Γιώργος Αθανασσόπουλος - Χριστίνα Τσάτσαρη
Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την λανθασμένη πεποίθηση ότι ο Θεός είναι για εμάς κάτι πολύ μακρινό και απρόσιτο. Και πως για να μπορέσει να έρθει κάποιος σε επαφή μαζί Του χρειάζεται να ασκητέψει και ν’ αγωνιστεί χρόνια.
Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την λανθασμένη πεποίθηση ότι ο Θεός είναι για εμάς κάτι πολύ μακρινό και απρόσιτο. Και πως για να μπορέσει να έρθει κάποιος σε επαφή μαζί Του χρειάζεται να ασκητέψει και ν’ αγωνιστεί χρόνια.
Η αλήθεια όμως είναι ότι ο Θεός είναι πολύ κοντά μας, δίπλα μας. Και είναι πάντα έτοιμος, μάλιστα πρόθυμος, να μας επισκεφτεί, να μας ευλογήσει και να μας σώσει. Αυτό που ζητάει από εμάς, είναι να Τον πιστέψουμε και να Τον επικαλεστούμε.
Αυτό το μήνα θα μας δώσουν την δικιά τους χριστιανική μαρτυρία, ο αδελφός μας Γιώργος Αθανασόπουλος και η σύζυγος του Χριστίνα Τσάτσαρη.
Αδελφέ Γιώργο ας ξεκινήσουμε με εσένα. Πές μας λίγο, αρχίζοντας την μαρτυρία σου, που γεννήθηκες και μεγάλωσες.
Γεννήθηκα στην Καλαμάτα το 1979 και μέχρι τα 16 μου χρόνια μεγάλωσα και στην Καλαμάτα και στην Αθήνα. Επειδή είχαμε οικογενειακά προβλήματα κάθε χρόνο μετακομίζαμε. Ο πατέρας μου ήταν πολύ επιθετικός, χτύπαγε την μητέρα μου κι εκείνη έφευγε κι ερχόταν στην Αθήνα. Ύστερα ερχόταν ο πατέρας μου, τα ξαναβρίσκανε κι εμείς ήμασταν στην μέση και ταλαιπωριόμασταν. Φαντάσου πολλές φορές γραφόμουνα στο σχολείο στην Καλαμάτα, ξεκίναγα τα μαθήματα κι ύστερα ξεγραφόμουν κι ερχόμουνα σε άλλο σχολείο στην Αθήνα.
Έχεις άλλα αδέλφια;
Έχω άλλα τρία αδέλφια. Είμαστε τέσσερα αγόρια συνολικά κι εγώ είμαι ο μικρότερος. Όλα αυτά τα προβλήματα κράτησαν αρκετά χρόνια, μέχρι την ώρα που ήρθε ο Θεός μέσα στην οικογένεια μας. Γνώρισαν κάποια στιγμή οι γονείς μου ένα ζευγάρι που πήγαινε σε μια ορθόδοξη χριστιανική οργάνωση, την ΧΟΕ. Ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε κι εμείς και όταν μάθαμε ότι υπάρχει Θεός αρχίσαμε πλέον να Τον ζητάμε. Στην συνέχεια όμως ο πατέρας μου γνώρισε την ελευθέρα αποστολική εκκλησία της πεντηκοστής και άρχισε να πηγαίνει εκεί. Εγώ μεγαλώνοντας πήγαινα πότε με την μητέρα μου στην ΧΟΕ και πότε με τον πατέρα μου στην ελευθέρα αποστολική εκκλησία της πεντηκοστής.
Στην Καλαμάτα;
Στην Καλαμάτα, ναι. Πήγαινα πότε από εδώ και πότε από εκεί κάνοντας ταυτόχρονα και μια κοσμική ζωή, ώσπου στα 16 μου χρόνια ήρθε ο Κύριος στην ζωή μου.
