Γιώργος Καραντώνας
“Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή· ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού.” Κατά Ιωάννην ιδ΄6
Αυτό το μήνα, θα μας δώσει την μαρτυρία του ο αδελφός μας Γιώργος Καραντώνας.
“Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή· ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού.” Κατά Ιωάννην ιδ΄6
Αυτό το μήνα, θα μας δώσει την μαρτυρία του ο αδελφός μας Γιώργος Καραντώνας.
Αδελφέ Γιώργο, πως θα ήθελες να ξεκινήσουμε την μαρτυρία σου;
Ας ξεκινήσουμε όπως συνήθως, όπως κάνουν όλοι οι αδελφοί, από τα παιδικά χρόνια. Γεννήθηκα λοιπόν το 1972 και μεγάλωσα στη Χαλκιδική, σε ένα χωριό που λέγεται Στρατώνι. Δεν ξέρω αν το έχεις ακουστά....
Ναι βέβαια, υπάρχει εκεί και εκκλησία.
Είναι εκεί μια από τις παλαιότερες συναθροίσεις της Ελευθέρας Αποστολικής Εκκλησίας της Πεντηκοστής, έχει ξεκινήσει από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Σε αυτή την εκκλησία λοιπόν, πρώτη στην οικογένεια μας, αναγεννήθηκε η μητέρα μου, όταν της μίλησαν για το Ευαγγέλιο κάποιες αδελφές μας, κάποιες ευλογημένες γυναίκες του Θεού. Και αυτό που της είπαν -και της είχε κάνει μεγάλη εντύπωση- ήταν πως ο Θεός μιλάει και σήμερα στον άνθρωπο με το Άγιο Πνεύμα. Και: “Αν θέλεις, έλα να κάνουμε προσευχή για να σου μιλήσει κι εσένα o Κύριος”. Και πράγματι αυτό έκανε η μητέρα μου, σε μια πολύ δύσκολη φάση της ζωής της, όταν ο θείος μου, σε ηλικία μόλις 41 ετών έπαθε ένα έμφραγμα και πέθανε. Τότε συγκλονίστηκε, αναρωτήθηκε που βρίσκεται πλέον αυτή η ψυχή, πήγε σε μια συμπροσευχή κι εκεί της μίλησε ο Κύριος μέσα από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Και της μίλησε στα γαλλικά (γιατί γνώριζε γαλλικά η μητέρα μου) με το στόμα μιας αδελφής, που όχι μόνο δεν ήξερε γαλλικά αλλά δεν είχε βγάλει καν το Δημοτικό σχολείο.
Θυμάσαι τι της είπε;
Θυμάμαι ότι της είπε μεταξύ άλλων: “Ο Βασιλιάς είμαι Εγώ.” Της συστήθηκε ο Κύριος. Έτσι η μητέρα μου αναγεννήθηκε και ακούστηκε τότε στο χωριό ότι η Ανθούλα, η γυναίκα του Καραντώνα του δάσκαλου πάει σε μια άλλη εκκλησία. Τώρα, όπως καταλαβαίνεις, ο μπαμπάς μου δάσκαλος σε ένα χωριό -και μάλιστα ο διευθυντής του Δημοτικού σχολείου- ήταν ένα πρόσωπο με περίοπτη θέση. Έτσι δυσανασχέτησε και είχαμε αρκετές διενέξεις πάνω σε αυτό το θέμα, μεταξύ των γονιών μου. Όμως βάπτισε ο Κύριος την μητέρα μου στο Πνεύμα το Άγιο και την ενδυνάμωσε τόσο πολύ ώστε στις απειλές του πατέρα μου δεν έκανε πίσω καθόλου. Και του είπε ότι: “Σε αγαπάω, θέλω να μείνει ενωμένη η οικογένεια μας, αλλά τον Χριστό δεν Τον αφήνω.” Από τότε πηγαίναμε εμείς στην εκκλησία κρυφά, για να μην μας καταλάβει ο μπαμπάς κι έχουμε φασαρίες. Τα απογεύματα, όταν θα έβγαινε έξω με τους φίλους του, θα πηγαίναμε να ακούσουμε τον Λόγο του Θεού, να προσευχηθούμε και να επιστρέψουμε λίγο νωρίτερα από την ώρα που θα επέστρεφε στο σπίτι.
