύ όταν μου το είπε, εγώ έβγαζα πάρα πολλά λεφτά από το χρηματιστήριο. Μέσα σε μια εβδομάδα μπορεί και να κέρδιζα δύο με τρία εκατομμύρια (σε δραχμές). Την πήρα όμως την δουλειά, περισσότερο για να κάνω το χατίρι του πατέρα μου. Η κύρια όμως ασχολία μου, δηλαδή όλο το μυαλό και η ψυχή μου, ήταν δοσμένη στο χρηματιστήριο. Και δεν ξέρω πως τα είχε φέρει έτσι ο διάβολος και κάθε κίνηση που έκανα ήταν μπορώ να πω: “ματ”. Ότι μετοχή αγόραζα, την άλλη μέρα η τιμή της εκτοξευότανε. Βέβαια εκείνη την εποχή ήταν γενικό το φαινόμενο αλλά ίσως σε μένα να ήταν λίγο πιο έντονο και θυμάμαι ότι είχα φουσκώσει πάρα πολύ.
Σου είχε δημιουργήσει αλαζονεία;
Πραγματικά ούτε κι εγώ δεν ήξερα ότι είχα τόση αλαζονεία κρυμμένη μέσα μου. Και ήτανε τότε η εποχή που γενικά είχα πάρει την κατρακύλα και είχα αρχίσει να κυριεύομαι από πολλά πάθη κι επιθυμίες. Βέβαια κανείς στο περιβάλλον μου δεν είχε καταλάβει τίποτε, μόνο εγώ το ήξερα. Και όσον αφορά το χρηματιστήριο μετά από κάποια χρόνια ενώ είχε αρχίσει να πέφτει, εγώ αντί να αποσυρθώ έψαχνα να βρω χρήματα για να μπω κι άλλο μέσα. Θεωρούσα ότι όλο αυτό που συμβαίνει είναι ευκαιρία να αγοράσω. Θυμάμαι τότε έφτιαχνε κι ο πατέρας μου το σπίτι που μένουμε τώρα κι ευτυχώς κάποια λίγα λεφτά από αυτά πήγαν εκεί. Τα έδινα όμως με βαριά καρδιά γιατί πίστευα ότι δίνοντας, ας πούμε, ένα εκατομμύριο, ήταν σαν να δίνω πενήντα .Βέβαια το σπίτι υπάρχει και μένουμε και τελικά είναι το μόνο που έμεινε, όλα τα άλλα έχουν γκρεμιστεί κι έχουν χαθεί. Κάποια στιγμή όλα τα κακά στοιχεία που υπήρχαν μέσα μου, το ψέμα, η κακία, η πονηρία, τα πάθη , οι επιθυμίες, ένοιωθα να γιγαντώνονται σε σημείο που κατάλαβα ότι δεν έχω καμία εξουσία για να γυρίσω πίσω. Κι ένοιωσα και πικραμένος με τον Θεό. Γιατί έβλεπα ότι ενώ ήθελα κατά βάθος να είμαι ένας άνθρωπος καλός, οι καταστάσεις της ζωής, η κοινωνία, η αδυναμία μου, με είχαν βάλει σε ένα λούκι, σε ένα τάφο για τον οποίο -έτσι πίστευα- δεν ήμουν εγώ υπεύθυνος.
Είχες ζητήσει ποτέ την βοήθεια του Θεού;
Ποτέ μου δεν ζήτησα από τον Θεό να με βοηθήσει. Το μόνο που έκανα ήταν να λέω στον Θεό την ταλαιπωρία μου. Σαν κάποιος που τον μαστιγώνουνε και απλά λέει: “πονάω”. Κάπως έτσι. Ένοιωθα ότι υπήρχε ένας άλλος εαυτός μέσα μου ο οποίος έτρωγε, έτρωγε, γιγαντώθηκε και με κυρίευσε. Και δεν ξέρω που θα έφθανα αν δεν είχα ακούσει το ραδιοφωνικό σταθμό. Τότε κατάλαβα που βρισκόμουνα και πόσο άσχημη ήταν η κατάσταση για μένα.
