Παναγιώτης Βλασσόπουλος
Είναι Γενάρης του 1986 και η εφημερίδα “Χριστιανισμός” ξεκινάει την μηνιαία πανελλαδική κυκλοφορία της. Στο πρώτο της φύλλο, δημοσιεύεται μεταξύ άλλων και η μαρτυρία ενός πολύ νέου τότε χριστιανού, του Παναγιώτη Βλασσόπουλου.
Είναι Γενάρης του 1986 και η εφημερίδα “Χριστιανισμός” ξεκινάει την μηνιαία πανελλαδική κυκλοφορία της. Στο πρώτο της φύλλο, δημοσιεύεται μεταξύ άλλων και η μαρτυρία ενός πολύ νέου τότε χριστιανού, του Παναγιώτη Βλασσόπουλου.
Aκριβώς τριάντα χρόνια μετά ο αδελφός Παναγιώτης θα μας δώσει πάλι την μαρτυρία του. Και θα μας διηγηθεί όχι μόνο πως ο Χριστός τον κάλεσε και τον έσωσε αλλά και πως τον κράτησε κοντά Του όλα αυτά τα χρόνια και πως τον ευλόγησε.
Αδελφέ Παναγιώτη πέρασαν κιόλας τριάντα χρόνια.
Τριάντα χρόνια από την ομολογία αλλά πάνω από τριάντα χρόνια από τότε που πίστεψα. Τριάντα τρία για την ακρίβεια. Πίστεψα δύο Ιανουαρίου του 1983. Και μετά από τρία χρόνια ακριβώς, έκανα την ομολογία μου στην εφημερίδα.
Πόσον χρονών πίστεψες;
Ήμουνα 23 χρονών, έχω γεννηθεί 27 Νοεμβρίου του 1959.
Θυμάσαι πως έγινε τότε με την ομολογία;
Κοίταξε, όταν μπήκα στην εκκλησία δεν υπήρχαν πολλοί στο «πνεύμα» ας το πούμε το δικό μου. Με μακριά μαλλιά, με ναρκωτικά, με παρανομίες. Αργότερα βέβαια σώθηκαν και ήρθαν στην εκκλησία πολλά τέτοια παιδιά. Και μου ζήτησε θυμάμαι ο αδελφός ο Λεωνίδας Φέγγος να γράψω την ομολογία μου για να μπει στην εφημερίδα που ετοιμαζόταν τότε να κυκλοφορήσει. Και πράγματι με την χάρη του Θεού, κάθισα με την βοήθεια ενός αδελφού και την έγραψα. Και δημοσιεύτηκε κάτω από τον τίτλο: “Ομολογία ενός πρώην ναρκομανούς.”
Πες μας με λίγα λόγια, πως έμπλεξες με τα ναρκωτικά.
Ευχαριστούμε τον Θεό γιατί μας ελευθέρωσε από όλες αυτές τις κακές συνήθειες που ήμασταν μέσα τότε. Και γενικά μας άλλαξε το πως ζούσαμε, το πως περπατούσαμε και όλο το σκεπτικό μας. Έμπλεξα όταν ήμουν δεκαέξι χρονών. Κάποιος φίλος είχε έρθει από τα καράβια και είχε φέρει (νομίζω από την Ολλανδία) χασίς. Κάπως έτσι ξεκινήσαμε και μετά μπλέξαμε και με άλλες ναρκωτικές ουσίες. Και σιγά-σιγά τα έχασα όλα. Και δουλειά που είχα σταθερή την έχασα, γιατί πως να δουλέψεις όταν είσαι μέσα σε τέτοιες καταστάσεις; Μετά αρχίσαμε να σκεφτόμαστε πως θα ξεγελάσουμε τον άλλον για να του πάρουμε χρήματα. Βάδισα έτσι μέχρι τα 23 μου χρόνια και μπορώ να πω ότι ήταν μια βασανιστική ζωή αυτή που ζούσα, άσχετα αν νόμιζα τότε ότι περνάω καλά. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Βασανιζόσουνα δηλαδή ψυχικά;
Ψυχικά, βέβαια. Τα βράδια δεν μπορούσα να κοιμηθώ και γύρναγα στους δρόμους. Πηγαίναμε από εδώ κι από εκεί. Στις ντίσκο, στις καφετέριες που είχαν ξεκινήσει τότε. (Στην γενιά μου ήτανε που έγιναν τα ζαχαροπλαστεία καφετέριες.) Μετά αρχίσαμε με παρέες να κλέβουμε μηχανές και αυτοκίνητα. Δεν τα κλέβαμε για να τα κάνουμε εξαρτήματα αλλά για να κάνουμε τις βόλτες μας. Αυτή ήταν, με λίγα λόγια, η ζωή μας. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Για τον Χριστό είχες ακούσει κάτι; Στην οικογένεια σου, στο σχολείο;