Μπήκες τότε καθόλου σε δίλημμα ώστε να πεις, σε αυτή την διένεξη, ότι: “εγώ θα πάρω το μέρος του πατέρα μου” ;
Όχι, γιατί έκανε μεγάλη χάρη ο Κύριος και μας χάρισε -σε εμένα και την αδελφή μου- σε πολύ μικρή ηλικία, το Πνεύμα του το Άγιο. Και εδραιώθηκε τότε μέσα μου η πεποίθηση ότι η μητέρα μου ακολουθεί την Αλήθεια, και αυτόν τον δρόμο θέλω κι εγώ να ακολουθήσω. Ήμουνα εννιά χρονών, η αδελφή μου έξι και είχε επιπέσει με δύναμη το Άγιο Πνεύμα στην εκκλησία μας, βαπτίζοντας κυρίως παιδιά. Και είχαμε μείνει εμείς τελευταίοι. Το ήθελα όμως πάρα πολύ, το ζητούσα από τον Κύριο κι ένα πρωί, σε ένα σπίτι που γινόταν συμπροσευχή, ήταν μια αδελφή μας που βοηθούσε με την πίστη της να ανοίξει η καρδιά του πιστού και να λάβει το Άγιο Πνεύμα. Πρώτα ήρθε σε μένα και μου λέει: “Ξεκίνα να δοξάζεις τον Θεό και θα βαπτιστείς.” Δεν θέλησα όμως κι έτσι έφυγε και πήγε στην αδελφή μου. Εκείνη με απλότητα άρχισε να δοξάζει τον Θεό και σε λίγο πήρε ο Κύριος το στόμα της κι άρχισε να γλωσολαλεί εν Πνεύματι Αγίω. Όταν το είδα αυτό ζήλεψα, άρχισα να δοξάζω κι εγώ τον Θεό και γρήγορα άνοιξε ο Κύριος την καρδιά μου κι έλαβα κι εγώ το Άγιο Πνεύμα. Έτσι ο Κύριος έκανε χάρη και μας τίμησε με την δωρεά Του. Από εκείνη την στιγμή κι έπειτα, ήθελα διακαώς να βαπτιστώ στο νερό για να λάβω κι εγώ σωτηρία. Καθώς υπάρχει μέσα στην Αγία Γραφή ρητή η εντολή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: “Όποιος πιστεύσει και βαπτιστεί θα σωθεί.”
Ήρθες σε επίγνωση του Λόγου του Θεού θα λέγαμε.
Ναι, το καταλάβαινα πλέον από μόνος μου, το πίστευα και το ήθελα πάρα πολύ. Ήμουν όμως πολύ μικρός, ο πατέρας μου ήταν αντίθετος και δεν ήταν εύκολο να γίνει. Πέρασαν λίγοι μήνες, ήρθε το καλοκαίρι και σε κάποια στιγμή είχε ένα ατύχημα ο πατέρας μου σε ένα ξυλουργείο (έκοψε λίγο το δάχτυλο του) κι έφυγε στις Σέρρες στο νοσοκομείο. Και είπα τότε στη μητέρα μου, ότι τώρα είναι ευκαιρία να βαπτιστούμε εγώ και η αδελφή μου. Και πράγματι, ήρθαν δύο αδελφοί πρεσβύτεροι στο σπίτι, γεμίσαμε την μπανιέρα με νερό και μας βάπτισαν στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Εντωμεταξύ ήμασταν παιδάκια, δεν υπήρχαν στο μέγεθος μας αυτές οι λευκές στολές που φοράνε όσοι βαπτίζονται και θυμάμαι, είχαμε φορέσει δύο λευκά πουκάμισα του πατέρα μου. Εκείνη τη βραδιά βγήκαμε και οι δύο στο μπαλκόνι, κοιτάγαμε τον ουρανό και λέγαμε ότι από εδώ και πέρα θα ακολουθήσουμε τον Χριστό και θα του δώσουμε όλη μας την καρδιά. Κάναμε μια συζήτηση πάρα πολύ ώριμη και σοβαρή σε σχέση με την ηλικία μας.