Το 2003;
Ναι το καλοκαίρι του 2003 άρχισα να τον ακούω και το επόμενο φθινόπωρο μπήκα μέσα στην εκκλησία. Βέβαια ο σταθμός Χριστιανισμός δεν λειτουργούσε τότε στην Αττική (στα ερτζιανά) αλλά κάποιος είχε βάλει μια κεραία και έκανε αναμετάδοση από τις εκπομπές που ακουγόντουσαν στο ιντερνέτ. Τον έπιασα τυχαία στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου, στην παραλιακή λεωφόρο κι αμέσως κατάλαβα ότι ήταν ο σταθμός που άκουγα τότε στον στρατό. Λίγο πιο κάτω τον έχασα. Τελικά ψάχνοντας, βρήκα ένα σημείο που ήταν σταθερή η ένταση και καθόμουνα εκεί- μέσα στο αυτοκίνητο- και ξημεροβραδιαζόμουνα στην κυριολεξία ακούγοντας τον Λόγο του Θεού. Πολλές φορές έφθανε η ώρα που θα έπρεπε να φύγω για την δουλειά και πήγαινα κατευθείαν. Αλλά αυτό το πράγμα εμένα μου έδινε ζωή και ο Θεός δούλεψε εκείνες τις νύχτες μέσα μου καταπληκτικά. Θυμάμαι έναν τυφλό που αναφέρει μέσα στον Λόγο του Θεού που του έβαλε πηλό στα μάτια ο Κύριος και στην αρχή έβλεπε τους ανθρώπους σαν δέντρα και μετά πάλι ενήργησε ο Κύριος και τότε είδε καθαρά. Με μένα, για να δω καθαρά, δεν ξέρω κι εγώ πόσες φορές έπρεπε να ενεργήσει ο Κύριος.
Εσύ όπως άνοιγες σιγά-σιγά τα μάτια, τι έβλεπες;
Καταλάβαινα ότι υπάρχει ένας άλλος κόσμος τον οποίο τον ονειρευόμουνα όταν ήμουνα μικρός αλλά δεν τον είχα γνωρίσει ποτέ. Και δεν ήμουν ικανοποιημένος με αυτόν τον κόσμο. Το απόσταγμα της ζωής μου μέχρι που άρχισα να ακούω τον Λόγο του Θεού, στα τριάντα μου, ήταν αδικία, ψέμα, σκοτάδι, υποκρισία. Βέβαια -και μου το απόδειξε αυτό ο Θεός- ο πρώτος ψεύτης ήμουνα εγώ, ο πρώτος άδικος ήμουνα εγώ, ο πρώτος υποκριτής ήμουνα εγώ. Ακούγοντας τον Λόγο του Θεού άρχισα να καταλαβαίνω ότι υπάρχει αλήθεια, υπάρχει φώς, υπάρχει αγάπη, υπάρχει δικαιοσύνη. Ένας άλλος κόσμος εξαιρετικά ανώτερος και τέλειος που δεν χώραγε στο μυαλό μου. Και όταν μπήκα τελικά στην εκκλησία τον Σεπτέμβριο του 2003 και είδα τους αδελφούς, άρχισα να κλαίω από συγκίνηση.