Όχι, τίποτε. Μπορώ να σου πω ότι οι μόνες φορές που θα ακουγότανε το όνομα του Κυρίου στο σπίτι μου ήταν όταν θα Τον βλαστημάγαμε. Μόνο σε κάποια ανάγκη μπορεί να λέγαμε: “ο Θεός ξέρει”, “μόνο ο Θεός μπορεί”, ή κάτι τέτοιο. Δεν ξέραμε τίποτε παραπάνω και πιστεύω ότι και οι περισσότερες οικογένειες στην Ελλάδα δεν γνωρίζουν γιατί πέθανε ο Χριστός, γιατί σταυρώθηκε. Εγώ προσωπικά είχα πλήρη άγνοια για όλα αυτά και τα έμαθα όταν ήρθα στην εκκλησία και διάβασα το ευαγγέλιο. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Πως έγινε; ποιός αδελφός σου μίλησε;
Για να ακριβολογήσω δεν μου μίλησε αδελφός αρχικά. Άπιστος με έφερε μέσα στην εκκλησία. Ένας φίλος μου ήταν ξάδελφος του αδελφού Κώστα Βιταλάκη. Ήτανε Πρωτοχρονιά του 1983 και παίζαμε χαρτιά όλο το βράδυ μέχρι την άλλη μέρα την Κυριακή το μεσημέρι. Στις δύο του Γενάρη. Προς το απογευματάκι μου λέει αυτός ο φίλος: “θα ζητήσω το αμάξι από τον ξάδελφο μου να πάμε να πιούμε κανένα τσιγάρο.” Πράγματι πήγαμε παρέα αλλά εγώ δεν ανέβηκα μαζί του, περίμενα από κάτω. Κι άκουγα την κουβέντα που έκανε εκείνος επάνω, με την γυναίκα του Κώστα, την αδελφή Σοφία. Δεν του το έδινε το αμάξι γιατί έλειπε ο Κώστας (είχε πάει μαζί με κάποιους άλλους αδελφούς στην εκκλησία στην Κόρινθο) και αυτός είχε αρχίσει τα παρακάλια. Και τελικά για να την πείσει της λέει: “μετά θα σε πάω και στην εκκλησία.” Και έτσι την έπεισε και κατέβηκε κάτω με τα κλειδιά. Ήτανε πέντε-έξι ή ώρα το απόγευμα και του λέω: “σε ποιά εκκλησία θα την πας τέτοια ώρα την γυναίκα;” Και μου εξήγησε ότι αυτή η εκκλησία δεν είναι σαν τις εκκλησίες που ήξερα, είναι διαφορετική. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Είχε πάει εκείνος;
Είχε πάει κάποιες φορές αλλά δεν του άρεσε. Και μου έλεγε ότι εκεί προσεύχονται, δοξάζουνε, μιλάνε γλώσσες. Μου το παρουσίαζε σαν κάτι το παράξενο και μου κίνησε πολύ την περιέργεια. Κάναμε χρήση ναρκωτικών και μετά όταν πήγαμε την αδελφή στην εκκλησία του ζήτησα να πάμε πάνω κι εμείς. Δεν ήθελε να ανέβει με τίποτα και μου λέει: “πήγαινε εσύ, εγώ θα περιμένω στο αμάξι.” Εγώ ανέβηκα επάνω αδελφέ και δεν ξανακατέβηκα. Θέλω να πω ότι από τότε έμεινα στην εκκλησία. Βέβαια από αυτά που άκουσα την πρώτη φορά δεν κατάλαβα τίποτε. Ο αδελφός που κήρυττε πολύ καλά τα έλεγε, εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω το νόημα. Ότι ο Χριστός πέθανε για μένα, έχυσε το αίμα Του για μένα, ήτανε κάτι που δεν το ήξερα, πρώτη φορά το άκουγα και μου ήταν ακατανόητο. Αλλά αυτό το οποίο με άγγιξε ήταν η συμπεριφορά των αδελφών στο τέλος του κηρύγματος. Είδα μια πραγματική αγάπη, αληθινή. Να με χαιρετάνε, να μου μιλάνε, να μου χαμογελάνε. Και άμα σκεφτείς πως ήμουνα εγώ τότε… (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Με μακριά μαλλιά;