Ο πατέρας σου το έμαθε τελικά;
Ναι, γιατί η αδελφή μου πιο μικρή, πιο αθώα, δεν μπόρεσε να το κρατήσει κρυφό όλο αυτό που συνέβαινε και κάποια στιγμή του είπε: “Εμείς μπαμπά λάβαμε το Άγιο Πνεύμα.” Μας φώναξε τότε, μας έβαλε να καθίσουμε στον καναπέ και μας λέει: “Αν έχετε λάβει το Άγιο Πνεύμα θέλω να σας ακούσω.” Καταλαβαίνεις ότι ήρθε φόβος μέσα στη καρδιά μας, όμως σκύψαμε τα κεφάλια, ζητήσαμε τον Θεό και πράγματι μας πλήρωσε το Άγιο Πνεύμα και αρχίσαμε να γλωσσολαλούμε. Μας άκουσε με προσοχή για αρκετή ώρα και μετά μας λέει: “Εντάξει, φθάνει, πηγαίνετε να παίξετε.” Προβληματιζότανε ο άνθρωπος πάρα πολύ για όλο αυτό που συνέβαινε στην οικογένεια του, εμείς όμως συνεχίζαμε πάντα, μαζί με την μητέρα μας, να προσευχόμαστε ο Κύριος να τον επισκεφτεί και να τον αναγεννήσει. Κάτι που έγινε τελικά, μερικά χρόνια αργότερα.
Εκ των υστέρων τι σου είπε για εκείνη την ημέρα που σας άκουσε να γλωσσολαλείτε, τι αντιλήφθηκε;
Πιστεύω ότι δεν μπόρεσε να το αμφισβητήσει. Σίγουρα γινότανε μέσα του μια πάλη ανάμεσα σε αυτά που-ως τότε ήξερε και πίστευε και σε αυτά που έβλεπε να συμβαίνουν μπροστά του. Λίγο μετά, ο Κύριος επέτρεψε να αρχίσουμε μια επαφή με τον αδελφό μας Γιάννη Παναγιωτίδη που ήταν ορθοδοντικός. Έπρεπε να κάνει μια ορθοδοντική θεραπεία η αδελφή μου και έπεισε η μητέρα μου τον πατέρα μου να πηγαίνουμε στον αδελφό στην Καβάλα. Ήταν τότε και σπάνια ειδικότητα ο ορθοδοντικός δεν υπήρχε κάποιος δίπλα μας. Και ο αδελφός Γιάννης που είχε ένα πολύ ωραίο ευαγγελιστικό χάρισμα, άρχισε να μιλάει στον πατέρα μου για τον Χριστό. Μετά γνωρίσαμε κι άλλα αδέλφια από την Καβάλα, τον αδελφό Χρήστο Χρήστου, την σύζυγο του την Βαγγελιώ και κάποια στιγμή πείσανε τον πατέρα μου να έρθει και στην εκκλησία. Εκεί του μίλησε το Άγιο Πνεύμα πάρα πολύ καθαρά και του απάντησε σε όλες τις σκέψεις του. Και εν ολίγοις τού είπε ότι: “Εγώ φροντίζω για τα ζώα του αγρού, δεν θα φροντίσω για την οικογένεια σου;” Γιατί αναρωτιότανε ο πατέρας μου, αν ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο τι θα γίνει με την δουλειά του, με την οικογένεια του. Τον καθησύχασε λοιπόν ο Κύριος, άρχισε να μαλακώνει η καρδιά του, άρχισε να διαβάζει την Αγία Γραφή και τελικά μετά από εννιά ολόκληρα χρόνια πήρε την απόφαση να ακολουθήσει τον Κύριο και να βαπτιστεί. Δεν είχε πει σε κανέναν τίποτε και μια Κυριακή πρωί στην εκκλησία της Καβάλας, την ώρα που ξεκινούσε η θεία κοινωνία, λέει στον αδελφό Χρήστου, τον ποιμένα: “Θέλω να λάβω κι εγώ σώμα και αίμα Χριστού.” Του λέει ο αδελφός: “Όμως πρέπει πρώτα να βαπτιστείς.” Λέει: “Να βαπτιστώ, τώρα μάλιστα.” Και διακόπτει ο αδελφός Χρήστου την λειτουργία, τον βαπτίζει εν ύδατι κι έλαβε μετά, μαζί με όλους, θεία κοινωνία. Από τότε, ακολούθησε τον Χριστό κι ο πατέρας μου κι εμείς χαρήκαμε πάρα πολύ γιατί οι προσευχές πολλών ετών απαντήθηκαν και σταμάτησε οριστικά και ο διωγμός που είχαμε. Και εκτός από τον πατέρα μου είχαμε διωγμό κι από την υπόλοιπη οικογένεια. Από θείους, θείες, παππούδες, γιαγιάδες. Έκανε όμως ο Θεός χάρη και όλοι -με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- σωθήκανε κι έγινε πραγματικά ένα πολύ ωραίο έργο.