Πως μπήκες στην εκκλησία;
Μια από τις βραδιές που άκουγα τον σταθμό, άκουσα: “τώρα θα συνδεθούμε με την ελευθέρα αποστολική εκκλησία πεντηκοστής Σοφοκλέους 52 και Μενάνδρου.” Το είχα ξανακούσει πάρα πολλές φορές αλλά πρώτη φορά το πρόσεξα. Εντωμεταξύ εγώ άκουγα μεν τόσο καιρό αυτή την φωνή αλλά δεν με ενδιέφερε από που είναι. Ήταν απλά για μένα ένα φάρμακο που μου έπαιρνε τον πόνο και με θεράπευε. Ξεκίνησα να πάω μια μέρα αλλά περίμενα να βρω μια εκκλησία όπως την ήξερα, με τρούλο και με καμπαναριό. Έψαχνα για ώρα, δεν βρήκα τίποτε κι έφυγα. Σκέφθηκα ότι δεν συγκράτησα σωστά την διεύθυνση. Την άλλη μέρα όμως πάλι ακούστηκε το ίδιο σήμα: “συνδεόμαστε με την ελευθέρα αποστολική εκκλησία πεντηκοστής Σοφοκλέους 52 και Μενάνδρου” Πήγα κι έψαχνα πάλι, και τελικά ρώτησα σε ένα ψιλικατζίδικο και μου λέει : “εδώ είναι πίσω σου”. Κοίταξα και είδα την ταμπέλα στον πρώτο όροφο. Εδώ θα ήθελα να πω ότι ήμουνα (και είμαι) πολύ καχύποπτος άνθρωπος. Αν δεν άκουγα τόσο καιρό τον Λόγο του Θεού από τον ραδιοφωνικό σταθμό δεν υπήρχε περίπτωση να μπω σε ένα τέτοιο χώρο. Τελικά όμως πιστεύω ότι επέτρεψε ο Θεός να φθάσω σε αυτό το σημείο για να αναζητήσω έναν Θεό όπως δεν τον φανταζόμουνα, όπως δεν τον ήξερα και έξω από τα όρια και τα πλαίσια που εγώ είχα φτιάξει.
Ανέβηκες τελικά στην εκκλησία;
Ναι πήγα πάνω και δεν με ένοιαζε που πήγαινα, δεν με ένοιαζε τίποτε. Θα πω ότι πολύ λίγα άκουσα από το κήρυγμα. Μάλλον έκατσα στο κήρυγμα παρά άκουσα το κήρυγμα. Αυτό που έκανα ήταν ότι τους παρατηρούσα όλους γιατί είχαν αρχίσει να βγαίνουν όλοι οι φόβοι μου και η καχυποψία προς τα έξω. Αυτό το πράγμα κράτησε πάρα πολλές μέρες. Βέβαια εντυπωσιάστηκα από την πρώτη στιγμή από τους αδελφούς. Έβλεπα ανθρώπους που νόμιζα ότι είχαν βγει από κάποιο παραμύθι ,από κάποιον άλλο κόσμο. Δεν είχα ξαναδεί ποτέ ανθρώπους χαμογελαστούς με αληθινό χαμόγελο. Μόλις αρχίσανε να με χαιρετάνε ένοιωθα μέσα μου να σπάνε πράγματα και εκείνη την ώρα βούρκωνα. Κι όσο συνέχισα και πήγαινα στην εκκλησία έβλεπα διαρκώς πράγματα που μου φαίνονταν απίστευτα. Ούτε ένας μήνας δεν πέρασε και επειδή έμενα τότε στο Ελληνικό βρέθηκα στην εκκλησία της Βούλας όπου και πάω μέχρι σήμερα. Γνωρίστηκα εκεί με τα αδέλφια και μπήκε έντονα στην καρδιά μου να βαπτιστώ. Δεν ήμουν όμως πραγματικά έτοιμος, απλά ήμουν παρορμητικός. Ναι μεν ήμουν εκατό τοις εκατό σίγουρος ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού αλλά μέσα μου δεν είχα πάρει απόφαση θανάτου. Είχα μείνει στο : “ελάτε σε μένα όλοι οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι και θα σας αναπαύσω” και δεν είχα προχωρήσει και στο επόμενο που λέει: “όποιος θέλει να με ακολουθήσει ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί.” Και θεωρούσα ότι μπορούσα να έχω και τον Χριστό και τον κόσμο. Μέχρι που κατάφερε ο Θεός με πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια και πολύ επιμονή να ξεριζώσει ή μάλλον να γκρεμίσει ότι εγώ ήθελα να φέρω μαζί μου από τον κόσμο. Βέβαια έφθασα στο σημείο να καταλάβω ότι είμαι πάρα πολύ αδύνατος, λίγο πριν λάβω το Πνεύμα το Άγιο. Ένοιωσα κάποια στιγμή ότι είμαι ο τελευταίος των τελευταίων και ότι ο Θεός με ένα τίποτα σαν εμένα δεν μπορεί να ασχοληθεί.
Ενώ ισχύει το ακριβώς αντίθετο.