Ναι, με μακριά μαλλιά (είχα κι ένα μουσάκι σαν του καθηγητή), μαστουρωμένος, αδύνατος υπερβολικά από τις καταχρήσεις. Πραγματικά η αγάπη των αδελφών ήταν αυτό που με έλκυσε κοντά στον Θεό. Και από το πρώτο βράδυ με καλέσανε σπίτι τους. Γύρισαν τα αδέλφια από την Κόρινθο και μου είπε ο αδελφός ο Κώστας να πάμε να πιούμε ένα τσάι και να συζητήσουμε αν έχω κάποιες απορίες. Εντωμεταξύ τι απορίες; Άμα δεν έχεις καταλάβει τίποτε δεν έχεις και καμία απορία. Από τότε ξεκίνησα να πηγαίνω στην εκκλησία και προσευχόντουσαν για εμένα ένθερμα οι αδελφοί. Και μου έλεγαν να ζητάω κι εγώ από τον Θεό να έρθει στην ζωή μου, να μου φανερωθεί, να με αναγεννήσει. Και πράγματι ήρθε ο Κύριος είκοσι μέρες μετά, με πάρα πολύ μεγάλη δύναμη. Εντωμεταξύ ήδη είχα κόψει τα πάντα. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Τα ναρκωτικά;
Ναι. Αν και τις πρώτες μέρες φτιαχνόμουνα για να πάω στην εκκλησία. Με το σκεπτικό μήπως και τα καταλάβω καλύτερα αυτά που έλεγαν, μήπως και τα ακούσω καλύτερα. Τελικά όμως συνειδητοποίησα ότι μετά δεν θυμόμουνα τίποτε. Με επισκέφθηκε λοιπόν ο Κύριος μια μέρα και ήταν αυτό που λέει ο Ιωάννης στο ζ΄ κεφάλαιο:“ποταμοί ύδατος ζώντος θέλουσι ρεύσει εκ της κοιλίας αυτού.” Κάθε Παρασκευή πηγαίναμε στην εκκλησία του Περιστερίου. Ξεκινώντας λοιπόν εκείνο το βράδυ έλεγα στους αδελφούς ότι κάτι έχω, κάτι σαν να ανεβαίνει στο λαιμό μου. Ήτανε το Πνεύμα το Άγιο. Βέβαια οι αδελφοί δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι αισθάνομαι. Όταν φθάσαμε και γονάτισα στην εκκλησία να προσευχηθώ, μετά από λίγο ακούστηκε από μια αδελφή ένας ύμνος εν πνεύματι. Έπιασα τότε τα πόδια της καρέκλας που ήταν μπροστά (είχε καρέκλες εκείνη η εκκλησία, δεν είχε θρανία) και τα έσφιξα δυνατά για να κρατηθώ. Κάτι με έσπρωχνε να σηκώσω τα χέρια μου και να φωνάξω αλλά ντρεπόμουνα. Τελικά έφθασα σε ένα σημείο που δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο και σήκωσα τα χέρια μου και άρχισα να κλαίω και να δοξάζω τον Κύριο. Να φανταστείς ότι τα χαρτομάντιλα με αυτά τα δάκρυα για πολλά χρόνια τα κουβάλαγα πάντα μαζί μου. Γιατί θεώρησα ότι αυτά τα δάκρυα δεν ήταν σαν τα άλλα. Δάκρυα για μια αποτυχία, για μια γυναίκα ή και δάκρυα χαράς ακόμα. Αυτά τα δάκρυα ήτανε δάκρυα μετανοίας. Μετά από δύο εβδομάδες βαπτίστηκα και με Πνεύμα Άγιο σε μια προσευχή στο Καματερό και μετά βαπτίστηκα στο νερό. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Δόξα στον Θεό. Εδώ έχουμε φθάσει στο σημείο που τελειώνει η πρώτη μαρτυρία που έκανες το 1986 και τώρα θα ήθελα να πούμε το τι έκανε ο Θεός στην ζωή σου αυτά τα τριάντα χρόνια. Και νομίζω ότι είναι εξίσου μεγάλο θαύμα το ότι μας κράτησε κοντά Του ο Κύριος αφού μας έσωσε.