Έργο που το κίνησε η δύναμη της προσευχής.
Η δύναμη της προσευχής, η σταθερή απόφαση να μείνουμε στο δρόμο Του και πάνω από όλα η χάρη του Θεού. Όταν αναγεννήθηκε ο πατέρας μου -που ήταν και δάσκαλος όπως σου είπα- συνάντησε στην αρχή μεγάλα προβλήματα. Καλέσανε τον διευθυντή της Αστυνομίας, καλέσανε τον νομάρχη, αλλά στάθηκε με πολλή παρρησία, ομολόγησε τον Χριστό, ομολόγησε το Ευαγγέλιο και βρήκε χάρη ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Με αποτέλεσμα, ο διοικητής της Αστυνομίας να πει στον πρόεδρο του χωριού: “Μην με ξαναενοχλήσεις με αυτό το θέμα, γιατί μετά εσύ θα βρεις τον μπελά σου. Σταματήστε να εμποδίζετε αυτούς τους ανθρώπους να λατρεύουν τον Θεό όπως εκείνοι θέλουν.”
Υπήρχε και άγνοια τότε, για το τι είναι η εκκλησία της Πεντηκοστής.
Πράγματι. Ημιμάθεια θα έλεγα καλύτερα. Και ήτανε δύσκολο τότε στο χωριό να πιστεύεις διαφορετικά από τον παραδοσιακό τρόπο. Και στο σχολείο εμείς σαν παιδιά είχαμε αρκετό ονειδισμό. Εγώ καθώς μεγάλωνα πήγαινα στο Λύκειο και ήρθε η ώρα να δώσω Πανελλήνιες εξετάσεις. Δεν πέρασα την πρώτη φορά, μετά ήρθα να μείνω στη θεία μου στη Θεσσαλονίκη, πήγαινα εδώ φροντιστήριο κι ενσωματώθηκα στη νεολαία της εκκλησίας της Θεσσαλονίκης. Και χάρηκα πάρα πολύ γι’ αυτό, γιατί στο χωριό είχα μείνει πλέον μόνος μου, δεν υπήρχαν άλλοι νέοι. Πηγαίναμε στα συνέδρια, στις συναθροίσεις της νεολαίας, στην εκκλησία κάθε βράδυ, ήτανε πολύ ευλογημένα χρόνια. Έδωσα δεύτερη φορά στις Πανελλήνιες, πάλι για λίγο δεν πέρασα κι εκείνο το καλοκαίρι προβληματίστηκα πάρα πολύ για το τι θα κάνω επαγγελματικά. Και ο Κύριος με έναν θαυμαστό τρόπο, αλλά και πολύ χειροπιαστό θα έλεγα, με οδήγησε σε μια ιδιωτική σχολή για να ακολουθήσω την ειδικότητα του ψυκτικού. Άρχισα τότε να κάνω παρέα και με κάποια παιδιά από την σχολή και θέλω να τονίσω εδώ, τον πνευματικό κίνδυνο που υπάρχει αν μας τραβήξει το πνεύμα του κόσμου. Και πρέπει να έχουμε άμυνες πάνω σε αυτό.
Φθείρουν τα χρηστά ήθη οι κακές συναναστροφές λέει ο Λόγος του Θεού.