Πραγματικά. Την ίδια εποχή ήρθε μια μέρα μια αδελφή και με ρώτησε: “έχεις λάβει Πνεύμα Άγιο;” εκείνη την ώρα ήταν σαν να μου μιλάει μέσα μου ο Θεός και να μου λέει: “θέλεις να σε βοηθήσω εγώ;” Ένοιωσα την παρουσία του Θεού πολύ έντονα και είπα μέσα μου: “ναι”. Το βράδυ που έπεσα να κοιμηθώ είδα ένα ενύπνιο: “Όπως είμαι ξαπλωμένος έτοιμος να κοιμηθώ, ξαφνικά αισθάνομαι αυτή την παρουσία που ένοιωθα μικρός να έρχεται στο κρεβάτι μου. Πάω να κάνω αυτό που έκανα και τότε, για να ξεφύγω κι εκείνη την ώρα ακούω μια φωνή να λέει: Ησύχασε, είναι το Πνεύμα το Άγιο. Αφήνομαι τότε ελεύθερος και νοιώθω ότι ήρθε ο Θεός μέσα μου, μέσα στην καρδιά μου.” Ξύπνησα κι ένοιωθα πάρα πολύ χαρούμενος. Μετά από δύο μέρες σε μια προσευχή, σε ένα σπίτι, αισθάνθηκα πολύ έντονη την παρουσία του Θεού, άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο κι εκείνη την μέρα βαπτίστηκα με Πνεύμα Άγιο. Και είχα βάλει θυμάμαι κι ένα σημείο, να μιλήσω στα γερμανικά. Και εκεί που μίλαγα διάφορες γλώσσες μου έδωσε ο Κύριος και γερμανικά με άψογη προφορά και κατάλαβα ότι ήταν η απάντηση σε αυτό που είχα ζητήσει. Ήτανε 5/5/2005.
Δεν ξεχνιέται τέτοια ημερομηνία.
Δεν ξεχνιέται όχι. Και πρέπει να ήτανε και 5 ή ώρα (το απόγευμα). Από εκείνη την ημέρα άρχισα να περπατάω πραγματικά με φόβο Θεού. Δεν είχα καταλάβει πριν πόσο σοβαρά ήταν τα πράγματα. Και ότι αν πάρεις την απόφαση να ακολουθήσεις τον Θεό πρέπει να το κάνεις με την καρδιά σου και πρέπει να πετάξεις από την ζωή σου πράγματα. Το 2009 μου χάρισε ο Κύριος και μια αδελφή μας για σύζυγο, την αδελφή Βίκυ από το Περιστέρι. Γνωριστήκαμε σε κάποιες κοινές συναθροίσεις που έκαναν οι εκκλησίες μας, η Βούλα και το Περιστέρι και από την πρώτη στιγμή ένοιωσα για εκείνη κάτι στην καρδιά μου. Είχα στην αρχή κάποιο φόβο -γιατί είχα κάνει ήδη πολλά λάθη στην ζωή μου- όμως ο Κύριος μου μίλησε και με βοήθησε να προχωρήσω ψύχραιμα και αποφασιστικά. Όλα πήγανε καλά τελικά, παντρευτήκαμε μετά από μερικούς μήνες και μας χάρισε ο Θεός και δύο αγοράκια. Προχωράμε τώρα όλοι μαζί, υπάρχουν δυσκολίες, και στην δουλειά μου υπάρχουν δυσκολίες, αλλά η μεγαλύτερη δυσκολία είμαι εγώ βέβαια. Καθημερινά όμως βλέπω τον Θεό να εργάζεται τον χαρακτήρα μου και είμαι πεπεισμένος ότι Εκείνος που άρχισε το καλό έργο θα το τελειώσει. Μικρός έβλεπα στον ύπνο μου ότι πέταγα αλλά όχι με την δικιά μου την δύναμη. Νοιώθω ότι και τώρα ο Θεός θέλει να με βοηθήσει να πετάξω και μπορώ να σου πω ότι ήδη πετάω. Γιατί αυτά που βλέπουμε να κάνει καθημερινά ο Θεός, μέσα μας και γύρω μας, δεν είναι γήινα, είναι ουράνια.