Αμήν. Αφού λοιπόν «τα αρχαία παρήλθαν», όπως μας λέει ο Λόγος του Θεού, «τα πάντα έγιναν νέα» και έγινα «νέο κτίσμα εν Χριστώ Ιησού» το πρώτο που κοίταξα, ήταν να δω τι θα γίνει με το θέμα της εργασίας. Στην αρχή με πήρε κοντά του ο αδελφός ο Παναγιώτης Σπινάκης στο ξυλουργείο που είχε τότε. Το χαρακτηριστικό είναι ότι μια μέρα όπως μιλάγαμε, μου είπε για ένα μηχανάκι που άφησε κάποτε έξω και του το είχανε κλέψει. Και θυμήθηκα τότε ότι το είχα κλέψει εγώ με την παρέα μου! Μετά τακτοποιήθηκα από δουλειά, δόξα στο Θεό… (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Προσκολλήθηκες στην εκκλησία της Πετρούπολης μετά;
Όχι στην αρχή πήγαινα στην εκκλησία της Αθήνας. Στην εκκλησία της Πετρούπολης προσκολλήθηκα μετά που παντρεύτηκα. Ερχόμουνα βέβαια τις Δευτέρες και καμιά φορά τα Σάββατα όταν δεν είχαμε κάποια ευαγγελιστική εξόρμηση με την νεολαία. Υπήρχε τότε ένας πυρήνας από νέους αδελφούς που ήμασταν πολύ ενωμένοι και αγαπημένοι και πηγαίναμε πολύ συχνά στην επαρχία για να κηρύξουμε τον Λόγο του Θεού. Φεύγαμε Σαββάτο μεσημέρι, γυρνούσαμε ξημερώματα Κυριακής και πολλές φορές πηγαίναμε κατευθείαν στην εκκλησία. Αυτό με βοήθησε πολύ τότε, το να έχουμε δηλαδή αυτή την δραστηριότητα. Αλλά και εδώ στην Ομόνοια, όταν βγαίνανε οι μεγαλύτεροι αδελφοί ακολουθούσαμε κι εμείς και μαθαίναμε σιγά-σιγά να ομολογούμε το όνομα του Κυρίου. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Πότε παντρεύτηκες;
Παντρεύτηκα το 1986 τον Ιούνιο. Η γυναίκα μου η Ελένη ήταν από την εκκλησία της Πετρούπολης. Πίστεψε πρώτα η μάνα της και μετά ήρθε η Ελένη από την Κρήτη με το σκεπτικό να βγάλει την μάνα της από την «αίρεση.» Μόλις μπήκε όμως στην εκκλησία αισθάνθηκε την παρουσία του Κυρίου και ο Κύριος την έσωσε. Κάναμε το πρώτο μας παιδί την Σοφία το 1987, μετά από τρεισήμισι χρόνια ο Κύριος μας χάρισε και μια δεύτερη κόρη την Μαρία και μετά από αρκετά χρόνια το 1999 και μια τρίτη κόρη την Κωνσταντίνα. Τρείς κόρες έχω και πριν λίγο καιρό μας χάρισε ο Κύριος και ένα εγγονάκι. Δηλαδή αδελφέ, ριζική αλλαγή, μεγάλη, έκανε ο Κύριος στην ζωή μου. Άλλα σχέδια είχα πριν, αλλιώς φανταζόμουνα το σπίτι που θα ανοίξω, την οικογένεια μου. Εγώ τότε πίστευα ότι η γυναίκα μου πρέπει να είναι στα ίδια σκεπτικά τα δικά μου. Και όμως ο Θεός ήρθε και μας απάλλαξε από όλα αυτά τα πάθη, τις αδυναμίες, τις κακές συνήθειες. Ευχαριστώ τον Θεό γιατί με ελευθέρωσε, με έσωσε, με ευλόγησε και έχω τώρα πολύ χαρά. Γι’ αυτό που μετανιώνω μόνο, είναι τα 23 χρόνια που έζησα πριν γνωρίσω τον Χριστό. Και που τα έφαγε «ο βρούχος, η ερυσίβη» και πήγανε χαμένα. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Πες μας λίγο τι έγινε μετά.