Πράγματι κι ευχαριστώ τον Θεό που τελικά με φύλαξε και δεν παρασύρθηκα σε κάτι άσχημο. Και με βοήθησε πολύ, το ότι πήγαινα κάθε βράδυ στην εκκλησία, άσχετα αν στην καρδιά μου μπορεί να είχα τότε κι άλλα πράγματα. Τέλειωσε μετά η σχολή, πήγα στρατιώτης και ήταν ένα άλλο μεγάλο σχολείο κι αυτό, πολύ δύσκολο. Γιατί βρέθηκα ξαφνικά μέσα σε ένα περιβάλλον κοσμικό, όπου οι άνθρωποι καυχιόντουσαν για τις αμαρτίες τους κι όπου ένιωθα πραγματικά σαν το ψάρι έξω από το νερό. Δεν έχανα ευκαιρία όμως να ομολογώ τον Κύριο. Απολύθηκα, ξεκίνησα μετά το επάγγελμα μου, και ήταν δύσκολα στην αρχή γιατί ο κλιματισμός στην Ελλάδα ήταν στα πρώτα στάδια και είχε δουλειά μόνο το καλοκαίρι. Ένιωθα βέβαια σαν νέος, πολύ έντονα και την ανάγκη να παντρευτώ -ένα μεγάλο πρόβλημα για κάθε νέο, γιατί είναι και συναισθηματικό το κενό, είναι και σαρκικό- ευχαριστώ όμως τον Θεό, γιατί με την χάρη Του με κράτησε και περίμενα την κατάλληλη στιγμή και την κατάλληλη σύζυγο. Και το 1999 ο Κύριος μού χάρισε την σύζυγο μου την Πέλλη. Αν και ήταν από ένα κοντινό χωριό, το Νεοχώρι, δεν την ήξερα καλά γιατί ήταν τέσσερα χρόνια μικρότερη και είχα φύγει εγώ πολύ νέος. Όταν ήρθε όμως κι εκείνη στη Θεσσαλονίκη για σπουδές, εκεί ο Κύριος μάς έφερε πιο κοντά, και σε μια κοινωνία της νεολαίας, σαν να άνοιξαν ξαφνικά τα μάτια μας και είδε ο ένας τον άλλο με τελείως διαφορετικό τρόπο.
Είχε έρθει η ώρα του Θεού που περίμενες.
Ακριβώς. Τον Μάρτιο του 2000 παντρευτήκαμε και ο Κύριος μάς χάρισε τον γιό μας τον Αστέριο το 2001 και την κόρη μας την Ιωάννα το 2005. Εντωμεταξύ το 2002 χειροτονήθηκα διάκονος και το 2006 προέκυψε ανάγκη στη νεολαία της εκκλησίας της Θεσσαλονίκης για κάποιον υπεύθυνο. Μου προτάθηκε από το πρεσβυτέριο να αναλάβω, όμως ένιωθα ακόμα πολύ ανέτοιμος για αυτό το έργο. Με προέτρεψαν όμως οι αδελφοί, μου είπαν: “Μην φοβάσαι, εμείς θα είμαστε δίπλα σου σε ότι χρειαστείς” κι έτσι ξεκίνησα. Πολύ δειλά στην αρχή, όμως ο Κύριος σιγά-σιγά συγκρότησε την νεολαία, τα παιδιά άρχισαν να αγαπάνε αυτό το έργο, να αγαπάνε τα μαθήματα, να αγαπάνε την προσευχή και πραγματικά ο Θεός με αξίωσε να ζήσω πολύ όμορφες κι ευλογημένες στιγμές μαζί με την νεολαία. Σε προσευχές, σε εκδρομές, σε θαυμαστές εκβάσεις του Κυρίου ανάμεσα μας. Κι από τότε μέχρι τώρα, έχοντας περάσει 17 χρόνια, βλέπω όλα αυτά τα παιδιά να έχουν προχωρήσει, να έχουν κάνει οικογένειες κι αυτό μου δίνει πολύ μεγάλη χαρά.
Βλέπεις τον καρπό.