Μια μέρα μου μιλούσε κάποιος για τον Θεό κι εγώ τον αμφισβητούσα. Του έλεγα: «Ποιός Θεός; Που είναι ο Θεός;» και τα λοιπά. Φεύγοντας όμως από το σπίτι εκείνου του ανθρώπου και καθώς πήγαινα για το σπίτι μου (μια απόσταση 30-40 μέτρα) ήρθε ο Θεός με μεγάλη δύναμη, με επισκέφθηκε και εν ριπή του οφθαλμού με αναγέννησε. Ένοιωσα ξαφνικά να έχουν ανοίξει τα πνευματικά μου μάτια και να βλέπω τα πάντα γύρω μου τελείως διαφορετικά. Άλλαξε η ζωή μου πολύ έντονα κι έπεσα με τα μούτρα, αν επιτρέπεται η έκφραση, πάνω στο Ευαγγέλιο θέλοντας να το διαβάσω και να γνωρίσω το θέλημα του Θεού περισσότερο. Ο άνθρωπος που μου μίλησε για τον Κύριο ήταν από την ΧΟΕ και γι’ αυτό το λόγο συνέχισα και πήγαινα εκεί, έβλεπα όμως ότι αυτά που έλεγαν δεν είχαν σχέση με το Ευαγγέλιο. Εκεί άρχισε και ο προβληματισμός μου αλλά δεν έπαιρνα σαφείς απαντήσεις. Άρχισα παράλληλα ν’ ακούω και τον ραδιοφωνικό σταθμό 9,39.
Όταν αναγεννήθηκες βαπτίστηκες στο νερό;
Όχι γιατί εκεί που πήγαινα πίστευαν στον νηπιοβαπτισμό. Όσο περνούσε ο καιρός άκουγα τον σταθμό όλο και περισσότερο, μου άρεσαν πολύ αυτά που άκουγα και είχα φτιάξει ένα προσωπικό πρόγραμμα. Να προσεύχομαι, να μελετάω, να νηστεύω θέλοντας να πλησιάσω περισσότερο τον Θεό. Όταν πέρασε όμως αυτή η περίοδος της αναγέννησης, άρχισαν τα πράγματα να δυσκολεύουν. Ήταν οι προτάσεις του κόσμου πολλές, ήταν πράγματα που τα έβλεπα και μέσα μου τα επιθυμούσα κι εκεί, μπορώ να πω, ότι μου δημιούργησε πρόβλημα η υπερβολική ειλικρίνεια μου. Είπα: «Θεέ μου, δεν θέλω να ακολουθώ Εσένα και να έχω και κοσμικές επιθυμίες. Θα φύγω γιατί δεν θέλω να Σε κοροϊδεύω.» Αυτό το αναφέρω σαν παράδειγμα προς αποφυγή γιατί εκ των υστέρων μετάνιωσα γι’ αυτό που έκανα τότε. Και είδα ότι άλλα παιδιά που έμειναν, όπως ήταν με τις αδυναμίες τους, τελικά διορθώθηκαν κι ευλογήθηκαν. Για να μην στα πολυλογώ βγήκα έξω στον κόσμο κι εκεί παγιδεύτηκα και δεν μπορούσα πλέον να γυρίσω πίσω.
Η υπόλοιπη οικογένεια σου έμεινε στον Κύριο;
Όσοι πηγαίναμε στη ΧΟΕ αργά ή γρήγορα απομακρυνθήκαμε. Ο πατέρας μου που πήγαινε στην ελευθέρα αποστολική εκκλησία έμεινε πιστός. Μάλιστα ο Θεός σιγά-σιγά τον είχε αλλάξει (γιατί ήταν πολύ σκληρός άνθρωπος), είχε εργαστεί την καρδιά του και τον είχε βαπτίσει και με Πνεύμα Άγιο. Εγώ όμως δεν γνώριζα ακριβώς την αλλαγή του, γιατί είχα φύγει από χρόνια και ζούσα στην Αθήνα. Μια φορά που τον συνάντησα, όταν είχε έρθει για να μας δει στο σπίτι του αδελφού μου (και επειδή όταν ήμασταν μικροί μας συμπεριφερόταν πολύ άσχημα) γύρισα και του είπα ότι: «σαν άνθρωπος δεν αξίζεις να υπάρχεις σε αυτή την γη. Κι αν ποτέ σε συναντήσω στον δρόμο θα σε χαιρετήσω γιατί είσαι πατέρας μου κι όχι γιατί σου αξίζει.» Και σηκώθηκα κι έφυγα. Μετά από 2-3 εβδομάδες ο πατέρας μου πέθανε. Στενοχωρήθηκα πάρα πολύ και αν και ήμουνα σε αποστασία, προσευχήθηκα στον Θεό και του είπα: «Θεέ μου συγχώρεσε με που του μίλησα έτσι.» Το ίδιο βράδυ είδα ένα ενύπνιο. Ήταν ο πατέρας μου στο σπίτι του στην Καλαμάτα και καθόταν σε μια καρέκλα στην αυλή. Όπως τον πλησίασα είδα στο πρόσωπο του ένα πολύ γλυκό χαμόγελο που δεν το είχα δει ποτέ πριν στον πατέρα μου. Και έλαμπε με μια λάμψη που δεν υπάρχει πάνω στην γη. Μου λέει: «Μην ανησυχείς και μην στενοχωριέσαι, εγώ σε συγχώρεσα». Τότε κατάλαβα μέσα μου ότι πριν πεθάνει με είχε συγχωρέσει και είχε φύγει «εν Κυρίω», είχε πάει στον ουρανό.