Μετά πηγαίναμε στην εκκλησία της Αθήνας όπου και έγινα διάκονος κάποια στιγμή. Το 1987 άλλαξε αίθουσα η εκκλησία της Πετρούπολης, μεταφέρθηκε εδώ που είμαστε τώρα και ήρθαμε κι εμείς για να βοηθήσουμε. Και με την χάρη του Θεού έγινα και πρεσβύτερος το 1990. Γίναμε τρείς εκείνη την ημέρα. Εγώ, ο αδελφός ο Νίκος ο Ντουρουντάκης που είναι τώρα ο υπεύθυνος της εκκλησίας και ο αδελφός ο Γιάννης ο Χερουβείμ. Και δόξα στον Θεό, ο Θεός μας ευλόγησε και αυξήθηκε πολύ η εκκλησία. Δεν αυξήθηκε γιατί ήμασταν εμείς, αλλά πιστεύω υπήρχε μια ωραία ενότητα κι αγάπη μέσα στις καρδιές και ο Θεός ευλόγησε και πήγε καλά το έργο αυτό. Με τον αδελφό τον Παναγιώτη Σπινάκη που ήταν μέχρι πριν λίγο καιρό ο υπεύθυνος υπήρχε ειρήνη και μπορώ να πω ότι περάσαμε καλά. Όχι πως δεν είχε κι αυτός σαν άνθρωπος ελαττώματα και παραξενιές όπως όλοι μας. Αλλά ο αδελφός ήταν πάρα πολύ απλός. Ποτέ δεν θα σου έλεγε ότι: «εγώ είμαι εδώ ο υπεύθυνος, ο προϊστάμενος, θα γίνει αυτό που λέω εγώ». Είχε πάντα αυτιά να σε ακούσει, ακόμα κι αν είχες άδικο. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)
Είσαι λοιπόν 25 χρόνια τώρα πρεσβύτερος;
Ναι εδώ σε αυτή την εκκλησία υπηρετώ και πάμε και βοηθάμε και στην Ρόδο, στην Σάμο και στην Γαστούνη. Πιο πολύ την εκκλησία της Ρόδου επισκεπτόμαστε.
Να πούμε κάτι και για το 1998 που σας είχε χρησιμοποιήσει ο Κύριος εδώ στην Πετρούπολη και είχανε βαπτιστεί πολλές ψυχές με Πνεύμα Άγιο;
Ναι. Κοίταξε εμείς ουσιαστικά τίποτα δεν κάναμε, απλά πηγαίναμε στις εκκλησίες που είχαν προσευχή και καθόμασταν δίπλα στους αδελφούς και τους παροτρύναμε να ζητάνε το Πνεύμα το Άγιο. Και αυτό μπορώ να πω ότι άρεσε στον Θεό και ο Κύριος τους βάπτιζε. Και δεν ήταν μόνο αυτό αλλά είχε μεταδοθεί κιόλας στις καρδιές των αδελφών πως: «θα έρθουν το βράδυ από την Πετρούπολη να προσευχηθούν μαζί μας και θα ευλογηθούμε». Γιατί άκουγε ο άλλος, ότι χθες στην τάδε εκκλησία βαπτίστηκαν πέντε αδελφοί, στην άλλη βαπτίστηκαν δέκα και αποκτούσε μια θετική προδιάθεση μέσα του. Δόξα στον Θεό ήτανε πάρα πολύ ωραία τότε και είχανε βαπτιστεί πάρα πολλές ψυχές. Όμως κάποια στιγμή είδαμε να μπαίνει κάπου ένα σκεπτικό του τύπου: «και ποιοι είναι αυτοί;» Ένα πνεύμα απιστίας, αμφιβολίας. Και έτσι όλο αυτό κάπου έσβησε, σταμάτησε. Κάπως έτσι χάνεται η ευλογία.
Πως βλέπεις τώρα το μέλλον; Γιατί πέρα από το παρελθόν και το παρών που μας εξιστόρησες υπάρχει και μέλλον.
Πιστεύω ότι ο Χριστός θα βοηθήσει την εκκλησία Του γιατί είναι έσχατες ημέρες και πρέπει να παραλάβει μια εκκλησία ένδοξη, ευλογημένη, αφιερωμένη, έτοιμη δηλαδή για να Τον συναντήσει τον Κύριο. Το μέλλον της εκκλησίας και το όραμα της εκκλησίας πρέπει να είναι το να έρθει με δύναμη η παρουσία του Κυρίου. Και νομίζω ότι πλησίασε πολύ αυτή η ώρα. (Χριστιανικές Μαρτυρίες – Παναγιώτης Βλασσόπουλος)