Βλέπω τον καρπό και συνεχίζουμε να εργαζόμαστε σε αυτό το έργο με την χάρη του Θεού. Κατά καιρούς βέβαια με έχουν βοηθήσει πολύ διάφορα αδέλφια κι ευχαριστώ τον Θεό για όλους αυτούς τους συνεργάτες. Από την άλλη, ο διάβολος προσπαθούσε συχνά να βάλει εμπόδια και δεν σου κρύβω ότι πολλές φορές είπα ότι θα τα παρατήσω, ότι δεν αντέχω άλλο. Μια συγκεκριμένη φορά, μια Τετάρτη βράδυ που συνηθίζουμε να κάνουμε προσευχή όλη η νεολαία, πήγα στον ποιμένα της εκκλησίας και του είπα ότι παραιτούμαι. Στενοχωρήθηκε ο αδελφός, εγώ επέμεινα και πήγα μετά με την νεολαία για προσευχή. Και τότε, το Άγιο Πνεύμα με το προφητικό χάρισμα, μου μίλησε με το στόμα μιας νέας κοπέλας και μου είπε: “Δούλε μου, Εγώ σε έβαλα σε αυτό το έργο κι Εγώ θέλω να συνεχίσεις...” Και αυτά τα λόγια με συγκλόνισαν, γιατί κανένας δεν είχε ακούσει τι είχα συζητήσει πριν με τον ποιμένα. Κανένας άνθρωπος μάλλον, γιατί μας είχε ακούσει ο Θεός. Ευχαριστούμε τον Κύριο, γιατί πάντα μας στηρίζει στις δυσκολίες μας, στις πτώσεις μας, στους διαλογισμούς μας.
Τι διαφορά βλέπεις να έχει η νεολαία τότε που ανέλαβες υπεύθυνος, με την σημερινή ;
Οι πειρασμοί είναι οι ίδιοι από τότε μέχρι τώρα. Το ρεύμα του κόσμου, οι επιθυμίες της σάρκας, η απογοήτευση όταν αργεί να απαντηθεί ένα αίτημα μας... Όμως όσο κάποιος είναι αδύνατος πνευματικά οι πειρασμοί είναι γίγαντες. Όσο κάποιος πλησιάζει τον Θεό, μένει στην εκκλησία, στις προσευχές, στην συντροφιά των αδελφών, οι πειρασμοί μικραίνουν. Δεν εκμηδενίζονται, είναι υπαρκτοί, αλλά δεν είναι πλέον μεγάλο πρόβλημα. Η διαφορά όμως είναι ότι παλιότερα δεν ήταν τόσο μεγάλη η ψαλίδα, η διαφορά της ζωής του κόσμου, με τη ζωή της εκκλησίας. Τώρα ο κόσμος έχει τραβήξει προς τον γκρεμό τελείως κι από την άλλη ο Κύριος ετοιμάζει την εκκλησία Του, την αγιάζει και την τελειοποιεί. Και γίνεται αυτό που διαβάζουμε στην Αποκάλυψη, ότι ο δίκαιος θα γίνει πιο δίκαιος και ο άδικος πιο άδικος. Τότε λοιπόν ήταν κάπως πιο παράλληλοι οι δρόμοι, τώρα η απόκλιση είναι τεράστια.
Να κλείσουμε με ένα μήνυμα για όλους τους νέους;
Αμήν. Το μήνυμα δεν είναι άλλο παρά να αγαπήσουμε με όλη μας την καρδιά τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Γιατί Αυτός είναι το Φως, η Οδός, η Αλήθεια και η Ζωή. Πίστη στον Ιησού Χριστό λοιπόν, εμπιστοσύνη στα δυνατά Του χέρια και να μην αγχωνόμαστε και στενοχωριόμαστε για το τι θα γίνει στο μέλλον στη ζωή μας. Μπροστά ο Χριστός κι εμείς θα Τον ακολουθούμε και όλα, μα όλα, θα έρθουν όπως τα θέλει Εκείνος, και θα έρθουν θαυμάσια. Κάθε φορά που το βάλαμε αυτό σε εφαρμογή, είδαμε τις ευλογίες του Θεού στη ζωή μας, όποτε προπορευτήκαμε εμείς, είχαμε άσχημα αποτελέσματα. Γι’ αυτό ας Τον εμπιστευτούμε, ας Τον αγαπήσουμε, ας Τον ακολουθήσουμε πιστά και ας μένουμε καθημερινά στον πνευματικό αγώνα.