Από τι πέθανε, ήταν μεγάλος;
Ήταν γύρω στα 50. Έπαθε ρήξη μυοκαρδίου στον ύπνο του. Ξάπλωσε, κοιμήθηκε και δεν σηκώθηκε ποτέ. Μετά συνέχισα την ζωή μου στον κόσμο αλλά δεν άντεχα πλέον τον πόνο που μου προκαλούσε η αμαρτία. Έκανα μια προσευχή κάποια στιγμή και είπα: «Θεέ μου προσπαθώ να επιστρέψω και δεν μπορώ. Βοήθησε με να πάω έστω μια φορά στην εκκλησία.» Και εννοούσα όχι τη ΧΟΕ αλλά την ελευθέρα αποστολική εκκλησία πεντηκοστής. Είχα αποφασίσει μέσα μου ότι αν γυρίσω, θα πάω εκεί όπου είναι η υγιαίνουσα διδασκαλία. Πράγματι ένα απόγευμα το πήρα απόφαση και πήγα στην κεντρική εκκλησία στην οδό Σοφοκλέους. Με το που μπήκα μέσα, από τον διάδρομο ακόμα, ένοιωσα την παρουσία του Θεού. Άκουσα αδελφούς να προσεύχονται, να ψέλνουν, να δοξάζουν κι αυτό μου έφερε αμέσως σε ενθύμηση τις εμπειρίες που είχα κάποτε κι εγώ. Σιγά-σιγά άρχισα να βουρκώνω και πριν προλάβω καν να γονατίσω άρχισαν προφητείες η μία μετά την άλλη και καταλάβαινα ότι ο Θεός μιλάει σε μένα. Από τότε πήγα ακόμα 2 ή 3 φορές στην κεντρική εκκλησία και μετά ξεκίνησα να πηγαίνω στην εκκλησία του Γαλατσίου που ήταν πολύ κοντά στο σπίτι μου. Εκεί βαπτίστηκα στο νερό στις 15 Μαρτίου του 2009 έχοντας πάρει την απόφαση ν’ ακολουθήσω πλέον τον Χριστό μέσα στην ζωή μου. Και θυμάμαι είπα τότε: «Κύριε θέλω να ζήσω ότι στερήθηκα όλα αυτά τα χρόνια. Θέλω να Σε γευτώ σε όλο Σου το μεγαλείο.»
Δίψαγες για τον Θεό.
Δίψαγα πάρα πολύ για τον Θεό και άρχισα να ζητάω με ζήλο το Πνεύμα το Άγιο. Έλεγα ότι αν δεν λάβω το Πνεύμα το Άγιο δεν θέλω να κάνω τίποτε άλλο στην ζωή μου. Ούτε να παντρευτώ, ούτε τίποτε. Έκανα τον αγώνα μου, πήγαινα σε προσευχές, σε ολονυκτίες αλλά αυτό που κατάλαβα τελικά, είναι ότι το Πνεύμα το Άγιο είναι δώρο που έρχεται με την χάρη του Θεού και όχι με τον αγώνα τον δικό μας. Ήρθε η ώρα που ο Θεός μου έδωσε (καθώς προσευχόμουνα) μια ξένη λέξη. Το εξουθένωσα όμως αρχικά γιατί ήθελα να το λάβω όπως το έλαβαν οι απόστολοι. Έλεγα: «θέλω ν’ ανοίξει το ταβάνι, θέλω να γίνει σεισμός, θέλω να έρθουν επάνω μου φλόγες…». Δεν δεχόμουνα κάτι τόσο ήρεμο Εκεί ταλαιπωρήθηκα λίγο, όμως κάποια στιγμή άφησα τον Θεό ελεύθερο και ήρθε, με βάπτισε μου έδωσε δύναμη και Τον δόξασα σε ξένες γλώσσες.
Πότε το έλαβες;
Το 2011. Από εκεί και πέρα είπα ότι: «αφού Κύριε με αποκατέστησες, με αρραβώνιασες πνευματικά, θέλω να μου δώσεις και μια σύζυγο». Προσευχόμουνα για κάποιες αδελφές μας αλλά έβλεπα ότι ο Θεός δεν άνοιγε δρόμο. Και ενώ με την Χριστίνα κάναμε παρέα, δεν την είχα σκεφθεί ποτέ για γυναίκα μου γιατί ήμασταν τελείως διαφορετικοί χαρακτήρες. Μου την έβαζε ο Θεός στην καρδιά αλλά δεν πίστευα ότι είναι από τον Θεό, νόμιζα ότι είναι κάτι δικό μου. Αυτό που ένοιωθα όμως αντί να σβήνει φούντωνε και τελικά προσευχήθηκα αν είναι από Εκείνον να μας ενώσει. Και έτσι και έγινε. Παντρευτήκαμε τον Ιούλιο του 2012 και τώρα περιμένουμε να μας χαρίσει ο Θεός και ένα παιδάκι.
Αμήν. Γιώργο ξέρω ότι εργάζεσαι στην αστυνομία και θα ήθελα να μας πεις και κάτι γι’ αυτό. Πόσο δύσκολο είναι να είσαι χριστιανός και αστυνομικός;
Είναι πολύ δύσκολο πραγματικά. Καθημερινά έχεις ν’ αντιμετωπίσεις ανθρώπους οι οποίοι είναι ιδιαίτερα κακοί και επικίνδυνοι και ενώ πρέπει να κάνεις το καθήκον σου και να προστατέψεις τον συνάνθρωπο σου, τον πολίτη, ταυτόχρονα πρέπει να μείνεις και στο θέλημα του Θεού. Είναι πραγματικά μια πολύ λεπτή ισορροπία αλλά πιστεύω ότι ο Θεός δίνει την χάρη. Και μου έχει δείξει ο Κύριος πολλές φορές, ότι είναι μαζί μου στην δουλειά μου επάνω.
Έχεις κάποια εμπειρία να μας πεις;
Θα πω κάτι που έγινε τώρα τελευταία. Καθώς πηγαίναμε με τις μηχανές σε κάποιο επείγον περιστατικό, σε μια στροφή αλλού υπολόγιζε να πάει ο άλλος οδηγός, αλλού υπολόγιζα εγώ και ξαφνικά τον βλέπω να έρχεται με υπερβολική ταχύτητα καταπάνω μου. Εκείνη την στιγμή όπως κοιταζόμαστε κλείνουμε και οι δύο τα μάτια γνωρίζοντας ότι την επόμενη στιγμή θα συγκρουστούμε με μεγάλη σφοδρότητα. Καθώς τα ανοίξαμε όμως, βλέπουμε ότι έχει σταματήσει η μια μηχανή ακριβώς δίπλα στην άλλη. Ο συνάδελφος είχε πάθει πραγματικά σοκ και μου λέει: «Δεν ξέρω αν πιστεύεις στον Θεό αλλά αυτό που μόλις έγινε δεν ήταν ανθρώπινο, ήταν θαύμα.» Και άλλες πολλές εμπειρίες έχω αλλά δεν χρειάζεται να τις πούμε όλες. Κάθε μέρα είναι μαζί μας ο Θεός και μας φυλάει, αρκεί να είμαστε κι εμείς μαζί με τον Θεό.
Αμήν, ο Κύριος να σε φυλάει πάντοτε. Να περάσουμε όμως και στην μαρτυρία της Χριστίνας.
Χριστίνα πόσων χρονών είσαι;
Είμαι 29 χρονών, γεννήθηκα το 1985. Όταν ήμουν 2 χρονών, το 1987 περίπου, πίστεψε στον Κύριο η μητέρα μου. Αναγεννήθηκε με πολύ δύναμη, βαπτίστηκε με Πνεύμα Άγιο και είχε πολλές πνευματικές εμπειρίες.
Ουσιαστικά δηλαδή μεγάλωσες μέσα στην εκκλησία;
Όχι ακριβώς. Γιατί ναι μεν πίστεψε η μητέρα μου αλλά ο πατέρας μου στην αρχή ήταν αντίθετος. Με την χάρη τού Θεού όμως, αυτό με τα χρόνια μειώθηκε και αργότερα άρχισε να έρχεται και ο πατέρας μου στην εκκλησία. Πηγαίναμε όμως μόνο Κυριακή πρωί, δεν μας άφηνε να πάμε άλλη μέρα γιατί το θεωρούσε υπερβολή.
Σε ποια εκκλησία πηγαίνατε;
Πηγαίναμε στην Νέα Ιωνία όπου ήταν τότε ποιμένας ο αδελφός Γιώργος Φέγγος. Όταν ήμουν 13 χρονών γινόντουσαν κάποια τριήμερα προσευχής σε όλες τις εκκλησίες και είχαν βαπτιστεί πολλοί αδελφοί στο Άγιο Πνεύμα. Είχε γίνει μια τέτοια προσευχή και στην εκκλησία στη Νέα Ιωνία και τότε ήταν η πρώτη φορά που είχα αισθανθεί τον Κύριο να με αγγίζει. Όπως είχα γονατίσει, κατάλαβα ότι ο Κύριος είχε έρθει κοντά μου, Τον ένοιωσα και άρχισα να κλαίω. Ήμουν πολύ χαρούμενη, ζήτησα να βαπτιστώ στο νερό και βαπτίστηκα το 1999. Μετά πήρα μια Αγία Γραφή κανονική (γιατί μέχρι τότε διάβαζα την παιδική, με τις εικόνες) και άρχισα να διαβάζω κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ. Αυτό το έκανα σε όλη την διάρκεια που ήμουν στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο.
Εκκλησία πήγαινες ακόμα μόνο Κυριακές;
Ναι και Σάββατο κάποιες φορές. Όταν ήμουν 15 χρονών περίπου, άνοιξε εκκλησία και στο Γαλάτσι και αρχίσαμε να πηγαίνουμε εκεί, γιατί ήταν πολύ κοντά στο σπίτι μας. Μετά πήγα στο Λύκειο κι εκεί τα πράγματα γίνανε λίγο δύσκολα. Σχολείο, φροντιστήριο, διάβασμα και δεν έμενε καθόλου χρόνος για την εκκλησία. Ακόμα και τις Κυριακές το πρωί πολλές φορές γράφαμε διαγωνίσματα. Έκανα παρέα πιο πολύ με τους συμμαθητές μου, (λόγω του ότι ήμασταν κάθε μέρα μαζί) και άρχισε να με αγγίζει ο κόσμος. Λίγο το ντύσιμο, λίγο η μουσική, λίγο οι παρέες και από ένα σημείο και πέρα άρχισα να παρασέρνομαι. Εντωμεταξύ και τα παιδιά που έκανα παρέα ήταν κατά κόσμο καλά παιδιά κι έλεγα: «δεν κάνω κακές παρέες» . Έτσι άρχισε σιγά-σιγά να με ελκύει ένας άλλος τρόπος ζωής. Μετά πέρασα στο Πανεπιστήμιο κι εκεί ξέφυγε τελείως η κατάσταση.
Σε ποια σχολή πέρασες;
Πέρασα στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, στην ΑΣΟΕΕ. Πήγαινα πάντα εκκλησία τις Κυριακές αλλά τις υπόλοιπες έξι μέρες η ζωή μου ήταν πλέον καθαρά κοσμική. Οι παρέες μου ήταν κοσμικές, η εμφάνιση μου ήταν κοσμική και οι επιθυμίες μου ήταν κοσμικές. Αγαπούσα τον Θεό, προσευχόμουν το βράδυ πριν κοιμηθώ, αλλά η επιθυμία μου να κάνω αυτά που έκανε ο κόσμος ήταν πολύ έντονη. Μετά από 2 χρόνια πήγα στη Γαλλία για ένα εξάμηνο περίπου, με το πρόγραμμα ΕRASMUS, ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών. Όταν γύρισα ένοιωθα μέσα μου ένα περίεργο συναίσθημα. Ότι δεν με καταλαβαίνει κανείς, ότι οι παρέες μου δεν είναι πια κοντά μου και αποφάσισα να πάω στην εκκλησία. Βέβαια πιστεύω ότι ο Θεός το έκανε αυτό, γιατί λογικά δεν μπορώ να εξηγήσω πως έγινε αυτή η αλλαγή μέσα μου. Πήγα στη συνάθροιση της νεολαίας ένα Σάββατο του 2007, μου άρεσε πολύ και ξεκίνησα να πηγαίνω κάθε βδομάδα. Την πρωτοχρονιά του 2008 αποφάσισα να κάνω ένα βήμα προς τον Κύριο. Αποφάσισα ν’ αφήσω τελείως ότι παρέες και συναναστροφές είχα από τον κόσμο. Ο Κύριος ανταποκρίθηκε σε αυτό το βήμα και μέσα σ’ εκείνο τον χρόνο άλλαξαν όλα στην ζωή μου. Άλλαξαν τελείως οι επιθυμίες μου και όλα αυτά που έκανα πριν, οι βόλτες, ο χορός, τα κλαμπ, δεν με εκφράζανε πλέον. Δέθηκα πολύ και με τα αδέλφια από την νεολαία κι αποφασίσαμε να μείνουμε πιο πολύ στη προσευχή και να ζητήσουμε το Πνεύμα το Άγιο, γιατί είχαν προστεθεί και κάποια νέα παιδιά ανάμεσα μας. Ευχαριστώ τον Θεό γιατί από την πρώτη προσευχή ήρθε και με βάπτισε με το Πνεύμα του το Άγιο. Και από εκείνη την στιγμή πήρα πολύ δύναμη στην ζωή μου στο να λέω «όχι», εκεί που πριν σαν χαρακτήρας, δυσκολευόμουνα να το κάνω.
Ανάμεσα στα νέα παιδιά που είπες πριν, ήταν και ο Γιώργος;
Και ο Γιώργος, ναι. Είχαμε γνωριστεί, κάναμε παρέα αλλά από το 2011 περίπου άρχισα να τον βλέπω διαφορετικά. Βέβαια ήμουν πολύ ζεστή τότε με τον Κύριο και σχετικά μικρή -25 χρονών- και δεν σκεφτόμουνα το γάμο. Ο Κύριος όμως μου μίλησε με πολλούς τρόπους, με βεβαίωσε ότι αυτό ήταν το σχέδιο Του για την ζωή μου και το 2012 παντρευτήκαμε. Προσπαθούμε τώρα κάθε μέρα να βελτιωνόμαστε και σίγουρα ο Κύριος μέσα από κάθε κατάσταση (και μέσα από τον γάμο) μας διορθώνει και μας αλλάζει ώστε να πλησιάσουμε περισσότερο στον χαρακτήρα του Χριστού.
Γιώργο τι θα ήθελες να πεις κλείνοντας; Τι μήνυμα θα ήθελες να δώσεις;
Όταν ήμουν νέος έλεγα: «Δεν υπάρχει Θεός κι αν υπάρχει είναι κάπου εκεί στα συννεφάκια και δεν ασχολείται μ’ εμάς.» Όμως ο άνθρωπος που μου μίλαγε για τον Κύριο μου έλεγε: «Όχι Γιώργο, ο Θεός είναι εδώ δίπλα σου, ζήτησε Τον.» Και έχω πλέον την εμπειρία ότι ο Θεός είναι εδώ. Και είναι εδώ όχι σαν θεωρία, όχι σαν φαντασία, είναι εδώ ζωντανός, αληθινός και μας το αποδεικνύει καθημερινά κάνοντας ενέργειες, κάνοντας θαύματα στη ζωή μας.
Όποιος λοιπόν διαβάζει αυτά τα λόγια και δεν έχει γνωρίσει τον Κύριο ας πειραματιστεί, ας Τον ζητήσει. Να το κάνει όμως με ειλικρίνεια. Σε έναν άνθρωπο που κατά βάθος δεν Τον θέλει δεν θα έρθει ο Θεός. Όποιος όμως Τον ζητήσει με την καρδιά του είμαι σίγουρος ότι ο Κύριος θα τον επισκεφτεί όπως επισκέφτηκε κι εμάς. Γιατί μας αγάπησε όλους «προ καταβολής κόσμου».